«Δε γνωρίζω κανένα άλλο σύμπτωμα πέρα από τα κωλικοειδή υποτροπιάζοντα κοιλιακά άλγη των παιδιών που να είναι τόσο σκοτεινά και ασαφούς αιτιολογίας». Έτσι έγραψε στις αρχές του προηγούμενου αιώνα ο διαπρεπής Aγγλος παιδίατρος G.F. Still. H περιγραφή αυτή εξακολουθεί να ισχύει, παρά τις προόδους που έχουν σημειωθεί στις διαγνωστικές δυνατότητες.

Από τον Αγγλο παιδίατρο Apley ορίζονται ως χρόνια κοιλιακά άλγη αυτά που υποτροπιάζουν τρεις φορές τουλάχιστο σε διάστημα τριών μηνών σε παιδιά ηλικίας 4-16 ετών και που τα άλγη έχουν τέτοια ένταση ώστε να επηρεάζουν τη φυσιολογική δραστηριότητα. Τονίζεται ότι μεταξύ των επεισοδίων οι ασθενείς είναι ασυμπτωματικοί.

Υποτροπιάζοντα ή χρόνια κοιλιακά άλγη (ΧΚΑ) εμφανίζουν περίπου 15% από τα παιδιά σχολικής ηλικίας. Η συχνότητα των ΧΚΑ κορυφώνεται στις ηλικίες 8-10 ετών, ενώ από πλευράς φύλου αφορούν περισσότερο τα κορίτσια με σχέση 1,5/1.

Τα άλγη αυτά είναι αποτέλεσμα:

α) οργανικής νόσου,

β) λειτουργικής διαταραχής ή

γ) ψυχικής διαταραχής.

Πιο συχνά είναι τα χρόνια κοιλιακά άλγη από λειτουργικό αίτιο, που παλαιότερα χαρακτηρίζονταν λαθεμένα ως ψυχογενή.

Η έκφραση του χρόνιου κοιλιακού άλγους, ανεξάρτητα από την αιτία που το προκάλεσε, επηρεάζεται τόσο από φυσικούς όσο και από ψυχολογικούς στρεσογόνους παράγοντες.

ΧΚΑ που δεν μεταβάλλεται σε χαρακτήρα, εντόπιση και διάρκεια το πιθανότερο οφείλεται σε οργανικά αίτια (δομική βλάβη). Μόνο όμως σε 10-15% από τα παιδιά με χρόνια κοιλιακά άλγη το αίτιο είναι οργανικό. Τα ΧΚΑ σε παιδιά κάτω των δύο ετών είναι οργανικά.

ΧΚΑ με χαρακτηριστικά που μεταβάλλονται είναι πιθανότερο να είναι λειτουργικά. Το παιδί με τέτοια άλγη πάσχει πραγματικά και όχι κατά φαντασία. Δεν είναι όμως διευκρινισμένος ο μηχανισμός με τον οποίο προκαλούνται αυτού του τύπου άλγη. Επικρατέστερη είναι η άποψη ότι οφείλονται σε διαταραχή της κινητικότητας του γαστρεντερικού συστήματος.

Τα χαρακτηριστικά των ΧΚΑ λειτουργικής αιτιολογίας περιλαμβάνονται στον πίνακα 3. Κύριοι εκπρόσωποι αυτού του τύπου χρόνιων αλγών είναι το σύνδρομο ευερέθιστου εντέρου και η λειτουργική δυσπεψία (επίμονα κοιλιακά άλγη στο επιγάστριο με ενδεχόμενα συνοδά ευρήματα το άλγος κατά τη σίτιση, τη ναυτία, τους εμετούς και το πρώιμο αίσθημα κορεσμού).

Τα τελευταία χρόνια η λειτουργική δυσπεψία διακρίνεται σε:

α) δυσπεψία τύπου γαστροοισοφαγικής παλινδρόμησης (οπισθοστερνικό καύσος, όξινες ερυγές),

β) δυσπεψία τύπου έλκους (εντοπισμένη υποτροπιάζουσα επιγαστραλγία, άλγος πείνας, άλγος που ανακουφίζεται με τη λήψη τροφής, άλγος που υποχωρεί με αντιόξινα) και

γ) δυσπεψία τύπου δυσκινησίας (δυσφορία στο επιγάστριο με τη λήψη τροφής, γρήγορο αίσθημα πληρότητας, ναυτία, ερυγές, εμετοί, αίσθημα μετεωρισμού).

