Στον 5ο όμιλο του Παγκοσμίου Κυπέλλου με μια γρήγορη ματιά ξεχωρίζει το όνομα τς Βραζιλίας. Η πολυνίκης του θεσμού (5 κατακτήσεις) θέλει να αφήσει πίσω το βατερλό του Μινεϊράο και να φτάσει στον τελικό της διοργάνωσης. Έτσι εύκολα ή όχι η πρόκριση της Σελεσάο πρέπει να θεωρείται δεδομένη. Από κει και πέρα στον όμιλο υπάρχουν τρεις υπολογίσιμες δυνάμεις (Ελβετία, Σερβία, Κόστα Ρίκα) με παίκτες υψηλού επιπέδου. Αν και οι Ελβετοί ίσως έχουν ένα ελαφρύ προβάδισμα λόγω εμπειρίας, οι Σέρβοι παραμένουν μια απειλή, ενώ οι Κοσταρικανοί είναι πιθανό να μπουν «σφήνα», όπως κατάφεραν και το 2014 απέναντι σε Αγγλία, Ιταλία και Ουρουγουάη.
Βραζιλία Για την πολυνίκη της διοργάνωσης, οποιοδήποτε άλλο αποτέλεσμα πέρα από την κατάκτηση του τίτλου, θα ισοδυναμεί με ήττα. Πόσο μάλλον όταν προέρχεται από την αποτυχία να κατακτήσει το τρόπαιο μέσα στην χώρα της πριν από τέσσερα χρόνια και από μια συντριβή στον ημιτελικό από την Γερμανία με 7-1 μέσα στο Μινεϊράο του Μπέλο Οριζόντε, η οποία «ξεπερνιέται» μόνο με την κατάκτηση της κορυφής του κόσμου για 6η φορά!
Η μοναδική Εθνική ομάδα του πλανήτη που δεν έχει απουσιάσει ποτέ από τα τελικά Παγκοσμίου Κυπέλλου και έχει δώσει το «παρών» σε όλες τις διοργανώσεις, κουβαλάει πάντα την «ευλογία αλλά και κατάρα» να εμφανίζεται σε κάθε διοργάνωση ως φαβορί. Άλλοτε το απόλυτο, άλλοτε ένα εξ αυτών, πάντα όμως μέσα στα φαβορί. Το ίδιο και τώρα στα γήπεδα της Ρωσίας.
Οι ειδικοί λένε πως διαθέτει καλύτερο ρόστερ από αυτό πριν από τέσσερα χρόνια και έναν προπονητή, τον Τίτε, που κινείται πάνω στην -δικαιολογημένη- λογική πως το πάθημα της «εφτάρας» πρέπει να γίνει μάθημα κι έτσι επιχειρεί να περάσει μια νέα φιλοσοφία, πιο συγκρατημένη ως προς τα βραζιλιάνικα στάνταρ της… αλόγιστης επίθεσης και του «χορού σάμπα» μέσα στο γήπεδο. Το αν θα το πετύχει ή το αν αυτή η φιλοσοφία μπορεί να αποδώσει σε μια σχολή ποδοσφαίρου όπως η Βραζιλία, θα φανεί σε λίγες ημέρες.
Υπέρ
Η δύναμη της φανέλας, η απήχηση που έχει αυτή η φανέλα σε όλο τον πλανήτη, το αδιαμφισβήτητο ταλέντο των ποδοσφαιριστών και η σοβαρότητα του προπονητή. Η ομάδα δείχνει να έχει συνέλθει μετά την… καθίζηση που γνώρισε την τελευταία τετραετία. Εμφανίζεται συμπαγής στον αμυντικό τομέα, έχει δεμένες τις γραμμές της και αυτό μπορεί να αποτελέσει το «κλειδί» για την πορεία της.
Κατά
Η δύναμη της φανέλας, η απήχηση που έχει αυτή η φανέλα σε όλο τον πλανήτη και το αδιαμφισβήτητο ταλέντο των ποδοσφαιριστών πολλές φορές γύρισαν «μπούμερανγκ» και αποδείχθηκαν βαρύ φορτίο για την Βραζιλία, όταν στις τάξεις της δεν διέθετε παίκτες με την προσωπικότητα των προκατόχων τους. Ταλέντο υπάρχει, όμως οι παίκτες αυτοί καλούνται να δοκιμαστούν στις μεγαλύτερες πιέσεις και να αποδείξουν ότι μπορούν να ανταποκριθούν στις υψηλότερες προσδοκίες.
