Ξέρεις καλά ότι το fast fashion μπορεί (φαινομενικά) να αγαπά το πορτοφόλι σου, όμως στοχεύοντας στη μείωση της τιμής των προϊόντων, ούτε φιλικές προς το περιβάλλον πρώτες ύλες χρησιμοποιεί, ενώ ταυτόχρονα παράγει τεράστιες ποσότητες απορριμμάτων.

Όμως αυτό δεν σημαίνει ότι η μόδα δεν έχει άλλη επιλογή από το να βλάπτει τον πλανήτη. Σχεδιαστές από όλο τον κόσμο έχουν στραφεί σε πρωτότυπες μεθόδους μείωσης του περιβαλλοντικού τους αποτυπώματος – και τώρα κλήθηκαν να μιλήσουν στο συνέδριο για το κλίμα, Cop26 στη Γλασκόβη.

Μια σύντομη παρουσίαση του έργου και των ρούχων που δημιουργούν οι εννιά σχεδιαστές που θα πραγματοποιήσουν σεμινάριο στο πλαίσιο του Cop26 παρουσίασε ο Guardian. Επιλέξαμε τους πέντε αγαπημένους μας.

Bora Studio, Νεπάλ


Η λέξη «Bora» στα νεπαλέζικα σημαίνει «σάκος από γιούτα». Αυτό ακριβώς το υλικό χρησιμοποιεί η σχεδιάστρια, Μίνα Γκουρούνγκ για να δημιουργήσει τις συλλογές της.

Οι σάκοι από γιούτα είναι 100% βιοδιασπώμενοι και υπάρχουν σε κάθε σπίτι του Νεπάλ αφού είναι τρομερά χρήσιμοι για τη γεωργία.

«Ήθελα τα ρούχα μου να γίνουν ένα μέσο για να εμπνεύσω τους ανθρώπους να υιοθετήσουν βιώσιμες πρακτικές και να είναι φιλικοί προς τη φύση», εξηγεί η Γκουρούνγκ στον Guardian.

Επί τρία χρόνια, η σχεδιάστρια συνεργάζεται με τοπικές κοινότητες αυτοχθόνων μέσω προγραμμάτων εκπαίδευσης στην φυτική βαφή και ενημερώνει για τα πλεονεκτήματα της μεθόδου και άλλων βιώσιμων επιλογών που μπορούν να κάνουν τα άτομα.

Πρόσφατα, το Bora Studio συνεργάστηκε με μια κοινότητα αυτοχθόνων που είναι γνωστοί ως «Σαρντάρ». Η τοπική κοινότητα αντιμετωπίζει τεράστιο πρόβλημα εξαιτίας ενός επεκτατικού είδους υακίνθου που φυτρώνει στο νερό και το οποίο εξαπλώνεται στις γαίες της περιοχής που ζουν απειλώντας τα οικοσυστήματα των ποταμών.

Το Bora Studio εκπαίδευσε τις γυναίκες να συλλέγουν το συγκεκριμένο άνθος και να το χρησιμοποιούν ως υλικό για να πλέκουν χαλιά, τσάντες και κουρτίνες. Επιπλέον, μπορεί να χρησιμοποιηθεί και ως φυσικό λίπασμα για τα χωράφια.

Sindiso Khumalo, Νότια Αφρική


Η Σιντίσο Κουμάλο είναι σχεδιάστρια υφασμάτων με έδρα το Κέιπ Τάουν της Νότιας Αφρικής. Έχει σπουδάσει αρχιτεκτονική στη Νότια Αφρική και έχει εργαστεί στο Λονδίνο, όπου και έκανε το μεταπτυχιακό της με ειδίκευση στα υφάσματα στο Central Saint Martins.

Αντλώντας έμπνευση από τη μητέρα της που ήταν πολιτική ακτιβίστρια κατά την περίοδο του Απαρτχάιντ, η Κουμάλο επιθυμούσε να μεταφέρει στο brand της τις αξίες της κοινωνικής δικαιοσύνης. Τα ενδιαφέροντά της εστιάζονται στις αναπαραστάσεις των μαύρων γυναικών από την αυγή του 20ού αιώνα μέχρι τη δεκαετία του ’80, βάσει πινάκων της εποχής. Κάθε ρούχο λέει μια ιστορία για την Αφρική, τις γυναίκες και τη γυναικεία ενδυνάμωση.