Πίνακας 3. Χαρακτηριστικά των χρόνιων λειτουργικών κοιλιακών αλγών

  • Εντοπίζονται περιομφαλικά
  • Δεν αντανακλώνται σε άλλες θέσεις
  • Αφορούν την ηλικιακή ομάδα 4-16 ετών
  • Εχουν επεισοδιακό χαρακτήρα
  • Αρχίζουν βαθμιαία και κάθε επεισόδιο διαρκεί 1-3 ώρες
  • Συνοδεύονται από εκδηλώσεις του αυτόνομου νευρικού συστήματος (εφίδρωση, ωχρότητα, ναυτία εμετούς)
  • Δεν συσχετίζονται με τα γεύματα
  • Δεν διακόπτουν το νυχτερινό ύπνο
  • Δεν συνδυάζονται με παθολογικά ευρήματα από την κλινική εξέταση
  • Δεν συνδέονται με παθολογικά εργαστηριακά ευρήματα
  • Δεν αποτελούν προϊόν προσποίησης και ωφελιμισμού, ενδέχεται όμως να συνδυάζονται με ψυχικούς και περιβαλλοντικούς στρεσογόνους παράγοντες

Τα ΧΚΑ δεν πρέπει να αποδίδονται αβασάνιστα σε ψυχογενή αίτια. Προκειμένου να αποκαλυφθεί ενδεχόμενη ψυχολογική διαταραχή πρέπει να ερευνώνται επιμελώς η συμπεριφορά, η κοινωνικότητα και η απόδοση του παιδιού στο σχολείο, όπως επίσης οι συνθήκες που επικρατούν στην οικογένεια.

Στοιχεία που προσανατολίζουν στην κατεύθυνση νοσήματος είναι:

1) πολλά είδη σωματικών ενοχλήσεων,

2) σαφής μείωση της σχολικής απόδοσης,

3) σημεία κόπωσης,

4) διαταραχή ύπνου,

5) μειωμένη συγκέντρωση,

6) ακραίες συναισθηματικές εκδηλώσεις,

7) κατάθλιψη και

8) κατάθλιψη άλλων μελών της οικογένειας,

Τα ΧΚΑ αντιμετωπίζονται ανάλογα με το αίτιο τους. Μελέτες έδειξαν ότι οι οργανικές παθήσεις σπάνια υποδύονται λειτουργικές διαταραχές, ενώ τα κοιλιακά άλγη που διαγιγνώσκεται ότι οφείλονται σε λειτουργικά αίτια, σπάνια αποκαλύπτεται ότι υποκρύπτουν οργανικό νόσημα.

Ο πόνος υποχωρεί εντελώς στο 30-50% των ασθενών μέσα σε 2-6 εβδομάδες. Το γεγονός ότι ο πόνος υποχωρεί γρήγορα σε μεγάλο αριθμό παιδιών, υποδεικνύει ότι οι γονείς και το παιδί χρειάζεται να πεισθούν ότι ο πόνος δεν είναι οργανικός και ότι είναι αποτελεσματικές οι τροποποιήσεις στο περιβάλλον.

Μακροχρόνιες μελέτες έχουν δείξει, ότι το 30-50% των παιδιών με λειτουργικά κοιλιακά άλγη θα συνεχίσουν να εμφανίζουν πόνο και ως ενήλικοι, μολονότι στο 70% των ατόμων αυτών ο πόνος είναι ήπιος και δεν περιορίζει τη φυσιολογική δραστηριότητα. Παιδιά με λειτουργικά κοιλιακά άλγη αναπτύσσουν ως ενήλικοι σε ποσοστό 30% άλλες χρόνιες ενοχλήσεις, όπως κεφαλαλγία, οσφυαλγία, διαταραχή της εμμήνου ρύσεως.