Προπονητής: Τίτε (25/5/196)
Ο Αντενόρ Λεονάρντο Μπάτσι ή Τίτε, όπως τον αποκαλούν, ανέλαβε την Εθνική πριν από δύο χρόνια, προκειμένου να την βγάλει από το «αδιέξοδο» που είχε οδηγηθεί, μετά την αποτυχία να κατακτήσει το Παγκόσμιο Κύπελλο μέσα στην χώρα της και τον… καταποντισμό της στο Κόπα Αμέρικα. Ο γεννημένος το 1961 τεχνικός και με θητεία σε ομάδες όπως οι Γκρέμιο, Ατλέτικο Μινέιρο, Παλμέιρας, Κορίνθιανς, διαθέτει την εμπειρία και το κύρος, είναι ιδιαίτερα δημοφιλής, ενώ έχει να επιδείξει και τίτλους, όπως την κατάκτηση του Κόπα Λιμπερταδόρες, των δύο πρωταθλημάτων κι ενός Παγκοσμίου Κυπέλλου συλλόγων.
Από την πρώτη στιγμή έδωσε το στίγμα του, που είναι αγωνιστική πειθαρχία και «τέλος» στην… ξέφρενη επιθετική ασυδοσία μέσα στο παιχνίδι και όντως δείχνει να έχει συμμαζέψει τα ασυμμάζευτα του προκατόχου του, Ντούνγκα. Δεν είναι, άλλωστε, τυχαίο πως επί των ημερών του η ομάδα έχει μόνο μία ήττα σε 19 αγώνες (κι αυτή σε φιλικό) και έχει δεχθεί μόνο 5 γκολ. Μεγάλες αλλαγές έχει επιχειρήσει στο ρόστερ, αφού μόνο 7 παίκτες βρίσκονται στην ομάδα από την Εθνική του προηγούμενου Παγκοσμίου Κυπέλλου.
Αστέρι: Νεϊμάρ (05/02/1992)
Ο κορυφαίος Βραζιλιάνος ποδοσφαιριστής της γενιάς του, καλείται και πάλι να σηκώσει στους «λεπτούς» ώμους του το βάρος που κουβαλάει πάντα η Βραζιλία στα τελικά ενός Παγκοσμίου Κυπέλλου. Πολλοί θεωρούν πως του αποδίδονται περισσότερα από όσα του αναλογούν και αντέχει, άλλοι πιστεύουν πως είναι ο τρίτος κορυφαίος του κόσμου, μετά τον Κριστιάνο Ρονάλντο και τον Μέσι, όπως ο Τίτε που το δηλώνει αυτό σε κάθε ευκαιρία. Όπως και να έχει, το γεγονός είναι πως ο 26χρονος επιθετικός της Παρί Σεν Ζερμέν «πεθαίνει» για να παίζει με την Εθνική ομάδα και κάθε φορά θέλει να αποδείξει πως δίκαια θεωρείται ο σύγχρονος ηγέτης της. Ωστόσο, ειδικά τώρα, το μεγάλο «στοίχημα» είναι κατά πόσο θα εμφανιστεί έτοιμος αγωνιστικά, καθώς προέρχεται από χειρουργική επέμβαση. Αν βρίσκεται σε φουλ φόρμα, τότε θα αποτελέσει μεγάλο ατού για την «σελεσάο» και, αν δεν είναι έτοιμος, τότε θα αποτελέσει γερό πλήγμα. Ακριβώς δηλαδή ό,τι συμβαίνει πάντα με τους ηγέτες μιας ομάδας.
