«Είμαι αμετανόητα αισιόδοξος. Εδώ και πολύ καιρό έμαθα ότι η παραγωγικότητά μου αυξάνεται όταν εγκαταλείπω κάθε είδους αρνητικότητα, όσο πιο γρήγορα μπορώ. Η απόφασή μου για υπεροχή είναι απόλυτη – τόσο απόλυτη, που εξουδετερώνει αμέσως το μήκος κύματος της αρνητικότητας. Παλιότερα έπρεπε να καταπολεμήσω την αρνητικότητα μέσα στο μυαλό μου. Τώρα πια απλώς κάνει γκελ επάνω μου και φεύγει λίγο αφότου με πλησιάσει. Οπως θα έχετε ακούσει, δεν συμπαθώ τα μικρόβια. Εχω ξεκινήσει προσωπική εκστρατεία να αντικαταστήσουμε την υποχρεωτική και ανθυγιεινή χειραψία με το γιαπωνέζικο έθιμο της υπόκλισης. Για μένα τα μικρόβια είναι απλώς μια άλλη μορφή αρνητικότητας».

ΝΤΟΝΑΛΝΤ ΤΡΑΜΠ Πώς να γίνεις πλούσιος
(Αττικές Εκδόσεις, 2004)

 

Εάν ήθελα να είμαι απολύτως έντιμος μαζί σας, κάτω από τον τίτλο «Η σκέψη του Τραμπ» θα έβαζα μια λευκή σελίδα· όχι μονάχα θα προσείλκυα έτσι μεγαλύτερη προσοχή πάνω στο κομμάτι μου, αλλά θα συντόμευα δραστικά και τον χρόνο ανάγνωσής του. Θα ήμουν όμως και άδικος, διότι ο Ντόναλντ Τραμπ – όπως και όλοι οι ηγέτες πριν από αυτόν, ιδίως οι ευέξαπτοι – κάποιου είδους σκέψη σίγουρα έχουν, αν και όχι απαραίτητα πρωτότυπη ή αξιομνημόνευτη. Ο καθένας τους είναι και μια ξεχωριστή περίπτωση προς μελέτη – study case, όπως λέμε στα χωριά μας· όσο και αν δείχνουν να ταιριάζουν στις κοινοτοπίες που ασπάζονται, διαφέρουν στις λεπτομέρειες και, κυρίως, στην ευχέρειά τους να προσηλυτίζουν και άλλους δύσμοιρους.

Οταν ήμουν εγώ έφηβος, τα πρώτα χρόνια της μεταπολίτευσης, κυκλοφορούσε ευρέως ένα μικρό το δέμας πόνημα, γνωστό ως το «Κόκκινο βιβλιαράκι» ή, εναλλακτικά, «Η σκέψη του Μάο». Μολονότι τότε είχαμε άγρια μεσάνυχτα από styling και ο εμπνευστής του Next Top Model δεν βρισκόταν ακόμη ούτε στο όσχεο του πατέρα του, μπορούσαμε να διακρίνουμε από είκοσι μέτρα απόσταση ποια θα μας πλησιάσει για να μας το πλασάρει: ελβιέλες, σοσονάκια, γιακαδάκια – ένας αυστηρός ενδυματολογικός κώδικας συνέδεε τις αυτόκλητες πρέσβειρες του Μάο Τσε Τουνγκ με τις θεούσες της ενορίας μας. Το ίδιο το «βιβλιαράκι» έβριθε από πατερναλιστικές νουθεσίες, πασπαλισμένες με μια ποιητική αύρα και διόλου δεν παραξενεύτηκα, πολλά χρόνια αργότερα, όταν πληροφορήθηκα ότι ο σύντροφος Μάο, ένας από τους μεγαλύτερους serial killers στην ιστορία της ανθρωπότητας, ήταν στα νιάτα του και δάσκαλος και ποιητής· στη μνημειώδη βιογραφία «Μάο – Η άγνωστη ιστορία» (Εστία, 2007), που συνυπογράφουν η Γιουνγκ Τσανγκ και ο Τζον Χάλιντεϊ, παρατίθενται όλες οι εμπνευσμένες ποιητικές εικόνες -«καθισμένος σε αναπαυτική καρέκλα», «ο άγγελος που χτυπά τις χορδές της κιθάρας» κ.ο.κ. – με τις οποίες μετονόμαζε τα φρικτά βασανιστήρια των θυμάτων του. Ο Στάλιν, από την άλλη, στερείτο παντελώς ποιητικής φλέβας. Εξίσου βαρετός με τον Μάο ως στοχαστής, πιθανόν και περισσότερο, ένιωθε την αδρεναλίνη του να εκλύεται και τη ρητορική του δεινότητα να εκτοξεύεται μονάχα όταν παγίδευε σαν ποντίκια τους εσωκομματικούς του αντιπάλους. Σε αμφότερες τις περιπτώσεις είναι σχεδόν απίστευτο πόσο βελτίωνε τον οίστρο τους η μυρωδιά του αίματος.

Ο Χίτλερ ήταν αλλουνού παπά ευαγγέλιο. Είναι κι εκείνος που μας φέρνει κοντύτερα στη σκέψη του Ντόναλντ Τραμπ. Ο αμερικανός πρόεδρος αντέγραψε την τακτική του γερμανού δικτάτορα, έστω και αν κανένας από τους συμβούλους του δεν τον ενημέρωσε ότι αντιγράφει και, κυρίως, ποιον αντιγράφει. Η πενιχρή εισφορά και των δύο στον τομέα του στοχασμού – με τον «Αγώνα μου» ο πρώτος, με το «Πώς να γίνεις πλούσιος» ο δεύτερος – φανερώνει πιο πολλές ομοιότητες παρά διαφορές.

