Το ελάφι (Cervus elaphus) µαζί µε το ζαρκάδι (Capreolus capreolus) και το πλατώνι (Dama dama), είναι τα µοναδικά είδη ελαφίδων που η παρουσία τους είναι επιβεβαιωµένη κατά τους ιστορικούς χρόνους στον ελλαδικό χώρο.

Το ελάφι ζούσε κάποτε σε ολόκληρη σχεδόν την ηπειρωτική Ελλάδα. Μέσα σε λίγες δεκαετίες οι πληθυσµοί του συρρικνώθηκαν σε τέτοιο βαθµό ώστε το είδος βρέθηκε στην κατηγορία των απειλούµενων ζώων της χώρας.

Στα τέλη του 20ού αιώνα τα ελάφια περιορίστηκαν στη χερσόνησο της Σιθωνίας, στην ορεινή περιοχή της Ροδόπης και στην Πάρνηθα. Μικροί αριθµοί φυλάσσονταν επίσης σε λίγα εκτροφεία.

Την δεκαετία του ’90 ο πληθυσµός των ελαφιών της Σιθωνίας αφανίστηκε εξαιτίας της διάνοιξης ορεινών δρόµων που διευκόλυναν το έργο των λαθροκυνηγών. Ο προστατευµένος πληθυσµός της Πάρνηθας είναι σήµερα ο πιο ακµαίος της χώρας.

Παλαιοντολογικά ευρήµατα αλλά και αναφορές περιηγητών για την ύπαρξη ελαφιών στην ευρύτερη περιοχή της Αττικής , τεκµηριώνουν τη διαχρονική παρουσία τους κατά τους προϊστορικούς και ιστορικούς χρόνους. Όταν το 1908 εισήχθησαν λίγα ελάφια από τη Δανία στο βασιλικό κτήµα του Τατοϊου δεν είναι βέβαιο ότι ο γηγενής πληθυσµός ελαφιών είχε ήδη εξαφανιστεί. Ακολούθησαν και άλλες εισαγωγές ελαφιών κατά τη διάρκεια του 20ου αιώνα από τη Δανία αλλά κυρίως από τις γύρω γειτονικές βαλκανικές χώρες. Σύµφωνα πάντως µε κάποιους µελετητές, όλα τα ζώα θεωρείται ότι ανήκουν στο ίδιο υποείδος µε το ελληνικό (Cervus elaphus hippelaphus).

Το κόκκινο ελάφι είναι το µεγαλύτερο φυτοφάγο ζώο της Ελλάδας. Ως αναπόσπαστο στοιχείο της ελληνικής φύσης µπορεί να παίξει ουσιαστικό ρόλο στη διαµόρφωση και την εξέλιξη των οικοσυστηµάτων, ειδικά στις µέρες µας όπου η ελεύθερη κτηνοτροφία σταδιακά εγκαταλείπεται.

Ως φυσικός βοσκητής, έπαιζε πάντα σηµαντικό ρόλο στη βάση της τροφικής πυραµίδας. Μεγάλα αρπακτικά και γύπες –που σήµερα απειλούνται επίσης µε εξαφάνιση-θα µπορούσαν να στηρίζουν την επιβίωσή τους στην ύπαρξη των ελαφιών.

Επιπτώσεις ανθρώπινων δραστηριοτήτων στον πληθυσµό των ελαφιών

Το λαθραίο κυνήγι είναι η κύρια αιτία που περιορίζει την εξάπλωση του είδους στη χώρα. Η απώλεια βιοτόπων εξαιτίας της εντατικοποίησης της γεωργίας και της επέκτασης των οικιστικών εκτάσεων περιορίζει τα διαθέσιµα ενδιαιτήµατα για το είδος ενώ εµποδίζει και τη φυσική διασπορά του σε νέους βιότοπους. Εγκαταλελειµµένα σκυλιά οδηγούνται συχνά στην απελπισµένη επιλογή θήρευσης ελαφιών στην περιοχή του Εθνικού Δρυµού Πάρνηθας.

Επιστημονικό όνομα: Cervus elaphus

Κοινό όνομα: Κόκκινο Ελάφι ή Ελάφι

Περιγραφή: Αρσενικό με κέρατα που απορρίπτονται κάθε χρόνο (κλαδοκέρατα).Και τα δύο φύλλα έχουν μια φαιοκίτρινη κηλίδα γύρω από την ουρά ( κατόπτρο),Στα άλλα δύο ελαφοειδή της Ελλάδας: το ζαρκάδι και το πλατώνι η κηλίδα αυτή είναι λευκωπή.

Βάρος: Αρσενικό 75-340 κιλά,θηλυκό 56-254 κιλά (ανάλογα με το υποείδος)

Προσδόκιμο ζωής: Έως 27 χρόνια αν και τα περισσότερα ζώα ζουν λιγότερα από 15 χρόνια.

Τροφή: Θεωρείται μικρός βοσκητής, τρέφεται δηλαδή τόσο με κλαδιά και φύλλα δένδρων όσο και με διάφορες πόες.

Βιότοπος: Τα διάφορα υποείδη του κόσμου εμφανίζονται σε μια μεγάλη ποικιλία βιοτόπων.Τα ελάφια στην Ελλάδα είναι, κατά κύριο λόγο,δασόβια.

Πληθυσμοί στην Ελλάδα: Ο πιο ακμαίος πληθυσμός βρίσκεται στον Εθνικό Δρυμό Πάρνηθας. Μικρός πληθυσμός βρίσκεται στη Ροδόπη, κοντά στα σύνορα με τη Βουλγαρία. Ζώα που έχουν προέλθει από τον πληθυσμό της Πάρνηθας έχουν μεταφερθεί στα κρατικά εκτροφεία: Κοζάνης, Χρυσοπηγής Σερρών, Μονής Αγάθωνος Φθιώτιδας, Καλουσίου Πατρών. Από τα κρατικά εκτροφεία κατά καιρούς απελευθερώνονται ζώα σε ελεγχόμενες κυνηγετικές περιοχές με σκοπό τη θήρα. Εμπλουτισμός με λίγα ζώα έχει γίνει στην περιοχή Ραφταναίων-Πραμάντων Ηπείρου, ενώ μια σειρά άλλων ανεπίσημων απελευθερώσεων ή διατήρησης ελαφιών σε αιχμαλωσία από ιδιώτες αναφέρονται για διάφορες περιοχές της χώρας.

Εξάπλωση στον κόσμο

Το κόκκινο ελάφι έχει μια ευρεία εξάπλωση στον πλανήτη που εκτείνεται από την Ευρώπη και τη βόρεια Αφρική μέχρι την κεντρική Ασία, Σιβηρία, Άπω Ανατολή και βόρεια Αμερική. Οι πληθυσμοί της Σιβηρίας, της Άπω Ανατολής και της Αμερικής θεωρείται ότι ανήκουν σε άλλο είδος. Έχει εισαχθεί από τον άνθρωπο σε διάφορα ακόμη μέρη του κόσμου (Λατινική Αμερική, Ωκεανία). Εμφανίζεται από το ύψος της θάλασσας έως πάνω από τα δένδρο όρια (c.2.500 µ.) των Άλπεων.

Οι νεότερες έρευνες υποστηρίζουν ότι τα σημερινά ελάφια κατάγονται από κοινούς προγόνους που βρίσκονταν στην περιοχή του Κιργιστάν και της βόρειας Ινδίας και έχουν δώσει δύο διακριτές ομάδες. Αυτές διαχωρίστηκαν περίπου 7 εκατοµµύρια χρόνια και σήμερα θεωρούνται από πολλούς ερευνητές ως διαφορετικά είδη. Το ανατολικό είδος Cervus canadensis και το δυτικό είδος Cervus elaphus.

Το ανατολικό είδος εντοπίζεται στην περιοχή της Σιβηρίας, Άπω Ανατολής και στη βόρεια Αµερική. Μην ξεχνάµε ότι µεταξύ της βόρειας Αµερικής και της Σιβηρίας υπήρχε το χερσαίο πέρασµα του Βερίγγειου µέχρι µόλις 9.000 χρόνια πριν. Το δυτικό είδος µπορεί να διακριθεί σε τέσσερις υποοµάδες που εντοπίζονται σε αντίστοιχες γεωγραφικές περιοχές:

• Δυτική Ευρώπη

• Βαλκάνια

• ΜέσηΑνατολή

• Αφρική

Οι υποοµάδες απέκτησαν ιδιαίτερα χαρακτηριστικά όταν οι παγετώνες τις απομόνωσαν. Η ομάδα της ανατολικής Ευρώπης φαίνεται ότι είχε βρει καταφύγιο στα Βαλκάνια κατά την τελευταία παγετώδη περίοδο. Αυτό σημαίνει ότι ο πληθυσμός των Βαλκανίων έχει ιδιαίτερο γενετικό χαρακτήρα που τον διαχωρίζει από τις υπόλοιπες ομάδες.

Το ελάφι στη σύγχρονη ελληνική νοµοθεσία

Το ελάφι προστατεύεται κατά ένα µέρος από την ελληνική νοµοθεσία. Συγκεκριµένα: Ο Δασικός Κώδικας (Ν.Δ. 86/69-ΦΕΚ Α’7/18-1-1969) απαγορεύει το κυνήγι του ελαφιού καθώς και τη, χωρίς ειδική άδεια, διατήρηση σε αιχµαλωσία ή την εµπορική εκµετάλλευσή του. Η νοµοθεσία ωστόσο δεν λαµβάνει υπόψη ότι, σε αντίθεση µε πολλές ευρωπαϊκές χώρες όπου το είδος είναι κοινό, στην Ελλάδα είναι απειλούµενο µε εξαφάνιση και χαρακτηρίζεται ως κρισίµως κινδυνεύον.

Στο πλαίσιο των περιορισµών που θέτει η σύµβαση CITES για το διεθνές εµπόριο της άγριας ζωής, απαιτείται ειδική άδεια για την εισαγωγή, εξαγωγή, επανεισαγωγή, επανεξαγωγή και διακίνηση των ελαφιών. Σύµφωνα µε τη Σύµβαση Βέρνης (Σύµβαση για τη διατήρηση της άγριας ζωής και του φυσικού περιβάλλοντος της Ευρώπης, Π.Δ. 1335/83, ΦΕΚ 32/Α/13-3-83), το ελάφι περιλαµβάνεται στα «προστατευόµενα είδη πανίδας».

Το WWF Ελλάς για το Κόκκινο Ελάφι

Σε ειδική µελέτη µε τίτλο «Έρευνα Οικολογίας του Κόκκινου Ελαφιού στο Όρος Πάρνης» το WWF Ελλάς κατέγραψε τα σηµαντικότερα στοιχεία που αφορούν τον πληθυσµό της Πάρνηθας, τον ακµαιότερο πληθυσµό κόκκινου ελαφιού της χώρας.

Η µελέτη διήρκεσε τρία χρόνια (2007-2009) και κατέληξε, εκτός των άλλων, σε ένα ειδικό σχέδιο συστηµατικής παρακολούθησης των ελαφιών της Πάρνηθας καθώς και σε ένα σχέδιο δράσης για τα ελάφια της Ελλάδας γενικότερα.

Σύµφωνα µε τα αποτελέσµατα της έρευνας, το 2009 ο αριθµός των ελαφιών της Πάρνηθας δεν ξεπερνά τα 600 ζώα. Τα άτοµα αυτά διασπείρονται αδρά από τη λίµνη του Μαραθώνα στα ανατολικά έως το όρος Πάστρα στα δυτικά. Η χειµερινή περιοχή εξάπλωσής τους υπολογίζεται σε ~360.000 στρ., ενώ η πλειοψηφία των ζώων περιορίζεται το καλοκαίρι στα υψηλότερα σηµεία του βουνού (700-1.400 µ.) σε µια έκταση περίπου 44.500 στρ. Οι µεγαλύτερες συγκεντρώσεις των ελαφιών παρατηρούνται σε λίγες µόλις απομονωμένες θέσεις του ορεινού όγκου της Πάρνηθας µακριά από κάθε ανθρώπινη όχληση. Η αναλογία των αρσενικών – θηλυκών ελαφιών είναι σχεδόν 1:1. Ωστόσο, τα µισά περίπου ενήλικα θηλυκά ελάφια βρέθηκαν χωρίς νεογνά το καλοκαίρι του 2009.

Χαρακτηριστικό είναι ότι ο πληθυσµός αυτός δεν παρουσιάζει γεωµετρική αύξηση , συγκριτικά µε την απογραφή του 1994, όπως θα αναµενόταν για έναν πληθυσµό που δεν πιέζεται από φυσικούς θηρευτές (π.χ. λύκος, αρκούδα).

Για τη διατήρηση του υπάρχοντος πληθυσµού αλλά και την εξάπλωσή του είδους σε νέους βιότοπους πέρα από την Πάρνηθα, το WWF Ελλάς υποστηρίζει ότι είναι απαραίτητη,µεταξύ άλλων, η βελτίωση και εφαρµογή της σχετικής νοµ οθεσίας που αφορά στην εµπορία , τη θήρευση, τη διακίνηση, διατήρηση σε αιχµαλωσία και την απελευθέρωση των ζώων. Εξαιρετικά σηµαντική κρίνεται και η δηµιουργία ενός κέντρου περίθαλψης, χειρισµού και γενετικού ελέγχου των ζώων. Τέλος, απαιτείται η ευαισθητοποίηση της κοινής γνώµης και ιδιαίτερα των κατοίκων και επισκεπτών περιοχών όπου θα µπορούσαν να δηµιουργηθούν νέοι υποπληθυσµοί.

Η µελέτη µε τίτλο «Έρευνα Οικολογίας του Κόκκινου Ελαφιού στο Όρος Πάρνης» ξεκίνησε το 2007, στο πλαίσιο του προγράµµατος «Γνωρίζω – Συµµετέχω -Προστατεύω: Εθνικός Δρυµός Πάρνηθας » και στη συνέχεια εντάχθηκε στο πρόγραµµα «Το Μέλλον των Δασών», που εκπονείται από το WWF Ελλάς και συγχρηµατοδοτείται από τα Κοινωφελή Ιδρύµατα Ι.Σ. Λάτση, Α .Γ. Λεβέντη και Μποδοσάκη, καθώς και από τις εισφορές των υποστηρικτών της οργάνωσης. Για την εκπόνηση της µελέτης, η οργάνωση συνεργάστηκε µε το Τµήµα Βιολογίας του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστηµίου Αθηνών, τον Φορέα Διαχείρισης Εθνικού Πάρκου Πάρνηθας και το Δασαρχείο Πάρνηθας. Στην εκπόνηση της µελέτης συνεργάστηκαν και πολλοί άλλοι ειδικοί επιστήµονες, καθώς και αριθµός εθελοντών της οργάνωσης.

in.gr