Μία χώρα που βρίσκεται στην «καρδιά» της Ευρώπης και περικλείεται από ποδοσφαιρικές υπερδυνάμεις, αλλά η τελευταία φορά που έκανε μια καλή πορεία σε Παγκόσμιο Κύπελλο ήταν μέχρι τα προημιτελικά το 1954, τότε που το τουρνουά διεξήχθη μέσα στα γήπεδά της, μοιραία αντιμετωπίζεται ως η «μικρή της γειτονιάς» και οι απαιτήσεις συνήθως δεν είναι υψηλές. Ωστόσο φέτος έχουν δημιουργηθεί πολλές προσδοκίες, είτε γιατί ο ίδιος ο προπονητής επιμένει πως η Ελβετία έπαψε να είναι «μικρή», είτε γιατί -κυρίως αυτό- διαθέτει για πρώτη φορά τόσους πολλούς ποδοσφαιριστές, που αγωνίζονται σε ομάδες μεγάλων πρωταθλημάτων, οι οποίοι διαθέτουν την εμπειρία και έχουν «ψηθεί» στο υψηλό επίπεδο. Ο Σερντάν Σακίρι με θητεία σε Μπάγερν, Ίντερ και τώρα στην Στόουκ Σίτι, ο Γκρανίτ Τζάκα στην Άρσεναλ, ο Στέφαν Λιχτστάινερ στην Γιουβέντους, ο Ρικάρντο Ροντρίγκεζ στην Μίλαν, ο Χάρις Σεφέροβιτς στην Μπενφίκα, ο Φάμπιαν Σερ στην Λα Κορούνια, ο Μανουέλ Ακαντζί στην Ντόρτμουντ, ο Βαλόν Μπεχράμι στην Ουντινέζε.
Από τα προκριματικά πέρασε ως 2η του ομίλου (όμως ισόβαθμη με την 1η) και μέσω μπαράζ, αλλά σε όλο τον προκριματικό γύρο έκανε μόνο μία ήττα κι αυτή εκτός έδρας από την πρωταθλήτρια Ευρώπης Πορτογαλία. Φιλοδοξίες υπάρχουν πολλές, όμως, με την Βραζιλία στον όμιλο, μάλλον περιορίζεται στο να παλέψει για την 2η θέση μαζί με τις άλλες δύο ομάδες. Κι αυτό στην συνέχεια πιθανότατα θα την φέρει απέναντι στην Γερμανία. Όπως και να έχει πάντως, η Ελβετία θέλει να εμφανιστεί στην Ρωσία ως η ήρεμη δύναμη του τουρνουά. Το αν το καταφέρει είναι ένα άλλο ζήτημα…
Υπέρ
Δύο στοιχεία είναι τα «ατού» της σημερινής Ελβετίας. Το δεμένο σύνολο με ισορροπία σε άμυνα και επίθεση, καθώς δεν δέχεται εύκολα γκολ πίσω και δείχνει αποτελεσματική μπροστά (9 νίκες σε 10 ματς στον προκριματικό όμιλο) και οι πιο «ψημένοι» παίκτες της σε σχέση με άλλες εποχές, καθώς διαθέτει πλέον αρκετούς ποδοσφαιριστές, που έχουν την εμπειρία των μεγάλων ομάδων, έχουν «ποτιστεί» στις υψηλές απαιτήσεις των μεγάλων πρωταθλημάτων και έχουν μάθει να λειτουργούν υπό πίεση και να ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις των κρίσιμων αγώνων.
Κατά
Μπορεί η Ελβετία να έκανε μόνο μια ήττα και αυτή εκτός έδρας από την πρωταθλήτρια Ευρώπης Πορτογαλία σε έναν -θεωρητικά εύκολο- προκριματικό όμιλο, ωστόσο από εκεί και πέρα δεν έχει δοκιμαστεί κόντρα σε μεγαθήρια. Στα «μείον» και το ότι κάποιοι βασικοί παίκτες προέρχονται από αποτυχημένη χρονιά, όπως ο Σακίρι που υποβιβάστηκε με την Στόουκ Σίτι και ο Σερ με την Λα Κορούνια, η Μίλαν του Ροντρίγκεζ έμεινε πάλι μακριά από τίτλους, ενώ ο Τζάκα δέχθηκε έντονη κριτική για τις αποτυχίες της Άρσεναλ και ο Σεφέροβιτς έχασε κάποια στιγμή την θέση του βασικού στην Μπενφίκα.
