2020. Η Τουρκία εργαλειοποιεί το μεταναστευτικό και καθοδηγεί την κρίση του Έβρου. Λίγους μήνες αργότερα ακολουθεί η κρίση του «Όρουτς Ρέις» και ένα από τα πλέον «θερμά καλοκαίρια» των τελευταίων ετών στα ελληνοτουρκικά.

Η διεθνοποίηση

Τότε η Αθήνα προχωρά στη διεθνοποίηση και των δύο κρίσεων, επιχειρώντας να θέσει τόσο τους συμμάχους της στην ΕΕ, όσο και στο ΝΑΤΟ – και δη τις ΗΠΑ – προ των ευθυνών τους.

Η παρέμβαση της τότε γερμανίδας καγκελαρίου Άγκελας Μέρκελ, σε συντονισμό με την αμερικανική πρεσβεία στην Αθήνα χαρακτηρίστηκε ως αυτή που απέτρεψε ένα «θερμό επεισόδιο» στο Αιγαίο.

Αντίστοιχα ο φόβος των Βρυξελλών για ένα νέο ανεξέλεγκτο προσφυγικό – μεταναστευτικό κύμα που θα έπληττε και άλλα κράτη – μέλη της ΕΕ, πλην της Ελλάδας, σήμανε συναγερμό.

Το 2020 αμερικανικές πηγές σημείωναν ότι η στάση της Τουρκίας απέναντι στην Ελλάδα έδειξε σε όλους τον υπαίτιο της έντασης και την πλευρά που κινείται εκτός του διεθνούς δικαίου.

Ωστόσο και τότε η διαφορά στα μάτια της διεθνούς κοινότητας παρέμενε ανάμεσα σε Αθήνα και Άγκυρα.

Εκτόνωση

Η εκτόνωση της έντασης ήρθε μετά από μήνες παράνομων NAVTEX, με την επανεκκίνηση των διερευνητικών επαφών, αλλά και την ανταλλαγή επισκέψεων Δένδια – Τσαβούσογλου που ακολούθησαν την άνοιξη του 2021.

Τα τότε χαμόγελα και οι χειραψίες – παρά τις όποιες περιορισμένης έκτασης εκρήξεις ρητορικής – οδήγησαν σε συμφωνία για ένα «ήρεμο καλοκαίρι» το 2021 το οποίο και τηρήθηκε.

Ο χαλβάς στην Κωνσταντινούπολη άλλαξε το κλίμα

Οι τόνοι άρχισαν να ανεβαίνουν ξανά σταδιακά, από το τέλος του 2021, με την συνάντηση του Κυριάκου Μητσοτάκη και του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν στην Κωνσταντινούπολη το Μάρτιο οδήγησε σε ανταλλαγή δεσμεύσεων για ένα νέο μορατόριουμ ηρεμίας, με τούρκους διπλωμάτες να υποστηρίζουν ότι το κλίμα ήταν πολύ καλό για να γυρίσουμε στα παλιά.

Νέος γύρος έντασης

Οι τουρκικές υπερπτήσεις και οι παραβιάσεις άρχισαν εκ νέου να οξύνουν τα πνεύματα.

Η είδηση για το ταξίδι του Κυριάκου Μητσοτάκη στις ΗΠΑ ενεργοποίησε τα αντανακλαστικά του Ερντογάν, που προειδοποιούσε ότι θα δει τι θα πει ο έλληνας πρωθυπουργός στην Ουάσιγκτον και θα απαντήσει.

Η Αθήνα ήδη από την επίσκεψη του πρωθυπουργού στην Ουάσιγκτον ξεκίνησε τη διεθνοποίηση της πολιτικής των υπερπτήσεων και των παραβιάσεων της Τουρκίας, με Κυριάκο Μητσοτάκη και  Νίκο Δένδια να δείχνουν στους ομολόγους τους χάρτες που αποτύπωντας την κατάσταση, ακόμα και δίπλα από την αμερικανική βάση στην Αλεξανδρούπολη.

Την ομιλία του Κυριάκου Μητσοτάκη ακολούθησε το «Μητσοτάκης γιοκ» του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν που ήταν και το σύνθημα για ολική επαναφορά σε κλίμα έντασης που θυμίζει έντονα καλοκαίρι 2020.

