Θεσσαλονίκη: Αρτηριακή υπέρταση εμφανίζουν τουλάχιστον 2.500.000 Έλληνες. Η αρτηριακή υπέρταση αποτελεί το βασικότερο παράγοντα κινδύνου καρδιαγγειακών επεισοδίων και εμφραγμάτων του μυοκαρδίου καθώς και τον πρωταρχικό παράγοντα κινδύνου για την εμφάνιση αγγειακών εγκεφαλικών επεισοδίων και μία από τις κυριότερες αιτίες για την πρόκληση νεφρικής ανεπάρκειας.

Τα στοιχεία αυτά ανακοίνωσε ο αναπληρωτής καθηγητής Καρδιολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών Γρηγόριος Βυσσούλης, κατά τη διάρκεια του 4ου Ετήσιου Διεθνούς Συνεδρίου Καρδιολογίας, που πραγματοποιείται στη Θεσσαλονίκη.

«Σε άτομα άνω των 50 ετών η συστολική αρτηριακή πίεση είναι ισχυρότερος παράγοντας καρδιαγγειακού κινδύνου από τη διαστολική. Η συσχέτιση της αρτηριακής πίεσης με τη στεφανιαία νόσο είναι σταθερή, συνεχόμενη και ανεξάρτητη από τους άλλους παράγοντες κινδύνου.

Με αφετηρία τα 115/75 mmHg, ο καρδιαγγειακός κίνδυνος διπλασιάζεται με κάθε αύξηση της αρτηριακής πίεσης κατά 20/10 mmHg σε όλο το φάσμα των τιμών της», τόνισε ο κ. Βυσσούλης.

Παράλληλα συνέστησε τη χορήγηση αντιϋπερτασικής φαρμακευτικής αγωγής στα προ-υπερτασικά άτομα εφόσον συνυπάρχουν σακχαρώδης διαβήτης, βλάβες στα όργανα-στόχους ή άλλοι παράγοντες κινδύνου.

«Βασικό μέτρο πρόληψης για τους απλούς πολίτες είναι η μείωση του αλατιού στο φαγητό. Από κει και πέρα ο γιατρός οφείλει να ακολουθεί εξατομικευμένη φαρμακευτική θεραπεία, ανάλογα με την περίπτωση του κάθε ασθενούς. Η ομαλοποίηση της αρτηριακής πίεσης συνοδεύεται από μείωση των εγκεφαλικών επεισοδίων κατά 35-40%, του εμφράγματος μυοκαρδίου κατά 20-25% και της καρδιακής ανεπάρκειας κατά 50%. Επιπλέον, η αποτελεσματική αντιυπερτασική αγωγή μειώνει την προοδευτική έκπτωση των πνευματικών ικανοτήτων, που είναι περισσότερο συχνή στους υπερτασικούς», επισήμανε ο κ. Βυσσούλης.

Καπνιστές το 75% των υποβληθέντων σε by pass

Το 75% των ασθενών που υποβλήθηκαν σε by-pass στην Βορειοδυτική Ελλάδα είναι ενεργοί καπνιστές ενώ το 95% εμφανίζει υψηλή κακή χοληστερίνη το 40% υπέρταση. Επιπλέον, ένας στους δύο καπνιστές ξαναρχίζει το κάπνισμα αμέσως μετά το χειρουργείο, ενώ μόνο ένας στους δύο ασθενείς με αυξημένη χοληστερίνη λαμβάνει υπολιπιδαιμική αγωγή και απ’ αυτούς μόνο οι μισοί έχουν ικανοποιητικά επίπεδα κακής χοληστερόλης. Τα στοιχεία αυτά παρουσίασε στη διάρκεια του συνεδρίου ο επιστημονικός συνεργάτης της Καρδιολογικής Κλινικής του πανεπιστημιακού νοσοκομείου Ιωαννίνων, καρδιολόγος Αθανάσιος Παπαθανασίου,