Προπονητής: Βλάντιμιρ Πέτκοβιτς (15/8/1963)
Από το 2014 που ανέλαβε την Εθνική, προερχόμενος από τον πάγκο της Λάτσιο, ο 55χρονος Βόσνιος τεχνικός προσπάθησε να αποβάλει την επί σειρά ετών νοοτροπία του αμυντικού ποδοσφαίρου και δεν έχει σταματήσει να δηλώνει πως η Ελβετία έπαψε να είναι «μικρή». Η αλήθεια είναι ότι έχει δημιουργήσει ένα συμπαγές σύνολο, με δεμένες τις γραμμές, κι αυτό φάνηκε στα προκριματικά, όπου έκανε μόνο μία ήττα, αλλά και μια ομάδα που ξέρει να φτάνει στο γκολ, δεν αρκείται μόνο σε παθητικούς ρόλους (23-7 τα τέρματα στον προκριματικό όμιλο). Ο Πέτκοβιτς γνωρίζει άριστα το ελβετικό ποδόσφαιρο, αφού έχει θητεύσει σε μια σειρά από ελβετικές ομάδες (Μπελιντζόνα, Λουγκάνο, Γιουνγκ Μπόις, Σιόν) και ξέρει να διαχειρίζεται τις -όχι και λίγες- ιδιοτροπίες των βασικών ποδοσφαιριστών του.
Αστέρι: Γκρανίτ Τζάκα (27/9/1992)
Ο 25χρονος μέσος καταφέρνει και στρέφει συχνά τα «φώτα» πάνω του, είτε με τις αδιαμφισβήτητες ποδοσφαιρικές ικανότητές του είτε με την συμπεριφορά του. Παίζοντας μπροστά από την άμυνα, δεσπόζει στην μεσαία γραμμή της Ελβετίας με την γεμάτη δύναμη παρουσία του και τον ρυθμό που δίνει στο παιχνίδι, έχει εξελιχθεί και σε «εξπέρ» στις ασίστ, όμως έχει μια τάση προς την επιπολαιότητα, είναι επιρρεπής στα νεύρα και στις αποβολές (11 στην μέχρι τώρα καριέρα του), ενώ έχει κατηγορηθεί και για ρατσιστική συμπεριφορά. Βασικός στην Γκλάντμπαχ παλαιότερα, βασικότατος στην Άρσεναλ από το 2016, είναι από τους παίκτες που εμπιστεύτηκε ο Βενγκέρ, ωστόσο αρκετές φορές έγινε ο… αποδιοπομπαίος τράγος στις αποτυχίες των «κανονιέρηδων». Δεν είναι απίθανο να αποτελέσει ένα από τα πρόσωπα του Μουντιάλ, είτε με τις αδιαμφισβήτητες ικανότητές του είτε με την επιπόλαιη συμπεριφορά του.
Ποδοσφαιρικά η Σερβία θεωρείται (και από την FIFA) η «διάδοχος» και η συνέχεια της Γιουγκοσλαβίας και της μεγάλης των «πλάβι» σχολής. Το παρελθόν λοιπόν ένδοξο, όμως η σύγχρονη εποχή ελάχιστα το θυμίζει. Ταλέντο πάντα υπάρχει, αλλά εδώ και χρόνια η Σερβία αδυνατεί να το… κάνει ομάδα. Αυτή την διετία που έδειξε να το καταφέρνει, ήρθαν άλλα να εμφανιστούν και να γυρίσουν ανάποδα το όλο οικοδόμημα. Αμέσως μετά την πρόκριση στα τελικά του Παγκοσμίου Κυπέλλου η Ομοσπονδία απέλυσε τον προπονητή!
Ο Σλάβολιουμπ Μούσλιν κατάφερε στον προκριματικό γύρο να παρουσιάσει ένα δεμένο σύνολο, που γνώρισε μόνο μία ήττα, πήρε την 1η θέση στον όμιλο και πέτυχε τον στόχο, που ήταν η απευθείας πρόκριση. Όμως, αμέσως μετά άρχισαν οι πιέσεις από την Ομοσπονδία για να καλέσει κάποιους νέους ποδοσφαιριστές. Ο έμπειρος και πετυχημένος Μούσλιν αντέδρασε και δεν δέχθηκε υποδείξεις στην δουλειά του και ο πρόεδρος της Ομοσπονδίας του έδειξε την «πόρτα της εξόδου». Αντικαταστάτης ως υπηρεσιακός προπονητής ορίστηκε ο μέχρι τότε βοηθός του, Μλάντεν Κρστάιτς. Και επειδή ουδέν μονιμότερον του προσωρινού, μετά από δύο μήνες, όπου ο Κρστάιτς έκανε τα «χατίρια» της Ομοσπονδίας, πέτυχε και μια «φιλική» νίκη επί της Κίνας, ανακοινώθηκε η… μονιμοποίησή του!
Κάτω από αυτές τις συνθήκες, τα αγωνιστικά δείχνουν να έχουν περάσει σε δεύτερη μοίρα. Ως Σερβία δεν έχει καταφέρει ποτέ να περάσει από τους ομίλους στην επόμενη φάση και η λογική λέει ότι τώρα θα παλέψει με την Ελβετία και την Κόστα Ρίκα για την 2η θέση, πίσω από την Βραζιλία. Αν οι αναμφισβήτητα ταλαντούχοι παίκτες αφήσουν πίσω τον γνωστό αγωνιστικό εγωισμό τους, αν «δεθούν» μέσα στο γήπεδο οι «παλιοσειρές» με τους νέους, αν δεν συμβούν άλλα απρόοπτα εκρηκτικά επεισόδια και υποχωρήσουν οι έριδες και αν ο Κρστάιτς, στην πρώτη θητεία του ως πρώτος προπονητής μιας ομάδας, αποδειχθεί ικανός, τότε η Σερβία μπορεί να τα καταφέρει. Όμως είναι πολλά τα «αν»…
Υπέρ
Οι γεμάτοι ταλέντο ποδοσφαιριστές, παλιοί και νέοι. Ως γνήσιοι «πλάβι», οι παίκτες της Εθνικής Σερβίας ξέρουν «μπάλα». Και με όλα αυτά που έχουν γίνει στην Εθνική ομάδα τους, αυτό δεν αποτελεί απλώς ένα «ατού», αλλά δείχνει να είναι η όαση μέσα στην έρημο. Όλο το φορτίο έχει πέσει πάνω στις δικές τους πλάτες. Κατά
Ο αρχάριος προπονητής και η αστάθεια της αμυντικής γραμμής αποτελούν τις πιο «χτυπητές» αδυναμίες. Επίσης το γεγονός ότι είναι η ομάδα που θα αντιμετωπίσει την Βραζιλία στην 3η και τελευταία αγωνιστική του ομίλου, μπορεί να αποδειχθεί καταδικαστικό, αν η «σελεσάο» δεν έχει εξασφαλίσει την πρόκριση.
Προπονητής: Μλάντεν Κρστάιτς (4/3/1974) Βρέθηκε από το… πουθενά στον πάγκο της Εθνικής και με την πρόκριση στα τελικά του Μουντιάλ ήδη δεδομένη. Ο 44χρονος τεχνικός, παλαίμαχος διεθνής άσος και βοηθός προπονητή στα προκριματικά, ανέλαβε ως υπηρεσιακός τον περασμένο Οκτώβριο, αμέσως μετά την απόλυση του Μούσλιν και σε δύο μήνες μονιμοποιήθηκε. Στα φιλικά που έδωσε η ομάδα, άλλαξε την αγωνιστική «συνταγή» του προκατόχου του και από 3-4-3 το γύρισε στο 4-3-3. Χωρίς καμία άλλη εμπειρία ως πρώτος προπονητής σε ομάδα, αποτελεί για τον Κρστάιτς ένα προσωπικό «στοίχημα» αυτή η ευκαιρία που του δόθηκε. Το αν καταφέρει να παρουσιάσει το ίδιο αξιόμαχο σύνολο με αυτό που είχε δημιουργήσει ο Μούσλιν, είναι άλλο ζήτημα.