Κατ’ αρχάς, δεν πρέπει να περάσει απαρατήρητο το γεγονός ότι αμφότεροι υπαγόρευσαν τα πονήματά τους, δεν έστρωσαν τον κώλο τους να τα γράψουν οι ίδιοι: στον Ρούντολφ Ες ο Χίτλερ, στη Μέρεντιθ Μακάιβερ ο Τραμπ. Η υπαγόρευση δεν προδίδει μονάχα μια  μποέμικη οκνηρία, κοινή και στις δύο ιδιοσυγκρασίες, αλλά και τον θεμέλιο λίθο επί του οποίου θα κτίσουν την κατοπινή πολιτική τους σταδιοδρομία: καλύτερα να βάζεις τους άλλους να σκέφτονται για λογαριασμό σου και να διαγκωνίζονται λυσσωδώς προκειμένου να βρεθούν εγγύτερα στη δική σου… ανύπαρκτη σκέψη, παρά να σπαταλάς πολύτιμο χρόνο σκεπτόμενος ο ίδιος, χρόνο που μπορείς να αξιοποιήσεις υιοθετώντας την πιο λειτουργική από τις ιδέες των διαγκωνιζόμενων και σερβίροντάς την ως δική σου. Το πιο ωραίο στην όλη σύλληψη; Ο διαγκωνιζόμενος που του έκλεψες την ιδέα, όχι μονάχα δεν θα νιώσει προσβεβλημένος, αλλά και σφόδρα τιμημένος.

Τόσο ο «Αγώνας» του Χίτλερ, όσο και ο «Πλούσιος» του Τραμπ φανερώνουν μια σκέψη ανερμάτιστη, παραληρηματική, επιδερμική -«πασαλείμματα», όπως λέμε στο σινάφι – που ασθμαίνει να επικεντρωθεί γύρω από μια κυρίαρχη εμμονή: στον «ζωτικό χώρο» της Γερμανίας ο Αδόλφος, στον «ατομικό πλούτο» των Αμερικανών ο Ντόναλντ. Η διαφορά της θεματολογίας δεν είναι τόσο… αγεφύρωτη όσο μοιάζει εκ πρώτης όψεως και αν θελήσουμε να το ψειρίσουμε θα εντοπίσουμε τον αντίλαλο του «Deutschland uber alles» να ελλοχεύει στα σωθικά του «America first». Ετσι κι αλλιώς, η διαφορετική θεματολογία αποκαλύπτει το χάσμα στις προτεραιότητες δύο τόσο ανόμοιων κοινωνιών – της μεσοπολεμικής Γερμανίας και των σύγχρονων Ηνωμένων Πολιτειών -, ενόσω ταυτόχρονα δεν κρύβει τον σκανδαλώδη αυτοπροσδιορισμό δύο υπερφίαλων Εγώ ως «προορισμένων»: ο Χίτλερ δεν έπαψε ούτε μια μέρα να πιστεύει ότι είναι «το όργανο της Θείας Πρόνοιας» και ο Τραμπ να αντιμετωπίζει τα μικρόβια ως τη μοναδική «απειλή» στη χαλύβδινη αυτοεκτίμησή του.

Σύμφωνοι. Αλλες εποχές, άλλες διακυβεύσεις. Εάν σήμερα η σκέψη του  Χίτλερ – η απουσία σκέψης, για την ακρίβεια – ηχεί στα αφτιά μας τόσο μπαγιατεμένη, την ίδια ώρα που η σκέψη του Τραμπ – η απουσία σκέψης επίσης – βρίσκει ακόμη ευήκοα ώτα, είναι για έναν λόγο που δεν έχει επισημανθεί όσο θα έπρεπε. Παρακολούθησα με προσοχή και υπομονή την περασμένη Τετάρτη στο CNN την πολύωρη ζωντανή μετάδοση από το Καπιτώλιο.

Την εναγώνια προσπάθεια των Δημοκρατικών να φράξουν τον δρόμο του Τραμπ το 2024 προς τη διεκδίκηση μιας δεύτερης προεδρικής θητείας και την εξίσου εναγώνια προσπάθεια των Ρεπουμπλικάνων να καταδείξουν τη «διγλωσσία» των Δημοκρατικών: την ανοχή της «αριστερής» βίας, την καταδίκη της «Δεξιάς». Και οι μεν και οι δε προσπαθούσαν να φιγουράρουν ως οι Ηρακλείς των Θεσμών – ιδίως του υπέρτατου θεσμού, του συντάγματος. Και οι μεν και οι δε λησμονούσαν ή καμώνονταν ότι λησμονούσαν ότι η σκέψη του Τραμπ οφείλει την τεράστια δημοτικότητά της στη βαθύτατη, στη σχεδόν αταβιστική απέχθεια και περιφρόνησή της προς κάθε είδος θεσμού. Κάθε θεσμικό καρφί στο πολιτικό φέρετρο του Ντόναλντ Τραμπ είναι και μια κλειδαριά για την αυριανή ανάστασή του. Αλληλούια.