Έχοντας τα υφάσματα στην καρδιά των συλλογών της, έχει συνεργαστεί στενά σε ΜΚΟ και διατηρεί μικρά εργαστήρια στη Νότια Αφρική και τη Μπουρκίνα Φάσο, όπου παράγει μοναδικά υφάσματα που έχουν δημιουργηθεί και κεντηθεί στο χέρι.

Απασχολεί γυναίκες από μια ΜΚΟ με έδρα το Κέιπ Τάουν, την Ignite Dignity, που εργάζεται με στόχο την επανένταξη γυναικών που είχαν πέσει θύματα εμπορίας ανθρώπων και είχαν εργαστεί σε συνθήκες εκμετάλλευσης.

Η εταιρεία συνεργάζεται επίσης με ένα εργαστήριο της Μπουρκίνα Φάσο όπου παράγονται χειροποίητα υφάσματα από κάνναβη, ανακυκλωμένο και οργανικό βαμβάκι και ανακυκλωμένα απορρίμματα.

Πριν έξι χρόνια οι παραγγελίες τους μόλις που έφταναν τα 40 μέτρα, όμως φέτος ξεπέρασαν τα 1.000.

Garcia Bello, Αργεντινή


Το Garcia Bello γεννήθηκε στην επαρχία Τιέρα ντελ Φουέγκο, της νότιας Αργεντινής, από την Τζουλιάνα Γκαρσία Μπέλο, απόφοιτο σχεδίου μόδας του FADU.

Η εταιρεία εστιάζει σε μεθόδους ανακύκλωσης και ανακατασκευής, χρησιμοποιεί υλικά που έχουν πλέον περιπέσει σε αχρηστία, αποφόρια που λαμβάνει από δωρεές και παλιά, πεταμένα ρούχα συνδυασμένα με βιοδιασπώμενο βαμβάκι για να δημιουργήσει τις συλλογές της που παράγονται στην Αργεντινή.

Συνολικά χρησιμοποιεί δύο είδη υφασμάτων που προκύπτουν από no-waste πρακτικές για τη δημιουργία των μοτίβων της, πράγμα που της επιτρέπει να χρησιμοποιεί μεταχειρισμένα ρούχα ως πρώτη ύλη και να αξιοποιεί στο μέγιστο τα κομμάτια υφασμάτων που λαμβάνει.

Η μάρκα εργάζεται σε ένα «ανθρώπινο και όχι βιαστικό χρονικό πλαίσιο», όπως το περιγράφει και παράγει μικρό αριθμό προϊόντων. Κάθε κομμάτι απευθύνεται σε όλα τα φύλα ενώ το μέγεθός τους μπορεί να προσαρμοστεί σε διαφορετικούς σωματότυπους.

Το γεγονός αυτό επιτρέπει τη δημιουργία άνετων, διαχρονικών και ανθεκτικών κομματιών με μικρό περιβαλλοντικό αποτύπωμα – ρούχα για καθημερινή χρήση σχεδιασμένα να φοριούνται για πολύ καιρό. Η Μπέλο περιγράφει τη μέθοδο ως «παραγωγή σε ανθρώπινη κλίμακα». Της αρέσει να παρουσιάζει και να μοιράζεται τις μεθόδους της με στόχο να καλέσει και άλλους να ακολουθήσουν τις τεχνικές ανακύκλωσής της.

Rahemur Rahman, Μπαγκλαντές


Όταν βλέπετε καρτελάκι «Made in Bangladesh» σίγουρα δεν φαντάζεστε αυτό – και αυτός είναι ο στόχος του Ραχεμούρ Ραχμάν.

Χρησιμοποιώντας το σχέδιο, τα prints και την πλέξη για να επανερμηνεύσει και να διηγηθεί εκ νέου ιστορίες για τις ταυτότητες της Νότιας Ασίας, ο γεννημένος στο Λονδίνο, μπαγκλαντεσιανής καταγωγής Ραχμάν, ενώνει την ιστορία και την παράδοση με την φαντασία, παίζει με τα μοτίβα και τις υφές και δημιουργεί ξεχωριστά κομμάτια «για τους ανθρώπους που ονειρεύονται με χρώμα».

