31

11 Μαρτίου 2004: Τρομοκρατική επίθεση στη Μαδρίτη, 190 νεκροί. 3 Σεπτεμβρίου 2004: Αιματηρή κατάληξη της ομηρείας σε σχολείο του Μπεσλάν της Ρωσίας με τουλάχιστον 400 νεκρούς. 2 Νοεμβρίου 2004: Δολοφονία του Ολλανδού σκηνοθέτη Τέο Βαν Γκογκ από Μαροκινό μετανάστη. Κοινός παρονομαστής όλων αυτών των επιθέσεων: το ένοπλο ριζοσπαστικό Ισλάμ.

Το 2004, η Γηραιά Ήπειρος έγινε θέατρο ορισμένων από τις πλέον αιματηρές τρομοκρατικές επιθέσεις, που πραγματοποιήθηκαν με την άμεση ή έμμεση συμμετοχή ριζοσπαστικών ισλαμικών στοιχείων. Η επίθεση στη Μαδρίτη αποδόθηκε αρχικά στην ΕΤΑ, αλλά σύντομα οι έρευνες των ισπανικών Αρχών στράφηκαν σε σύνδεσμο της Αλ Κάιντα. Στην περίπτωση της Ρωσίας, τα πράγματα ήταν πιο απλά: οι Τσετσένοι εξτρεμιστές -σε συνεργασία με την Αλ Κάιντα, όπως υποστηρίζει ο Πούτιν- πραγματοποίησαν στο Μπεσλάν ένα ακόμη «θεαματικό», πολύνεκρο τρομοκρατικό χτύπημα.

Εντελώς αναπάντεχη ήταν όμως η δολοφονία του Ολλανδού σκηνοθέτη Τέο Βαν Γκογκ από μαροκινής καταγωγής μετανάστη. «Αιτία», η ταινία Υποταγή, στην οποία ο σκηνοθέτης κατακρίνει τη στάση του Ισλάμ απέναντι στις γυναίκες. Η δολοφονία πυροδότησε μεγάλη αντιπαράθεση μεταξύ ακραίων στοιχείων και από τις δύο πλευρές, με μπαράζ επιθέσεων εκδίκησης εναντίον τζαμιών και επιθέσεων αντεκδίκησης σε εκκλησίες, σε μία χώρα, η οποία υπερηφανευόταν ότι η ενσωμάτωση των ξένων λειτουργούσε καλύτερα ίσως από οπουδήποτε αλλού στη Γηραιά Ήπειρο.

Αντίστοιχα, στη Γαλλία, η απόφαση της κυβέρνησης να απαγορεύσει τη χρήση μουσουλμανικής μαντήλας -και γενικότερα, των θρησκευτικών συμβόλων- στα σχολεία και τα πανεπιστήμια της χώρας. Η πολυάριθμη μουσουλμανική κοινότητα της Γαλλίας αντέδρασε έντονα, κάνοντας λόγο για περιορισμό των θρησκευτικών ελευθεριών και για κλίμα καχυποψίας εκ μέρους της τοπικής κοινωνίας απέναντι στους μετανάστες.

Πράγματι, οι σχέσεις Δύσης και Ισλάμ φαίνεται ότι περνούν περίοδο μεγάλης κρίσης και αμοιβαίας καχυποψίας, που πυροδοτήθηκε από τις πρόσφατες τρομοκρατικές επιθέσεις, σε τέτοιο βαθμό ώστε ορισμένοι να μιλούν για τροχιά σύγκρουσης δύο διαμετρικά αντίθετων πολιτισμών.

Αρκετοί στη Δύση συνδέουν τους ισλαμιστές με εξτρεμιστικές οργανώσεις και βίαιες μεθόδους: ριζοσπαστικές οργανώσεις όπως η Χαμάς και η Χεζμπολάχ βρίσκονται καθημερινά στις ειδήσεις, ενώ η Αλ Κάιντα εξακολουθεί να είναι στο επίκεντρο με ενδεχόμενη συμμετοχή σε επιθέσεις και επί ευρωπαϊκού εδάφους (Μαδρίτη, Μπεσλάν).

Επιπλέον, διάχυτη είναι στη Δύση η πεποίθηση ότι η φιλοσοφία του πολιτικού Ισλάμ είναι αντίθετη προς τις δημοκρατικές αξίες, ότι υποβαθμίζει τη θέση της γυναίκας και τάσσεται εναντίον των ομοφυλοφίλων και της ανοχής έναντι των άλλων θρησκειών. Από την πλευρά τους, οι μουσουλμάνοι κατηγορούν τη Δύση για «αχαλίνωτη ισλαμοφοβία», ρατσισμό, προκατάληψη, μειωτικούς χαρακτηρισμούς από μερίδα πολιτικών κομμάτων, ακόμη και πολιτών στις καθημερινές τους συναλλαγές.

Τα προβλήματα είναι σίγουρα υπαρκτά στις δυτικές κοινωνίες, αλλά με τον αριθμό των μουσουλμάνων μεταναστών να αυξάνεται συνεχώς στη Δύση, οι δύο πολιτισμοί είναι… καταδικασμένοι να συνυπάρξουν. Αλλωστε, είναι πολλά τα παραδείγματα εκατοντάδων χιλιάδων μουσουλμάνων, οι οποίοι έχουν ενταχθεί ομαλά σε δυτικές κοινωνίες, εργάζονται ως δημόσιοι υπάλληλοι, εκλέγονται βουλευτές και εκπροσωπούν τη δεύτερη πατρίδα τους στην Ευρώπη ή σε διεθνείς οργανισμούς.

Το μεγάλο «στοίχημα» για τις δυτικές κοινωνίες είναι να εξασφαλιστούν οι αναγκαίες συνθήκες, προκειμένου οι μουσουλμάνοι να μην αισθάνονται πολίτες «δεύτερης κατηγορίας» ούτε συλλήβδην υπεύθυνοι για τις τρομοκρατικές ενέργειες ολίγων «θερμοκέφαλων» εξτρεμιστών. Με απλά λόγια, να ενσωματωθούν ομαλά στην κοινωνία.

Και αντίστοιχα, η μεγάλη πρόκληση για το Ισλάμ είναι να «εκσυγχρονιστεί», να απορρίψει και να καταδικάσει τις σκόπιμες, ακραίες παρερμηνείες του Κορανίου, οι οποίες -αν χρησιμοποιηθούν σωστά από αδίστακτους δημαγωγούς στο μουσουλμανικό κόσμο- μπορούν να ωθήσουν εκατοντάδες μουσουλμάνους στον εξτρεμισμό και την τρομοκρατία.

Β.Τσ.

Newsroom ΑΛΤΕΡ ΕΓΚΟ