«Λανθασμένες και εκκεντρικές» οι απόψεις περί στάσης πληρωμών ή εξόδου από ευρωζώνη
«Λανθασμένα και εκκεντρικά» χαρακτήρισε τα επιχειρήματα υπέρ εθελούσιας στάσης πληρωμών και εξόδου από την ευρωζώνη ο γενικός διευθυντής του ΙΟΒΕ, Ι.Στουρνάρας. Εξέφρασε την αισιοδοξία του ότι οι μεταρρυθμίσεις θα ολοκληρωθούν, η Ελλάδα θα επιστρέψει σε υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης και θα αποπληρώσει το χρέος. Συμφώνησε ότι η βασική δυσκολία έγκειται στη δυναμική του χρέους, σημειώνοντας όμως ότι κανείς δεν μπορεί να προεξοφλήσει την αντίδραση των αγορών σε δύο-τρία χρόνια. Αργά ή γρήγορα το δίλημμα θα είναι: περισσότερο ομοσπονδιακή Ευρωζώνη ή διάλυση του ευρώ, υπογράμμισε.
- Μετά τον Μπάιντεν και ο Κλίντον «καίει» τη Χάρις στο «παρά 5» των εκλογών
- Αυτό είναι το πρόσωπο ενός «βαμπίρ» 400 ετών από την Πολωνία
- Τα κρεβάτια-φέρετρα: Γιατί οι δυτικοευρωπαίοι τρύπωναν σε ξύλινα κουτιά τις νύχτες
- Μυστήριο στην υπόθεση της 75χρονης αγνοούμενης Σανίκο Τσαούσι - Όλα τα σενάρια ανοιχτά
«Λανθασμένα και εκκεντρικά» χαρακτήρισε τα επιχειρήματα υπέρ εθελούσιας στάσης πληρωμών και εξόδου από την ευρωζώνη (τα οποία επαναδιατύπωσε ο Ν.Ρουμπινί) ο καθηγητής και γενικός διευθυντής του ΙΟΒΕ, Ι.Στουρνάρας.
Εξέφρασε την αισιοδοξία του ότι η Ελλάδα θα ολοκληρώσει τις μεταρρυθμίσεις, επιστρέφοντας σε υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης και θα αποπληρώσει το χρέος της, μέσω και της αξιοποίησης της ακίνητης κρατικής περιουσίας.
Ο κ. Στουρνάρας συμφώνησε ότι η βασική δυσκολία στην εφαρμογή του προγράμματος προσαρμογής έγκειται στη δυναμική του χρέους σημειώνοντας όμως ότι κανείς δεν μπορεί να προεξοφλήσει την αντίδραση των αγορών σε δύο τρία χρόνια ιδιαίτερα αν η Ελλάδα έχει αλλάξει.
Σε κάθε περίπτωση, πρόσθεσε, η επιμήκυνση στην αποπληρωμή των δανείων της Ελλάδας είναι θετική.
Σε ό,τι αφορά τις εξελίξεις για τον μόνιμο μηχανισμό επίλυσης κρίσεων, αλλά και το μέλλον της ευρωζώνης ο κ. Στουρνάρας υπογράμμισε ότι αργά ή γρήγορα το δίλημμα που θα τεθεί είναι: περισσότερο ομοσπονδιακή Ευρωζώνη ή διάλυση του ευρώ.
Ειδικότερα ο καθηγητής Οικονομικών του Πανεπιστημίου Αθηνών και γενικός διευθυντής
του Ιδρύματος Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών (ΙΟΒΕ) Ι.Στουρνάρας
σε εκδήλωση του Ελληνοσουηδικού Επιμελητηρίου αναφερόμενος στην κρίση
και την αντίδραση της ελληνικής οικονομίας σχολίασε:
«Λανθασμένα και εκκεντρικά είναι τα επιχειρήματα που έχουν διατυπωθεί από διάφορους αναλυτές υπέρ μιας εθελούσιας στάσης πληρωμών και εξόδου της χώρας μας από την Ευρωζώνη και, εάν υιοθετούνταν, θα έθεταν την Ευρωζώνη σε κίνδυνο».
