Η αρχή έγινε το 2009, όταν επιστήμονες που εξέταζαν ασθενείς για καρκινικές μεταστάσεις εντόπισαν έναν καφετί ιστό που δεν περίμεναν να βρουν.

Οι μελέτες που ακολούθησαν επιβεβαίωσαν ότι ακόμα και οι ενήλικες διαθέτουν το λεγόμενο καφέ λίπος, το οποίο θεωρείτο κάποτε ότι υπάρχει μόνο στα βρέφη.

Η βασική λειτουργία του καφέ λιπώδη ιστού είναι να καίει θερμίδες και να προστατεύει έτσι τα νεογνά από το κρύο. Μεγάλες αποθέσεις καφέ λίπους έχουν εξάλλου βρεθεί και στα θηλαστικά που πέφτουν σε χειμέρια νάρκη, δημιουργώντας ελπίδες για αξιοποίηση του καφέ λίπους στην αντιμετώπιση της παχυσαρκίας.

Φαίνεται όμως ότι το καφέ λίπος προστατεύει την υγεία και με άλλους τρόπους, όπως επιβεβαιώνει μεγάλη μελέτη σε δείγμα 52.000 εθελοντών. Τα ευρήματα δημοσιεύονται στην επιθεώρηση Nature Medicine.

Η μελέτη, η μεγαλύτερη που έχει πραγματοποιηθεί σήμερα για τον ρόλο του καφέ λίπους στον άνθρωπο «αποκαλύπτει για πρώτη φορά συσχέτιση με μειωμένο κίνδυνο διαφόρων παθήσεων» λέει ο Πολ Κόεν, καθηγητής του Πανεπιστημίου Ρόκεφελερ στη Νέα Υόρκη και τελευταίος συγγραφέας της δημοσίευσης.

Η μελέτη δείχνει ότι οι ενήλικες που διαθέτουν ανιχνεύσιμες ποσότητες καφέ λίπους κινδυνεύουν λιγότερο από καρδιοπάθειες και μεταβολικές διαταραχές, από διαβήτη τύπου ΙΙ μέχρι στεφανιαία νόσο.

Πολύτιμες τομογραφίες

Μελέτες που εξετάζουν το καφέ λίπος είναι πρακτικά αδύνατο να πραγματοποιηθούν δεδομένου ότι ο μυστηριώδης ιστός μπορεί να εντοπιστεί μόνο με τομογραφία εκπομπής ποζιτρονίων, μια απεικονιστική εξέταση γνωστή και ως PET. «Οι τομογραφίες αυτές είναι ακριβές, το σημαντικότερο όμως είναι ότι χρησιμοποιούν ακτινοβολία» εξηγεί ο Τομπάιας Μπέτσερ, πρώτος συγγραφέας της μελέτης.

Ο ασθενείς στα αριστερά διαθέτει άφθονο καφέ λίπος, ενώ ο ασθενής στα δεξιά καθόλου (Andreas G. Wibmer / Heiko Schöder)

Ο Μπέτσερ βρήκε τελικά τη λύση: απέναντι από το εργαστήριό του στη Νέα Υόρκη βρίσκεται το νοσοκομείο Memorial Sloan Kettering, το οποίο επισκέπτονται χιλιάδες καρκινοπαθείς κάθε χρόνο, προκειμένου να υποβληθούν σε PET για τον εντοπισμό τυχόν μεταστάσεων. Ο Μπέτσερ γνώριζε ότι οι ακτινολόγοι σημειώνουν την παρουσία τυχόν αποθέσεων καφέ λίπους ώστε η παρουσία τους να μην ερμηνεύεται ως όγκος.

Η ομάδα του Πανεπιστημίου Ρόκεφελερ συνεργάστηκε με το νοσοκομείο για την εξέταση τομογραφιών PET από περισσότερους από 52.000 ασθενείς. Καφέ λίπος εντοπίστηκε στο 10% των περιπτώσεων, ωστόσο οι ερευνητές υποψιάζονται ότι μικρές ποσότητες υπάρχουν στους περισσότερους ανθρώπους, συγκεντρωμένες κυρίως στην περιοχή του λαιμού και των ώμων.

Προστατευτική δράση

Η ανάλυση αποκάλυψε ότι αρκετές συνήθεις και χρόνιες ασθένειες ήταν λιγότερο συχνές μεταξύ των ασθενών με ανιχνεύσιμο καφέ λίπος. Για παράδειγμα, μόνο το 4,6% των ασθενών αυτών έπασχε από διαβήτη τύπου ΙΙ, συγκριτικά με 9,5% για τους ασθενείς χωρίς καφέ λίπος. Ομοίως, μόνο το 18,9% παρουσίαζε αυξημένα επίπεδα χοληστερόλης στο αίμα, συγκριτικά με 22,2% για όσους δεν έφεραν καφέ λιπώδη ιστό.

Ένα άλλο εύρημα που προκάλεσε «έκπληξη» στους ερευνητές ήταν ότι το καφέ λίπος ίσως αντισταθμίζει τις επιπτώσεις της παχυσαρκίας. Οι παχύσαρκοι ασθενείς που διέθεταν καφέ λίπος ήταν λιγότερο πιθανό να πάσχουν από τις μεταβολικές διαταραχές που συχνά συνοδεύουν την παχυσαρκία.

Μυστήριο

Ο μηχανισμός πίσω από την προστατευτική δράση παραμένει άγνωστος, αν και η ερευνητική ομάδα έχει κάποιες υποψίες. Για παράδειγμα, τα κύτταρα του καφέ λίπους καίνε γλυκόζη για να παράγουν θερμότητα, κάτι που ίσως εξηγεί τα μειωμένα επίπεδα σακχάρου και την προστασία από τον σακχαρώδη διαβήτη.

Σε άλλες περιπτώσεις, όπως για παράδειγμα η υπέρταση, ο μηχανισμός είναι πιο μυστηριώδης, δεδομένου ότι η αρτηριακή πίεση ελέγχεται από ορμόνες, λένε οι ερευνητές.

Η ερευνητική ομάδα σχεδιάζει τώρα επόμενες μελέτες για τον ρόλο του καφέ λίπους, οι οποίες θα εξετάσουν μεταξύ άλλων τους γενετικούς παράγοντες που ίσως καθορίζουν πόσο καφέ λίπος φέρει κάθε άνθρωπος.

«Η ερώτηση που έρχεται φυσικά στο μυαλό όλων είναι ‘Τι μπορώ να κάνω για να αποκτήσω περισσότερο καφέ λίπος;’» λέει ο Κόεν.

«Ακόμα δεν έχουμε ικανοποιητική απάντηση, είναι όμως ένα συναρπαστικό ερώτημα που θα εξετάσουν οι επιστήμονες τα επόμενα χρόνια».