Το Ανώτατο Δικαστήριο των ΗΠΑ άνοιξε σήμερα το δρόμο, προκειμένου οι εισαγγελικές αρχές της Νέας Υόρκης να αποκτήσουν πρόσβαση στις επιστροφές φόρων του πρώην προέδρου Ντόναλντ Τραμπ και άλλα φορολογικά αρχεία του, στο πλαίσιο μιας ποινικής έρευνας, εξέλιξη που αποτελεί πλήγμα στις προσπάθειες του Τραμπ να αποκρύψει πληροφορίες σχετικά με την οικονομική του κατάσταση.

Οι δικαστές απέρριψαν, χωρίς να σχολιάσουν, το αίτημα του Τραμπ να αναβληθεί η εκτέλεση μιας απόφασης δικαστηρίου, που εκδόθηκε στις 7 Οκτωβρίου, με την οποία ζητείτο από τη λογιστική εταιρεία Mazars USA, με την οποία συνεργάζεται ο μεγιστάνας, να συμμορφωθεί με την κλήτευση που της επιδόθηκε για να παραδώσει το υλικό αυτό σε ένα σώμα ενόρκων, το οποίο συγκλήθηκε από τον Δημοκρατικό εισαγγελέα του Μανχάταν, Σάιρους Βανς. «Η δουλειά συνεχίζεται», ανέφερε ο Βανς, σε μια ανακοίνωση, μετά την απόφαση του δικαστηρίου.

Ο Βανς είχε προηγουμένως ενημερώσει με επιστολή τους δικηγόρους του Τραμπ, ότι το γραφείο του θα ήταν ελεύθερο να επιβάλει την εκτέλεση της κλήτευσης, εάν οι δικαστές απέρριπταν το αίτημα του πρώην Αμερικανού προέδρου.

Το Ανώτατο Δικαστήριο, όπου επικρατούν οι συντηρητικοί με πλειοψηφία 6-3, και στο οποίο μετέχουν και τρεις δικαστές που διόρισε ο ίδιος ο Τραμπ, είχε ήδη αποφανθεί μία φορά για τη διαμάχη – τον περασμένο Ιούλιο, όταν και απέρριψε το επιχείρημα του Τραμπ ότι εξαιρείται από ποινικές έρευνες, ως εν ενεργεία πρόεδρος.

Σε αντίθεση με άλλους Αμερικανούς προέδρους, ο Ντόναλντ Τραμπ αρνήθηκε, κατά τη διάρκεια της τετραετούς θητείας του, να δημοσιοποιήσει τις επιστροφές φόρων του. Τα έγγραφα αυτά θα μπορούσαν να παράσχουν λεπτομέρειες σχετικά με την περιουσία του και τις δραστηριότητες της οικογενειακής εταιρείας ακινήτων, Trump Organization.

Ο Βανς είχε κλητεύσει τη Mazars τον Αύγουστο του 2019, ζητώντας τις προσωπικές και επιχειρηματικές επιστροφές φόρων του Τραμπ από το 2011 έως το 2018.

Η έρευνα του Βανς, που ξεκίνησε πριν από δύο χρόνια, έχει επικεντρωθεί στην καταβολή χρημάτων με αντάλλαγμα τη σιωπή – από τον πρώην δικηγόρο του Τραμπ, Μάικλ Κόεν – πριν από τις εκλογές του 2016, σε δύο γυναίκες: την πρωταγωνίστρια ερωτικών ταινιών Στόρμι Ντάνιελς και το πρώην μοντέλο του Playboy Κάρεν ΜακΝτούγκαλ, οι οποίες ισχυρίστηκαν πως είχαν ερωτικές σχέσεις με τον Τραμπ.