Ο σχεδιαστής χρησιμοποιεί μοναδικές μεθόδους και εργάζεται αποκλειστικά με υφάσματα αποτελούμενα από φυσικές ίνες και βαμμένα με φυτικές βαφές με μια παραδοσιακή τεχνική του Μπαγκλαντές που ονομάζεται «Κέρωμα και αντίσταση».

Εστιάζει στον «θάνατο του ρούχου» – δηλαδή κάθε σχεδιαστική απόφαση στηρίζεται στον τρόπο με τον οποίο το ύφασμα θα αποσυντεθεί μέσα στο χώμα, όταν πια πεταχτεί.

Όλα αυτά τα φυσικά υλικά αποσυντίθενται μέσα σε 10 με 20 χρόνια και μετατρέπονται εκ νέου σε χώμα. Κάθε ρούχο που παράγει η εταιρεία έχει κρυμμένο μέσα του και έναν σπόρο, προκειμένου όταν το ρούχο «πεθάνει», ένα δέντρο να γεννηθεί.

Ο Ραχμάν ελπίζει να καταφέρει να εμπλέξει την κοινότητα εντός της οποίας μεγάλωσε μέσα από μια σειρά από προγράμματα.

Αντλώντας έμπνευση από υφάσματα σε μουσεία της Βρετανίας από την προ-αποικιακή περίοδο της Δυτικής Βεγγάλης, η εταιρεία εστιάζει στην από-αποικιοποίηση της τεχνικής της υπο-ηπείρου μέσα από τη μόδα και τις υφές, σε συνεργασία με νέους ανθρώπους από περιθωριοποιημένα περιβάλλοντα και με τελικό αποδέκτη γκαλερί και εκθέσεις σε όλη τη Βρετανία. Στόχος είναι η κάλυψη του κενού συμμετοχής αυτών των κοινοτήτων σε τέτοιου είδους διακεκριμένα ιδρύματα των τεχνών.

Toton, Ινδονησία


Η εταιρεία Toton, με έδρα την Τζακάρτα, ιδρύθηκε το 2012 από τον απόφοιτο της σχολής Parsons, Τότον Τζανουάρ και τον συνέταιρό του, Χάργιο Μπαλιτάρ.

Αντλώντας από την πλούσια ινδονησιακή κουλτούρα, φύση και πολιτιστική κληρονομιά, η εταιρεία έχει δεσμευτεί στη συνεργασία με τοπικούς τεχνίτες και εργοστάσια με στόχο τη διατήρηση παραδοσιακών τεχνικών που περνούν από γενιά σε γενιά, και οι οποίες μειώνουν τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις των εργοστασίων και της αλόγιστης χρήσης και απόρριψης χημικών.

Το 2017, η εταιρεία ξεκίνησε να αξιοποιεί ανακυκλωμένο ντένιμ για να δημιουργήσει μια συλλογή αποτελούμενη αποκλειστικά από υλικά από τα σπίτια και το studio τους. Έκτοτε ενέταξαν στα υλικά που χρησιμοποιούν και τα κομμάτια ντένιμ που απορρίπτονται κατά την παραγωγή μικρών και μεσαίων εργοστασίων στη Τζακάρτα. Η περιορισμένη φύση των υλικών που προκύπτουν από τη χρήση υλικών από απορρίμματα, ωθεί την εταιρεία σε ακόμη μεγαλύτερη δημιουργικότητα στην έρευνα για βιώσιμες τεχνικές που να είναι κατάλληλες για παραγωγή, αλλά και αισθητικά άρτιες.

Έκτοτε, η Toton δουλεύει αποκλειστικά με ανακυκλωμένα υλικά για κάθε δημιουργία από ντένιμ σε κάθε συλλογή, χρησιμοποιώντας κατά μέσο όρο περίπου 150 με 200 κυβικά μέτρα ντένιμ από απορρίμματα κάθε μήνα.

«Ο αριθμός εξακολουθεί να είναι μικρός, όμως ελπίζουμε να τον αυξήσουμε πολύ οργανικά», εξηγεί ο Τζανουάρ στον Guardian. «Θέλουμε να παράγουμε κομμάτια που διαρκούν, όχι απλώς άλλο ένα προϊόν που θα καταλήξει ξανά στη χωματερή».