Αστέρι: Νεμάνια Μάτιτς (1/8/1988)
Ο 29χρονος αμυντικός μέσος της Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ, με τριετή θητεία και στην Τσέλσι, αποτελεί τον παίκτη «κλειδί» της Εθνικής Σερβίας. Από την δική του απόδοση εξαρτώνται πολλά, καθώς είναι ο συνδετικός κρίκος άμυνας και επίθεσης. Μπορεί να στερείται ταχύτητας, ωστόσο διαθέτει τόσα άλλα χαρίσματα που τον καθιστούν ρυθμιστή του παιχνιδιού και με ύψος 1,94 γίνεται ασυναγώνιστος και στις εναέριες μονομαχίες.
Με παρακαταθήκη την εκπληκτική εμφάνιση στο προηγούμενο Μουντιάλ, όπου έφτασε έως τα προημιτελικά, περνώντας μάλιστα ως 1η και αήττητη από όμιλο «μπετόν» με τρεις πρώην παγκόσμιες πρωταθλήτριες (Ουρουγουάη, Ιταλία, Αγγλία) και τελικά αποχώρησε χωρίς να γνωρίσει ήττα στην διοργάνωση (αποκλείστηκε στα πέναλτι από την Ολλανδία), η Κόστα Ρίκα έχει κάθε δικαίωμα να ονειρεύεται και πάλι το καλύτερο δυνατό. Η αλήθεια είναι ότι αρκετά θυμίζουν το 1990, τότε που πραγματοποίησε την «παρθενική» εμφάνιση της στα τελικά ενός Παγκοσμίου Κυπέλλου. Και τότε βρέθηκε στον ίδιο όμιλο με την Βραζιλία και πολλοί πίστεψαν ότι θα γίνει ο «σάκος του μποξ», όμως οι «Los Ticos» όχι μόνο δεν επέτρεψαν στους αντιπάλους τους να «πάρουν αέρα», αλλά προκρίθηκαν στην επόμενη φάση ως 2οι, αποκλείοντας Σουηδία και Σκωτία. Προπονητής της σήμερα είναι ένας βασικότατος ποδοσφαιριστής εκείνης της Εθνικής ομάδας, ο Όσκαρ Ραμίρεζ.
Στη ζώνη της CONCACAF (Βόρεια, Κεντρική Αμερική & Καραϊβική) έχει εκτοπίσει προ πολλού ομάδες όπως ο Καναδάς, η Κούβα και η Τζαμάικα και πλέον άφησε πίσω της και την ομάδα των ΗΠΑ, με αποτέλεσμα να υποστηρίζουν πολλοί πως είναι η ανερχόμενη δύναμη της περιοχής. Όμως, από την άλλη, σε αυτή την ποδοσφαιρική ζώνη της FIFA μοναδική παραδοσιακή δύναμη είναι το Μεξικό και, ως εκ τούτου, οι ομάδες αυτές δεν δοκιμάζονται στα δύσκολα κι έτσι πάντα αποτελούν ένα ερωτηματικό ενόψει του Μουντιάλ. Το διαχρονικό χαρακτηριστικό της Κόστα Ρίκα είναι ότι έχει πάντα παίκτες μαχητές, που παίζουν με αυταπάρνηση για την Εθνική ομάδα τους και από την άλλη δεν στηρίζεται στο αντιποδόσφαιρο, στοιχείο που την κάνει σε κάθε διοργάνωση να κερδίζει την συμπάθεια του κόσμου. Σίγουρα αυτά τα δύο χαρακτηριστικά θα τα παρουσιάσει και στα γήπεδα της Ρωσίας. Αρκεί όμως αυτό;… Στα δύο ματς με τις ΗΠΑ, όπου νίκησε 4-0 εντός και 2-0 εκτός, έδειξε ότι διαθέτει και καλή ομάδα. Ωστόσο, το ερώτημα παραμένει αν είναι τόσο καλή ώστε να προχωρήσει πέρα από τους ομίλους. Το σίγουρο είναι πως θα συμβεί και τώρα ό,τι έχει συμβεί στο παρελθόν. Όποιος την υποτιμήσει θα το «πληρώσει».