Άλλο 2020 και άλλο 2022

Αυτό που δεν υπολόγισε ο τούρκος πρόεδρος ωστόσο ήταν μία σημαντική διαφορά στους συσχετισμούς.

Η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία είχε κατασήσει στρατηγικής σημασίας τη βάση της Αλεξανδρούπολης και της Σούδας, ενώ επέβαλε ενότητα και καταδίκη του αναθεωρητισμού στα μέλη του ΝΑΤΟ.

Το παζάρι Ερντογάν

Η κίνηση δε του Ερντογάν στο μεγάλο διπλωματικό παζάρι που είχε ξεκινήσει από την αρχή της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία να εργαλειοποιήσει την υποψηφιότητα της Φινλανδίας και της Σουηδίας στο ΝΑΤΟ ήταν αυτή που άλλαξε σημαντικά το κλίμα εναντίον του και τον έφερε ξανά στη θέση του «δύσκολου» συμμάχου. Με κάποιους μάλιστα να αναρρωτιούνται φωναχτά πλέον και κατά πόσο είναι «απαραίτητος».

Σκέψεις που εκφράζονται ακόμα και στην Ουάσιγκτον, με το Στέιτ Ντιπάρτεντ το τελευταίο διάστημα να χρωματίζει ελαφρώς διαφορετικά τις ανακοινώσεις του και να κάνει μικρά βήματα που θα μπορούσαν να το απομακρύνουν από την πολιτική ίσως αποστάσεων μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας.

Η «γκρίνια» Τσαβούσογλου στον αμερικανό ΥΠΕΞ, Άντονι Μπλίνκεν ότι έχει χαθεί η ισορροπία στις σχέσεις Ελλάδας – ΗΠΑ – Τουρκίας και θα πρέπει να αποκατασταθεί άμεσα, είναι ενδεικτική του κλίματος που αλλάζει.

Μπαίνει το ερώτημα πόσο χρήσιμη είναι η Τουρκία στο ΝΑΤΟ

Διπλωμάτες τόσο στην Ουάσιγκτον όσο και στην Αθήνα σημειώνουν ότι οι ΗΠΑ δεν είναι έτοιμες για ένα «διαζύγιο» στο ΝΑΤΟ με την Τουρκία, ενώ δεν είναι σαφές και αν κάτι τέτοιο θα συνέφερε τελικά και την Ελλάδα.

Αναλυτές και διπλωμάτες στην πλειοψηφία τους θεωρούν ότι ο τούρκος πρόεδρος, βάζοντας όλα τα θέματα στο τραπέζι επιδιώκει τα μέγιστα, ωστόσο μπορεί να εμφανιστεί και ως «κερδισμένος» ακόμα και με τα ελάχιστα.

Στη Φινλανδία πολιτικοί, αξιωματούχοι και αναλυτές μπορεί να είναι προσεκτικοί στις δημόσιες δηλώσεις τους για την Άγκυρα, ωστόσο off the record, παραδέχονται τον εκνευρισμό του Ελσίνκι για τα παζάρια Ερντογάν, ειδικά με μία χώρα που είχε άριστες σχέσεις.

Δημόσια περιορίζονται να πουν ότι συζητούν με την Τουρκία έστω και αν η στάση της τους προκαλεί έκπληξη…

Ακόμα και πρώην διπλωμάτες των ΗΠΑ όπως η Elizabeth Shackelford, έχουν αρχίσει να αναρωτιούνται δημόσια εάν η Τουρκία είναι αυτή που το ΝΑΤΟ προσέλκυσε ως εταίρο πριν 70 χρόνια.

Δημοσίευμα της Wall Street Journal σημείωνε ότι «ο Τούρκος πρόεδρος εδώ και πάνω από δύο δεκαετίες χρησιμοποιεί μια συγκεκριμένη στρατηγική, η οποία συνίσταται στο να εκμεταλλεύεται κρίσεις για να δημιουργήσει πολιτικές ευκαιρίες και να αποσπά παραχωρήσεις τόσο από φίλους όσο και εχθρούς, ενώ ταυτόχρονα χρησιμοποιεί το ρόλο του στις διεθνείς σχέσεις για να ενδυναμώσει την εικόνα του στο εσωτερικό της Τουρκίας».

