Γιατί οι δότες σπέρματος αποκτούν εκατοντάδες παιδιά: Η βιομηχανία των 2 δισ. και ο ρόλος της Δανίας
Πώς λίγοι δότες σπέρματος καλύπτουν την αυξανόμενη ζήτηση μιας αγοράς δισεκατομμυρίων και αποκτούν εκατοντάδες παιδιά σε πολλές χώρες - Γιατί η αγορά χρειάζεται αυστηρότερους κανόνες
Ένας και μόνο άνδρας, μέσω δωρεάς σπέρματος, έγινε πατέρας σχεδόν 200 παιδιών σε όλο τον κόσμο — χωρίς να γνωρίζει ότι μετέδιδε μια επικίνδυνη γενετική μετάλλαξη που αυξάνει δραματικά τον κίνδυνο καρκίνου.
Η υπόθεση που αποκάλυψε το BBC φέρνει στο φως τις σκοτεινές πτυχές της βιομηχανίας δωρεάς σπέρματος, με συνέπειες που φτάνουν και στην Ελλάδα: 18 παιδιά γεννήθηκαν σε 11 οικογένειες, ενώ το γονίδιο TP53 του Δανού δότη «7069 Kjeld» έχει εντοπιστεί σε τέσσερα άτομα. Δύο εμφάνισαν καρκίνο σε βρεφική ηλικία και, δυστυχώς, το ένα δεν κατάφερε να επιβιώσει.
Το πλέον ανησυχητικό στοιχείο της έρευνας είναι η κλίμακα στην οποία λειτούργησε το σύστημα. Το σπέρμα του ίδιου δότη διακινήθηκε σε 14 χώρες και χρησιμοποιήθηκε από 67 κλινικές γονιμότητας, οδηγώντας στη γέννηση τουλάχιστον 197 παιδιών. Πρόκειται για μια σπάνια, αλλά αποκαλυπτική ματιά στο εύρος και τη λειτουργία της διεθνούς βιομηχανίας δωρεάς σπέρματος.
Μια παγκόσμια βιομηχανία χωρίς σύνορα
Τα τελευταία χρόνια, η δωρεά σπέρματος έχει εξελιχθεί σε μια ταχύτατα αναπτυσσόμενη αγορά. Εκτιμάται ότι έως το 2033 η αξία της στην Ευρώπη θα ξεπεράσει τα 2 δισεκατομμύρια λίρες, με τη Δανία να κατέχει ηγετική θέση ως εξαγωγέας. Ωστόσο, παρά τη μεγάλη ζήτηση, το ανθρώπινο δυναμικό παραμένει περιορισμένο: λιγότεροι από πέντε στους 100 εθελοντές πληρούν τελικά τα κριτήρια για να γίνουν δότες.
Η Δανία φιλοξενεί μερικές από τις μεγαλύτερες τράπεζες σπέρματος παγκοσμίως και έχει αποκτήσει τη φήμη της χώρας των «μωρών Βίκινγκ»
Οι υποψήφιοι δότες περνούν από αυστηρούς ελέγχους, που αφορούν την κινητικότητα και το σχήμα των σπερματοζωαρίων, καθώς και την ικανότητά τους να αντέχουν την κατάψυξη και τη μακροχρόνια αποθήκευση σε τράπεζες σπέρματος. Το αποτέλεσμα είναι μια εξαιρετικά μικρή «δεξαμενή» εγκεκριμένων δοτών, γεγονός που οδηγεί τις κλινικές στη μέγιστη αξιοποίηση όσων πληρούν τις προϋποθέσεις.
Η ανισορροπία προσφοράς και ζήτησης
Όπως εξηγεί στο BBC η Σάρα Νόρκρος, διευθύντρια της φιλανθρωπικής οργάνωσης Progress Educational Trust, η έλλειψη δοτών έχει μετατρέψει το σπέρμα σε «πολύτιμο αγαθό», με τις τράπεζες και τις κλινικές να πιέζονται να καλύψουν τη ζήτηση. Σε αυτό το πλαίσιο, ορισμένοι δότες γίνονται ιδιαίτερα «δημοφιλείς», καθώς η επιλογή τους δεν γίνεται τυχαία.
Οι υποψήφιοι γονείς έχουν τη δυνατότητα να επιλέγουν βάσει χαρακτηριστικών όπως η εμφάνιση, το ύψος, το επάγγελμα ή τα ενδιαφέροντα του δότη. Ο καθηγητής γονιμότητας Allan Pacey παρομοιάζει τη διαδικασία με τις εφαρμογές γνωριμιών, όπου κάποιοι άνδρες συγκεντρώνουν δυσανάλογα μεγάλο ενδιαφέρον, με αποτέλεσμα το γενετικό τους υλικό να χρησιμοποιείται ξανά και ξανά.
