«Μάχη» έχει ξεκινήσει μεταξύ του Ινστιτούτου Εκπαιδευτικής Πολιτικής (ΙΕΠ) και των επιστημονικών Ενώσεων της χώρας με αφορμή τα νέα αναλυτικά προγράμματα που σχεδιάζει και τα οποία δέχονται σφοδρή κριτική.

Μετά τις Ενώσεις Φυσικών και Μαθηματικών, η Ένωση Χημικών με μια ανακοίνωση της 11σελίδων εξηγεί γιατί τα νέα αναλυτικά προγράμματα που προτείνει το Ινστιτούτο Εκπαιδευτικής Πολιτικής … δεν μπορούν να διδαχτούν.

Η Ένωση Ελλήνων Χημικών αναφέρει ότι στο Γυμνάσιο τα νέα προγράμματα δεν μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο διδασκαλίας ούτε καν ως τίτλοι μαθημάτων, στην Α’ Λυκείου παρατηρούνται «σημαντικές απώλειες σε εισαγωγικές γνώσεις, οι οποίες προφανώς θεωρούνται γνωστές από το Γυμνάσιο», στην Β’ Λυκείου «το προτεινόμενο πρόγραμμα δεν έχει κανένα χαρακτήρα, δεν μπορεί να βοηθήσει τους μαθητές που θα ακολουθήσουν την θετική κατεύθυνση και οπωσδήποτε δεν είναι μάθημα Γενικής Παιδείας με μαθητοκεντρικό προσανατολισμό». Στην Γ τάξη του Λυκείου δε, το «πρόγραμμα που έχει εγκριθεί αποτελεί ένα κακό συνδυασμό των προγραμμάτων του εξωτερικού IB και του Edexcel GCE με δύο βασικά προβλήματα: η Χημεία στα 2 αυτά προγράμματα γίνεται σε 2 χρόνια για 180 ώρες κάθε χρόνο και προϋποθέτει άρτια οργανωμένα εργαστήρια, ενώ στο ελληνικό πρόγραμμα προβλέπονται 150 ώρες για έναν χρόνο και τα δύο προγράμματα δεν έχουν τους στόχους που περιγράφονται στο προτεινόμενο νέο πρόγραμμα…»

Όπως αναφέρουν χαρακτηριστικά οι χημικοί, στο κεφάλαιο 2 της Β Γυμνασίου με τίτλο:  «Το εργαστήριο της Χημείας» προβλέπεται η υλοποίηση 11 στόχων σε 2 διδακτικές ώρες! «Απαιτείται εδώ, η άμεση περικοπή και η αναδιάταξη   αντικειμένων, ώστε να διδαχθούν τουλάχιστον οι απολύτως αναγκαίες έννοιες, όπως τα « Οξέα -Βάσεις -Αλατα», τα οποία, εκτός της θεμελιώδους σημασίας τους, θεωρούνται γνωστά στην Α Λυκείου. Επίσης απαιτείται η αναδιατύπωση πολλών στόχων οι οποίοι είναι είτε ασαφείς είτε δεν μπορούν να υλοποιηθούν» τονίζουν.

Πιο αναλυτικά στην Α Λυκείου, οι επιστήμονες της Ένωσης αναφέρουν ότι «παρατηρούνται σημαντικές απώλειες σε εισαγωγικές γνώσεις, που θεωρούνται σημαντικές, διότι συνδέονται άμεσα με την καθημερινή ζωή».

Παράλληλα αναφέρουν οι χημικοί ότι «διαπιστώνονται εντυπωσιακές διατυπώσεις κενές περιεχομένου ή με λανθασμένο περιεχόμενο».

Στην Β τάξη του Λυκείου αναφέρεται ότι «η προτεινόμενη ύλη είναι αυξημένη κατά 30-40% σε σχέση με την σημερινή, γεγονός που επιβεβαιώνει  ότι το πρόγραμμα δεν είναι ρεαλιστικό για ένα μη εξεταζόμενο μάθημα γενικής παιδείας».

Τα προβλήματα όπως αναφέρουν οι χημικοί δεν σταματούν εδώ: «η πολυδιάσπαση της ονοματολογίας και της ισομέρειας κατά ομόλογη σειρά, αυξάνει πολύ τον χρόνο που απαιτείται για την διδασκαλία της και δεν διευκολύνει τον σχηματισμό μιας ενιαίας γνωστικής δομής. Την ίδια στιγμή, ζητείται από τους μαθητές να προσδιορίζουν συντακτικά ισομερή αλκανίων και αλκενίων, χωρίς να έχει εξηγηθεί η έννοια της ισομέρειας και τα είδη της συντακτικής ισομέρειας»…

Το πρόγραμμα της Γ Λυκείου (κρίσιμη τάξη πριν από τις πανελλαδικές εξετάσεις) όπως αναφέρεται «δεν σηματοδοτεί αλλαγή φιλοσοφίας και  σε καμία περίπτωση δεν είναι καινοτόμο. Καινοτομία δεν είναι ούτε η αναδιάταξη της ύλης, ούτε η συσσώρευση γνωστικών αντικειμένων που δεν εξυπηρετούν την συγκρότηση του απαραίτητου γνωστικού πλαισίου για την Χημεία». Τέλος αναφέρουν οι χημικοί ότι οι συντάκτες  του προγράμματος «εισάγουν νέα λανθασμένη ορολογία: Ποιοτική ανίχνευση, ουδέτερο pH, ποιοτική εύρεση pH κ.ά.»

Αντί των παραπάνω, οι χημικοί ζητούν να μειωθεί o αριθμός των στόχων και η προτεινόμενη ύλη, ώστε να διδάσκεται στον προβλεπόμενο διδακτικό χρόνο χωρίς να απαιτούνται υπουργικές αποφάσεις για περικοπή της, η οποία έχει ως αποτέλεσμα την αποσπασματική διδασκαλία του μαθήματος. Επιπρόσθετα ζητούν θα αποφευχθεί η παραγωγή ογκωδών και μη χρηστικών βιβλίων, τα οποία έχουν οικονομικό, περιβαλλοντικό και εκπαιδευτικό κόστος.

Και από Φυσικούς και Μαθηματικούς

Στα παραπάνω να προστεθεί ότι ήδη η Ένωση Φυσικών έχει αναφέρει ότι « τα προτεινόμενα προγράμματα  σπουδών του μαθήματος Φυσικής  κινούνται εκτός της σχολικής πραγματικότητας», ενώ η Ελληνική Μαθηματική Εταιρεία έκανε λόγο για «προγράμματα εκτός παιδαγωγικού τόπου και χρόνου, που αναπαράγουν το ίδιο εισαγωγικό κείμενο στόχων και σημασίας των μαθηματικών στην εκπαίδευση, ανεξάρτητα από ηλικίες και εκπαιδευτικές βαθμίδες, με μόνο ως φαίνεται γνώμονα την οργάνωση εξεταστικών διαδικασιών γύρω από μια τράπεζα θεμάτων και την επιδότηση της έκδοσης πολυσέλιδων βιβλίων χωρίς καμία μελέτη της εκπαιδευτικής λειτουργικότητας ανά βαθμίδα και των ειδικών παιδαγωγικών προδιαγραφών».

Στους μαθηματικούς η ηγεσία του ΙΕΠ απάντησε ότι πρόκειται για ισχυρισμούς «ατεκμηρίωτους, αυθαίρετους και εμπαθείς».