Υπέρ
Σε όσες διοργανώσεις έλαβε μέρος η Κόστα Ρίκα, οι ποδοσφαιριστές της αποδείχθηκαν μαχητές. Τα δίνουν όλα μέσα στο γήπεδο, τρέχουν ακατάπαυστα, δεν κάνουν «εκπτώσεις» και το έχουν αποδείξει. Ως φιλοσοφία αρνούνται διαχρονικά και πεισματικά το αντιποδόσφαιρο, αν και κάποιες φορές το έχουν πληρώσει. Η περασμένη διοργάνωση και η εκπληκτική πορεία που είχαν, τους έχει δώσει και αυτοπεποίθηση. Κατά
Όταν τελείωσαν τα προκριματικά και άρχισαν οι φιλικοί αγώνες προετοιμασίας, τότε φάνηκαν και τα μειονεκτήματα της ομάδας, με πιο «χτυπητό» αυτό της αμυντικής λειτουργίας. Ήττες από την Τυνησία και την Ουγγαρία, νίκη με 1-0 επί της Σκωτίας και, όταν βρέθηκε απέναντι σε μια υπερδύναμη, την Ισπανία, φορτώθηκε με ένα «βαρύ» 5-0. Έκτοτε ο Ραμίρες δουλεύει πυρετωδώς στο αμυντικό κομμάτι, αλλά είναι αμφίβολο το αν προλαβαίνει.
Αστέρι: Κέιλορ Νάβας (15/8/1986)
Ο ηγέτης της Κόστα Ρίκα ήταν από τους παίκτες που «έλαμψαν» στο προηγούμενο Παγκόσμιο Κύπελλο και από τους κορυφαίους τερματοφύλακες της διοργάνωσης. Εκείνες οι εμφανίσεις του τον οδήγησαν στην Ρεάλ Μαδρίτης ως αντικαταστάτης του Ίκερ Κασίγιας. Μπορεί να αμφισβητείται η ικανότητά του για τέτοιο υψηλό επίπεδο και κατά καιρούς να αναζητείται (χωρίς αποτέλεσμα) μια άλλη λύση, όμως το γεγονός είναι πως όλα αυτά τα χρόνια παραμένει ο βασικός πορτιέρε και σε μια εποχή που ήδη χαρακτηρίζεται «χρυσή» για την Ρεάλ, με τις απανωτές κατακτήσεις του Champions League. Κι αν οι Μαδριλένοι δεν νιώθουν και τόσο σίγουροι για την εστία τους, οι Κοσταρικανοί τον λατρεύουν και νιώθουν απόλυτη σιγουριά με τον 31χρονο Νάβας κάτω από τα γκολπόστ. Άλλωστε, είναι ο πιο πετυχημένος ποδοσφαιριστής τους στην ιστορία.
Προπονητής: Όσκαρ Ραμίρες (8/12/1964)
Υπήρξε από τους κορυφαίους ποδοσφαιριστές της Κόστα Ρίκα και από αυτούς που την οδήγησαν το 1990 για πρώτη φορά στα τελικά Παγκοσμίου Κυπέλλου. Τώρα κλήθηκε να την οδηγήσει εκεί και ως προπονητής και το κατάφερε. Ο 53χρονος τεχνικός, με προϋπηρεσία μόνο εντός συνόρων, αλλά στις δύο κορυφαίες ομάδες της χώρας, ανέλαβε το 2015 και έχει δημιουργήσει ένα συμπαγές και γρήγορο σύνολο, στηριζόμενος αρχικά στους παλιούς και έμπειρους παίκτες και στη συνέχεια εμπλουτίζοντας τον κορμό και με νεότερα στελέχη. Στα προκριματικά έδειξε ότι η ομάδα του έχει αρετές, αλλά οι ήττες σε πρόσφατα φιλικά χτύπησαν «καμπανάκια κινδύνου».
Αφετηρία της παράστασης «Δύο ή τρία πράγματα που ξέρω γι’ αυτόν» είναι η προσέγγιση του ρόλου του πατέρα και του αποτυπώματος που αφήνει στις επόμενες γενιές.
Η Νιούκαστλ επέστρεψε στις νίκες μετά από τρεις αγωνιστικές καθώς πέρασε με 3-1 από την έδρα της Μπέρνλι. Η Τσέλσι δεν πήρε τρίποντο για τρίτη αγωνιστική