Σημαντικές ανακατατάξεις στην αγορά εργασίας στην Ελλάδα αναμένονται ως το 2035, αν και γενικά η απασχόληση θα παραμείνει στάσιμη. Ποιοι θα είναι οι ευνοημένοι και ποιοι οι χαμένοι.
Το δημογραφικό και η δίδυμη μετάβαση (πράσινη και ψηφιακή) θα αυξάνουν τη ζήτηση για δεξιότητες υψηλής ειδίκευσης. Παράλληλα θα αυξάνεται η συμμετοχή των άνω των 65 στην αγορά εργασίας.
Ο Δείκτης Έλλειψης Εργατικού Δυναμικού και Δεξιοτήτων τoυ CEDEFOP ιχνηλατεί τις τάσεις στην αγορά εργασίας στην Ελλάδα και τα επαγγέλματα που θα έχουν τη μεγαλύτερη ζήτηση σε βάθος δεκαετίας.
Η Ελλάδα κατατάσσεται τέταρτη μεταξύ 30 χωρών ως προς το ποσοστό των πολιτών, που θεωρούν πως η επένδυση στη μάθηση και την κατάρτιση πρέπει να τεθεί ως προτεραιότητα σε κυβερνητικό επίπεδο.
Η Ελλάδα υστερεί σε σύγκριση με τις υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες στο τρίπτυχο ανάπτυξη-ενεργοποίηση-αντιστοίχιση δεξιοτήτων, όπως προκύπτει από τον Ευρωπαϊκό Δείκτη Δεξιοτήτων (European Skills Index) του Ευρωπαϊκού Κέντρου για την Ανάπτυξη της Επαγγελματικής Κατάρτισης (CEDEFOP), που έχει έδρα τη Θεσσαλονίκη.
Πέρα από το τεράστιο κοινωνικό, σημαντικό είναι και το οικονομικό κόστος για την Ευρώπη από την πρόωρη εγκατάλειψη της εκπαίδευσης -συμπεριλαμβανομένης της επαγγελματικής- από τους νέους Ευρωπαίους. Δυστυχώς, όπως επισημαίνει αρμόδιο Ευρωπαϊκό Κέντρο, ο αριθμός αυτός παραμένει πολύ μεγάλος, στοιχίζοντας στην ευρωπαϊκή οικονομία 1,25% του ΑΕΠ της. Η κρίση δε, όπως ήταν αναμενόμενο, επιδεινώνει τα φαινόμενα αυτά με την Ελλάδα, την Ιταλία και την Ισπανία να εμφανίζουν ποσοστά υψηλότερα από το μέσο όρο της ΕΕ-28.
Σχεδόν 1,5 εκατομμύριο νέοι ηλικίας 15-24 ετών υποαπασχολούνταν στην Ευρωπαϊκή Ένωση το 2010, εργάζονταν δηλαδή από ανάγκη και όχι από επιλογή σε δουλειές μερικής απασχόλησης (part time), επισημαίνει το Ευρωπαϊκό Κέντρο για την Ανάπτυξη της Επαγγελματικής Κατάρτισης (Cedefop). Ανάμεσα σε αυτούς, πολλοί Έλληνες και Ελληνίδες, καθώς το ποσοστό -επί της συνολικής απασχόλησης- των νέων που υποαπασχολούνταν στην Ελλάδα, παρουσίασε αισθητή αύξηση το 2010, σε σχέση με το 2008 (8,2% από 5,5%).