Πώς το «σπέρμα των Βίκινγκ» κατέκτησε τον κόσμο
Η Δανία φιλοξενεί μερικές από τις μεγαλύτερες τράπεζες σπέρματος παγκοσμίως και έχει αποκτήσει τη φήμη της χώρας των «μωρών Βίκινγκ». Ο Όλε Σχού, ιδρυτής της Cryos International, υποστηρίζει ότι η επιτυχία αυτή σχετίζεται τόσο με την κουλτούρα όσο και με τα γενετικά χαρακτηριστικά του πληθυσμού. Όπως εξηγεί, στη Δανία υπάρχει λιγότερο κοινωνικό ταμπού γύρω από τη δωρεά σπέρματος, ενώ πολλοί δότες είναι και αιμοδότες.
Παράλληλα, σημειώνει ότι χαρακτηριστικά όπως τα ξανθά μαλλιά και τα γαλάζια μάτια είναι υπολειπόμενα γονίδια, γεγονός που επηρεάζει τον τρόπο με τον οποίο εκδηλώνονται στα παιδιά και ενισχύει τη ζήτηση για δανέζικο γενετικό υλικό. Σύμφωνα με τον ίδιο, η πλειονότητα των αιτημάτων προέρχεται από γυναίκες στα 30 τους, υψηλού μορφωτικού επιπέδου, οι οποίες αποτελούν πλέον περίπου το 60% των αποδεκτών δωρεάς.
Ωστόσο, το ισχύον ρυθμιστικό πλαίσιο επιτρέπει σε έναν δότη να αποκτά παιδιά σε πολλές διαφορετικές χώρες, εφόσον τηρούνται οι εθνικοί κανόνες. Έτσι, ενώ σε κάθε χώρα μπορεί να υπάρχουν όρια στον αριθμό παιδιών ή οικογενειών, τίποτα δεν αποτρέπει τη διασυνοριακή χρήση του ίδιου σπέρματος, δημιουργώντας συνθήκες μαζικής πατρότητας — συχνά χωρίς τη γνώση του ίδιου του δότη.
Η «Άγρια Δύση» της γονιμότητας και το ηθικό ναρκοπέδιο
Η υπόθεση του δότη με τη μετάλλαξη που συνδέεται με καρκίνο οδήγησε το Βέλγιο να ζητήσει τη δημιουργία πανευρωπαϊκού μητρώου δοτών σπέρματος, ώστε να παρακολουθείται η διακίνηση γενετικού υλικού. Ο αναπληρωτής πρωθυπουργός της χώρας χαρακτήρισε τον κλάδο «Άγρια Δύση», υποστηρίζοντας ότι η αρχική αποστολή της υποβοηθούμενης αναπαραγωγής έχει μετατραπεί σε κερδοφόρα βιομηχανία.
Αντίστοιχα, η Ευρωπαϊκή Εταιρεία Ανθρώπινης Αναπαραγωγής και Εμβρυολογίας έχει προτείνει όριο 50 οικογενειών ανά δότη σε επίπεδο ΕΕ, ένα μέτρο που, ακόμη κι έτσι, θα μπορούσε να οδηγήσει στη γέννηση πάνω από 100 παιδιών από έναν μόνο άνδρα.
Παράλληλα, εντείνονται οι ανησυχίες για τις ψυχολογικές και κοινωνικές επιπτώσεις στα παιδιά που γεννιούνται μέσω δωρεάς σπέρματος, ιδιαίτερα όταν ανακαλύπτουν ότι έχουν δεκάδες ή εκατοντάδες ετεροθαλή αδέλφια. Το ίδιο ισχύει και για τους δότες, οι οποίοι συχνά αγνοούν την έκταση της χρήσης του γενετικού τους υλικού.
Οι κίνδυνοι αυτοί ενισχύονται από την ευρεία διάδοση των DNA τεστ και των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, που διευκολύνουν την αναζήτηση συγγενικών δεσμών. Στο Ηνωμένο Βασίλειο, η ανωνυμία των δοτών έχει καταργηθεί, επιτρέποντας στα παιδιά να μαθαίνουν την ταυτότητα του βιολογικού τους πατέρα μέσω επίσημης διαδικασίας.
Ο ιδρυτής της Cryos προειδοποιεί ότι αυστηρότεροι περιορισμοί ενδέχεται να οδηγήσουν τις οικογένειες σε ανεξέλεγκτες ιδιωτικές αγορές. Από την άλλη πλευρά, ο ιατρικός ηθικολόγος Τζον Άπλμπι τονίζει ότι η μαζική χρήση σπέρματος δημιουργεί ένα τεράστιο ηθικό ναρκοπέδιο, με ζητήματα ταυτότητας, συναίνεσης, ιδιωτικότητας και αξιοπρέπειας.
Όπως σημειώνει, η βιομηχανία της γονιμότητας έχει ευθύνη να θέσει σαφή όρια στον αριθμό χρήσεων κάθε δότη, αν και η επίτευξη διεθνών συμφωνιών παραμένει εξαιρετικά δύσκολη. Η ιδέα ενός παγκόσμιου μητρώου δοτών σπέρματος επανέρχεται συνεχώς στο προσκήνιο, συνοδευόμενη όμως από σοβαρές νομικές και ηθικές προκλήσεις.