Αντιμετώπιση του παιδιού με χρόνιο κοιλιακό άλγος

Τα χρόνια κοιλιακά άλγη αντιμετωπίζονται ανάλογα με το αίτιό τους. Στην πλειονότητα των περιπτώσεων δεν ανευρίσκεται σαφής αιτία, γεγονός που θέτει στους γονείς την υποψία μήπως το παιδί υποκρίνεται.

Είναι σημαντικό να τονισθεί ότι τα παιδιά με κοιλιακά άλγη από λειτουργικά αίτια, είναι χωρίς παθολογικά ευρήματα, πάσχουν όμως πραγματικά και πρέπει να αντιμετωπίζονται κάτω από αυτό το πρίσμα.

Όταν οι γονείς συνειδητοποιήσουν ότι το παιδί πονάει πράγματι, τότε η στάση τους απέναντι στο πρόβλημα μπορεί να έχει θετικά αποτελέσματα. Έτσι, οι γονείς θα πρέπει να ενθαρρύνουν το παιδί τους να συνεχίζει τις δραστηριότητές του μέσα και έξω από το σχολείο στο βαθμό που αυτό είναι εφικτό.Καλό θα είναι να αποφεύγονται οι ερωτήσεις για την εμφάνιση ή μη άλγους, όταν αυτό δεν αναφέρεται από το ίδιο το παιδί.

Αν και η αύξηση των φυτικών ινών στη διατροφή δεν φαίνεται να έχει σαφή επίδραση στην υποχώρηση του άλγους, συνιστάται να δίδεται με το σκεπτικό ότι τουλάχιστο δεν βλάπτει.

Στο χρόνιο άλγος από λειτουργικά αίτια, τα αναλγητικά και τα αντισπασμωδικά φάρμακα προσφέρουν μικρή βοήθεια. Οι ναρκωτικές ουσίες πρέπει να αποφεύγονται για το φόβο ενδεχόμενου εθισμού και εξάρτησης της πεπτικής οδού από μαχροχρόνια χρήση.

Σε ασθενείς με εικόνα δυσπεψίας τύπου έλκους, δοκιμάζονται αντιόξινα ή και Η2 αναστολείς για διάστημα 1-2 μηνών, ενώ σε ασθενείς με δυσπεπτικά ενοχλήματα τύπου δυσκινησίας χορηγούνται προκινητικά φάρμακα (μετοκλοπραμίδη, σισαπρίδη) που αυξάνουν την κινητικότητα της πεπτικής οδού.

Το χρόνιο άλγος από οργανικό αίτιο αναγνωρίζεται με κλινικά και εργαστηριακά κριτήρια και αντιμετωπίζεται συντηρητικά ή χειρουργικά ανάλογα με το αίτιο. Για παράδειγμα, όταν το ιστορικό δηλώνει ότι το παιδί δεν ανέχεται τη λακτόζη και ο εργαστηριακός έλεγχος το επιβεβαιώνει η λακτόζη αποκλείεται από τη διατροφή.

Η παρέμβαση του ψυχιάτρου πρέπει να γίνεται όταν ο παιδίατρος έχει αποκλείσει τα οργανικά και τα λειτουργικά αίτια και ακόμη έχει στοιχεία που να συνηγορούν για την ψυχογενή φύση των ΧΚΑ (πίνακας 3).

Περισσότερα από το 1/3 των παιδιών με ΧΚΑ συνεχίζουν να παραπονούνται για κοιλιακά άλγη και μετά από μια με δύο δεκαετίες.

Συμπέρασμα

Το χρόνιο κοιλιακό άλγος συνήθως οφείλεται σε λειτουργικά αίτια, πρέπει όμως να αποκλείονται τα οργανικά αίτια, ιδίως σε παιδιά μικρότερα των 2 ετών, όπως και τα ψυχογενή, η διάγνωση των οποίων διευκολύνεται από την παρουσία στοιχείων ενδεικτικών διαταραχής της προσωπικότητας του παιδιού ή και του οικογενειακού του περιβάλλοντος.

health.in.gr