Τόνισε ότι «όσον αφορά στην Ελλάδα, πιστεύω ότι θα ολοκληρώσει τις μεταρρυθμίσεις, επιστρέφοντας έτσι σε υψηλούς ρυθμούς οικονομικής ανάπτυξης και θα αποπληρώσει το σύνολο του χρέους της, με αξιοποίηση και της μεγάλης ακίνητης κρατικής περιουσίας καθώς σήμερα, η χώρα έχει πνευματικά εύρωστες, αν και διάσπαρτες, δυνάμεις οι οποίες αναγνωρίζουν ότι πρέπει να γίνουν ριζικές αλλαγές στην οικονομική πολιτική, στις οικονομικές δομές, στους θεσμούς, στις κοινωνικές αξίες και συμπεριφορές».
Ο κ. Στουρνάρας σημείωσε ότι παρά τους αρχικούς φόβους πολλών ξένων αναλυτών, τα σκληρά δημοσιονομικά μέτρα, οι μεταρρυθμίσεις στην κοινωνική ασφάλιση και την αγορά εργασίας, το άνοιγμα των κλειστών επαγγελμάτων και των αγορών υλοποιούνται χωρίς γενικευμένη κοινωνική αναταραχή και μέχρι στιγμής, έχει αποδειχθεί ότι ο ελληνικός λαός είναι πιο υπεύθυνος, ευφυής και υπομονετικός «απ’ ότι είχαν αρχικά υποθέσει ορισμένοι αναλυτές».
Σημείωσε ότι, αναμφίβολα ο λαός είναι οργισμένος με το πολιτικό σύστημα και δείχνει τη δυσαρέσκειά του σε κάθε ευκαιρία, αλλά έχει ανεχθεί μεγάλες περικοπές στο διαθέσιμο εισόδημά του, οι οποίες, σε ορισμένες περιπτώσεις, φτάνουν το 20% κατά το τρέχον έτος, γνωρίζοντας ότι δεν υπάρχει εναλλακτική λύση.
«Ωστόσο» πρόσθεσε «θα πρέπει να τονιστεί ότι το πρόγραμμα προσαρμογής βρίσκεται ακόμη στην αρχή του και η απόσταση μέχρι το τέλος είναι μεγάλη. Στο πλαίσιο αυτό, οι κρίσιμοι παράγοντες επιτυχίας είναι η αντοχή, η ηγεσία, το όραμα, οι ικανότητες υλοποίησης και η σωστή κρίση».
Η βασική δυσκολία στην εφαρμογή του προγράμματος προσαρμογής έγκειται στη δυναμική του χρέους: ακόμα κι αν η Ελλάδα καταφέρει να μειώσει το έλλειμμα της γενικής κυβέρνησης κάτω του 3% του ΑΕΠ και να αποκαταστήσει το αντίστοιχο πρωτογενές πλεόνασμα σε ένα επίπεδο κοντά στο 6% του ΑΕΠ έως το 2014, το δημόσιο χρέος θα συνεχίσει να αυξάνεται σύμφωνα με τις παραδοχές του προγράμματος και τελικά θα σταθεροποιηθεί περίπου στο 155% του ΑΕΠ (μετά την πρόσφατη συμπερίληψη των χρεών των ελλειμματικών Δημοσίων Επιχειρήσεων και Οργανισμών), πριν αρχίσει να αποκλιμακώνεται.
Αυτό όμως, όπως εξήγησε ο κ. Στουρνάρας, είναι ένα επίπεδο σημαντικά υψηλότερο σε σύγκριση με το επίπεδο που καταγράφηκε στην έναρξη της προσπάθειας προσαρμογής.
Ως εκ τούτου, το κρίσιμο ερώτημα είναι αν οι χρηματοπιστωτικές αγορές θα επιδείξουν αρκετή διορατικότητα, ώστε να παράσχουν στην πλήρως μεταρρυθμισμένη ελληνική οικονομία την απαραίτητη αναχρηματοδότηση των σημαντικών δανειακών της αναγκών κατά την κρίσιμη περίοδο 2013-2015.