«Σήμερα στην Ελλάδα πραγματοποιούνται κάθε χρόνο περίπου 5.000 επεμβάσεις by-pass και 10.000 αγγειοπλαστικές επεμβάσεις. Οι ασθενείς με by-pass θεωρούνται πολύ υψηλού κινδύνου, με αυξημένη καρδιαγγειακή θνητότητα και νοσηρότητα» ανέφερε ο κ. Παπαθανασίου. Πρόσθεσε ακόμη ότι η υπερλιπιδαιμία και η υπέρταση πρέπει να καταπολεμούνται συστηματικά, οι ασθενείς να διακόπτουν το κάπνισμα και εάν είναι υπέρβαροι να ενθαρρύνονται για την απώλεια σωματικού βάρους και για τη μείωση της αρτηριακής τους πίεσης. Τέλος συνέστησε να περιλαμβάνει η φαρμακευτική τους αγωγή, εκτός αντενδείξεων, την καθημερινή λήψη ασπιρίνης και στατίνης.

Νεότεροι παράγοντες κινδύνου στεφανιαίας νόσου

«Όπλο» στην φαρέτρα των γιατρών για την αντιμετώπιση των καρδιαγγειακών επεισοδίων αποτελεί ο εντοπισμός νεότερων παραγόντων κινδύνου που ευθύνονται για την εμφάνιση στεφανιαίας νόσου και αγγειακού εγκεφαλικού επεισοδίου. Όπως ανέφερε στη διάρκεια του συνεδρίου η υποδιευθύντρια της Α’ Καρδιολογικής Κλινικής και υπεύθυνη του λιπιδαιμικού ιατρείου του Ωνάσειου Καρδιοχειρουργικού Κέντρου, Γενοβέφα Κολοβού ένας τέτοιος παράγοντας είναι η πρωτεΐνη CRP.

«Στον άνθρωπο τα επίπεδα της CRP στο πλάσμα μπορούν να αυξηθούν απότομα έως και 1.000 φορές πάνω από τα φυσιολογικά επίπεδα, μετά από ένα οξύ φλεγμονώδες ερέθισμα. Τα τελευταία χρόνια πληθώρα μελετών έχουν συσχετίσει τη μικρή αύξηση των επιπέδων της CRP του πλάσματος με τον κίνδυνο ανάπτυξης καρδιαγγειακών νοσημάτων, μεταβολικού συνδρόμου και καρκίνου του εντέρου», επισήμανε η κυρία Κολοβού.

Παράλληλα, τόνισε ότι ακόμη ένας παράγοντας κινδύνου είναι ένα αμινοξύ, η ομοκυστεΐνη. Υπάρχουν αρκετές μελέτες που δείχνουν ότι η αυξημένη ομοκυστεΐνη του πλάσματος έχει αθηρογόνο και θρομβογόνο δράση.

Πρόσφατη μελέτη που έγινε από την Homocysteine Studies Collaboration και συμπεριλάμβανε 16.786 άτομα έδειξε ότι η αύξηση της ομοκυστεΐνης στο πλάσμα πάνω από το 25% των συνήθων τιμών, συσχετίζεται με μία αύξηση κατά 11% των στεφανιαίων επεισοδιών και 19% των αγγειακών εγκεφαλικών επεισοδίων.

Σύμφωνα με την κυρία Κολοβού σημαντικός παράγοντας κινδύνου για την ανάπτυξη καρδιαγγειακών νοσημάτων είναι και το ινωδογόνο, μία πρωτεΐνη που συντίθεται στο ήπαρ και είναι απαραίτητη για το σχηματισμό του θρόμβου. Tα επίπεδα της αυξάνονται σε διάφορες καταστάσεις, όπως φλεγμονή, εγκυμοσύνη, παχυσαρκία, κάπνισμα, αρτηριακή υπέρταση, μεγάλη ηλικία, σακχαρώδης διαβήτης και άλλες. Αντιθέτως, καταστάσεις όπως η άσκηση και η κατανάλωση αλκοόλ και ψαριών την ελαττώνουν.

health.in.gr