Όπως ανέφερε «διεθνείς αναλυτές τονίζουν όλο και περισσότερο τη χειριστική συμπεριφορά του Τούρκου Προέδρου, με πολλούς από αυτούς μάλιστα να υποστηρίζουν ότι μακροπρόθεσμα – αν και πρόκειται για μια δύσκολη απόφαση εν μέσω μιας περιόδου αστάθειας – ίσως να συνέφερε το ΝΑΤΟ να καταφύγει στη λύση του… διαζυγίου με την Τουρκία».

Τόνιζε δε δήλωση του Marc Pierini, πρώην αντιπροσώπου της ΕΕ στην Τουρκία που ανέφερε ότι «στους κύκλους του ΝΑΤΟ επικρατεί η αντίληψη πως η Τουρκία ναι μεν είναι μαζί μας, αλλά μόνο κατά το ήμισυ».

Αλλαγή και από το Βερολίνο

Ακόμα και το Βερολίνο έσπευσε να διορθώσει τις θέσεις του, μετά τη συνάντηση του Κυριάκου Μητσοτάκη με τον Όλαφ Σολτς, επιλέγοντας να αφήσει – προς το παρόν – τις δηλώσεις ίσων αποστάσεων.

Ενδεικτική ήταν η διορθωτική τοποθέτηση του γερμανού αναπληρωτή εκπροσώπου, Βόλφγκανγκ Μπούχνερ, ο οποίος ανέφερε ότι «ο καγκελάριος (Όλαφ Σολτς) είναι της άποψης ότι ειδικά σε αυτή την τρέχουσα κατάσταση, επιβάλλεται όλοι οι σύμμαχοι στο ΝΑΤΟ να είναι ενωμένοι, να απέχουν από προκλήσεις μεταξύ τους. Η παραβίαση του ελληνικού εναέριου χώρου και η υπέρπτηση ελληνικών νησιών δεν είναι σωστή».

Σημείωσε δε πως «δεν γίνεται ανεκτό από τη γερμανική κυβέρνηση να αμφισβητείται η ακεραιότητα της Ελλάδας».

Η συμφωνία της Ελλάδας να αναταλλάξει άρματα μάχης που θα στείλει στην Ουκρανία με νέα γερμανικά, φάνηκε να «μετράει» επίσης για το Βερολίνο. Και ήδη στην DW δημοσιεύτηκαν ρεπορτάζ που θέτουν το ερώτημα κατά πόσο αλλάζει η στάση της Γερμανίας απέναντι στο δίδυμο Ελλάδα – Τουρκία.

Ωστόσο το ερώτημα που όπως σημειώνει ο αρθρογράφος της DW παραμένει είναι αν οι γερμανοί «θα κάνουν ένα βήμα προς τους Έλληνες και επί της ουσίας».

Η συγκυρία

Στο ερώτημα αν η Ελλάδα έχει αλλάξει διπλωματική στρατηγική και οι θέσεις της δείχνουν να βρίσκουν ανταπόκριση η απάντηση είναι αρνητική.

Αυτό που έχει αλλάξει είναι η διεθνής συγκυρία.

Και δεν μπορεί κανείς να είναι βέβαιος για πόσο, ειδικά αν η Άγκυρα πάρει κάτι από όσα έχει βάλει στο τραπέζι που θα επιτρέψει στον Ερντογάν να πάρει πίσω το «όχι» στην ένταξη Φινλανδίας και Σουηδίας στο ΝΑΤΟ.

Το ρητό, άλλωστε, ότι στην διπλωματία δεν υπάρχουν διαρκείς φίλοι παρά μόνο διαρκή συμφέροντα, έχει επιβεβαιωθεί επανειλημμένα.

Ούτε το αν η παρούσα συγκυρία μπορεί να αποτελέσει μία ευκαιρία που η Ελλάδα έχει τη δυνατότητα να αξιοποιήσει έχει ξεκαθαρίσει πλήρως.

Και η ένταση μπορεί να είναι για την Άγκυρα μία ευκαιρία για αποπροσανατολισμό ενόψει εκλογών, αποτελεί ωστόσο και έναν σημαντικό πειρασμό για την Αθήνα…