«Αν και ουδείς μπορεί να προεξοφλήσει την αντίδραση των χρηματοπιστωτικών αγορών δυο-τρία χρόνια από σήμερα, ιδιαίτερα μάλιστα αν επιτευχθούν οι στόχοι του προγράμματος προσαρμογής είναι ενθαρρυντικό ότι το πρόσφατο Συμβούλιο Υπουργών Οικονομικών (ECOFIN) κατέληξε στην επιμήκυνση της χρονικής διάρκειας του δανείου των 110 δισ. ευρώ από 5 στα 11 χρόνια, εφ’ όσον βέβαια ικανοποιηθούν οι δημοσιονομικοί στόχοι» είπε.
Έρευνες του ΙΟΒΕ που βρίσκονται σε εξέλιξη δείχνουν ότι υπάρχουν σημαντικές και ανεκμετάλλευτες πηγές ανάπτυξης, όπως: περικοπή αμυντικών δαπανών υπό το φως της βελτίωσης των ελληνοτουρκικών σχέσεων, περιστολή των δημοσίων δαπανών για την υγεία μέσα από την εισαγωγή λογιστικών βιβλίων, επαγγελματικής διαχείρισης και πληροφοριακών συστημάτων στα κρατικά νοσοκομεία, εκτεταμένες ιδιωτικοποιήσεις και μακροχρόνιες μισθώσεις μεγάλων εκτάσεων γης υψηλής αξίας, που, για ιστορικούς λόγους, ανήκουν στο κράτος.
Ακόμη το ΙΟΒΕ στα θετικά για την βελτίωση της οικονομικής κατάστασης της χώρας καταγράφει την απελευθέρωση των κλειστών επαγγελμάτων και των αγορών, την ελάττωση του διοικητικού βάρους με την κατάργηση των ποικίλων εμποδίων που το δημόσιο επιβάλλει στην επιχειρηματικότητα, την εφαρμογή συμβάσεων παραχώρησης, καθώς και συμπράξεων δημόσιου και ιδιωτικού τομέα προκειμένου να προσελκυσθούν εγχώρια και ξένα κεφάλαια για έργα υποδομής ιδιαίτερα στις μεταφορές και στην ενέργεια, καθώς και την υιοθέτηση πρακτικής και, κυρίως, νοοτροπίας «fast track» για όλες τις ιδιωτικές επενδύσεις και το ΕΣΠΑ.
«Περισσότερο ομοσπονδιακή Ευρωζώνη ή διάλυση του ευρώ;»
Όπως σημείωσε ο κ. Στουρνάρας «η ελληνική οικονομική κρίση μπορεί να ήταν η πρώτη που ξέσπασε στην ευρωζώνη, αλλά, όπως έδειξαν οι εξελίξεις, δεν είναι η μόνη. Σε αυτό το πλαίσιο, η Ελλάδα ενήργησε ως «μαμή της ιστορίας» με την έννοια ότι το πρόβλημά της κατέδειξε ότι μια νομισματική ένωση μεταξύ δομικά διαφορετικών κρατών-μελών δεν μπορεί να διατηρηθεί χωρίς ένα μόνιμο και αποτελεσματικό μηχανισμό επίλυσης κρίσεων και μια αποτελεσματική οικονομική διακυβέρνηση.»
«Ο Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας, (EFSF), ο οποίος ιδρύθηκε ως απόρροια της ελληνικής κρίσης και, ιδιαίτερα, η απόφαση του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου για τη μετατροπή του σε ένα μόνιμο μηχανισμό, ζήτημα που θα εξειδικευθεί στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του Δεκεμβρίου του τρέχοντος έτους, αποτελούν βήματα προς την ορθή κατεύθυνση.»
»Αυτός ο μόνιμος μηχανισμός πρέπει να έχει τη μορφή ενός Ευρωπαϊκού Νομισματικού Ταμείου, η δε αρχιτεκτονική του πρέπει να είναι παρόμοια με αυτή του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου» σημείωσε ο κ. Στουρνάρας.
Εξήγησε ότι εκείνοι που φοβούνται ότι ένας τέτοιος μηχανισμός θα μπορούσε να μετατρέψει την Ευρωζώνη σε ένα μηχανισμό μεταβίβασης πόρων μεταξύ των κρατών-μελών της, θα πρέπει να είναι ήσυχοι ότι αυτό δεν θα συμβεί, με την εφαρμογή ταυτόχρονων αλλαγών στη Συνθήκη και στο Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης.
Επίσης, οι φόβοι που διατυπώνονται ότι αν γενικευθεί η κρίση και στις λοιπές χώρες-μέλη της ευρωζώνης του Ευρωπαϊκού Νότου δεν θα επαρκούν οι πόροι για τη διάσωση και των χωρών αυτών, μπορεί να διασκεδαστούν με το επιχείρημα ότι το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών της Ευρωζώνης είναι μηδενικό, δηλαδή τα ελλείμματα του Νότου είναι περίπου ίσα με τα πλεονάσματα του Βορρά, ενώ και τα θεμελιώδη μεγέθη της Ευρωζώνης συνολικά είναι υγιή.
Όπως υποστήριξε ο κ. Στουρνάρας, οι ηγέτιδες δυνάμεις και οι θεσμοί της Ευρωζώνης βρίσκονται σήμερα αντιμέτωπες με την μεγαλύτερη πρόκληση από τη δημιουργία του ευρώ και αργά ή γρήγορα το δίλημμα που θα τεθεί είναι: περισσότερο ομοσπονδιακή Ευρωζώνη ή διάλυση του ευρώ.
«Πιστεύω ότι οι ηγέτιδες δυνάμεις της Ευρωζώνης, δρώντας ορθολογικά και λαμβάνοντας υπόψη το βασικό άξονα της εξωτερικής τους πολιτικής μετά το τέλος της δεκαετίας του ’50 που είναι η ολοένα και μεγαλύτερη ευρωπαϊκή ολοκλήρωση, θα επιλέξουν το πρώτο, ενδεχομένως με ενισχυμένη τη θέση της Γερμανίας στο ευρωπαϊκό γίγνεσθαι» είπε ο κ. Στουρνάρας.
Εκ μέρους του ΔΣ του Ελληνο-Σουηδικού Επιμελητηρίου ο κ. Μαρινάκης ανέφερε ότι «δεν είναι δυνατόν να υπάρξει ανάκαμψη, χωρίς να διορθωθούν οι χρόνιες παθογένειες της οικονομίας μας και της κοινωνίας μας και κατά συνέπεια χωρίς την αποκατάσταση της αξιοπιστίας της χώρας διεθνώς. Για το λόγο αυτό πιστεύουμε ότι τα μέτρα που έχουν ληφθεί, έστω και ως αναγκαίο κακό, είναι προς τη σωστή κατεύθυνση. Δεν γνωρίζουμε όμως κατά πόσο στη δοσολογία τους είναι επαρκή οικονομικά και κοινωνικά για την έξοδο της χώρας από την κρίση».
«Κατά τη γνώμη μας χρειάζεται μία συνεπής μεταρρυθμιστική πολιτική για την αποκατάσταση της αξιοπιστίας της χώρας μας και παράλληλα μια ρεαλιστική, και σταθερή αναπτυξιακή οικονομική πολιτική ώστε να βγούμε από την κρίση και να υπάρξει ανάκαμψη με μόνιμο χαρακτήρα. Όλοι προσβλέπουμε σε μία τέτοια πολιτική από τη νέα διακυβέρνηση της χώρας μας που να κινεί την αγορά, να κινητροδοτεί την ανάπτυξη χωρίς όμως κοινωνική εξαθλίωση και αναταραχή» πρόσθεσε ο κ. Μαρινάκης.
Σε ό,τι αφορά στις διμερείς σχέσεις αναφέρθηκε ότι από το 2007 έχει αναστραφεί το κλίμα και οι εμπορικές συναλλαγές των δύο χωρών μειώθηκαν σημαντικά. Ενδεικτικά αναφέρθηκε ότι για το 2008 και 2009 οι εξαγωγές της Σουηδίας προς την Ελλάδα μειώθηκαν κατά 2% και 14% αντίστοιχα, ενώ της Ελλάδος προς Σουηδία μειώθηκαν 10% και 24%. Για το 2010 φαίνεται να έχει σταθεροποιηθεί η κατάσταση με τάση βελτίωσης και για τις δύο χώρες.
Newsroom ΑΛΤΕΡ ΕΓΚΟ,ΑΠΕ-ΜΠΕ
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις