Οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν αποδέχονται τις παράνομες γεωτρήσεις στις οποίες προβαίνει σήμερα η Τουρκία στην κυπριακή Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη (ΑΟΖ) και κατανοεί απολύτως τους κινδύνους που αυτές εγκυμονούν. Αυτό απάντησε ο αμερικανός υπουργός Εξωτερικών Μάικ Πομπέο στην ερώτηση του «Βήματος» κατά τη διάρκεια της συνέντευξης Τύπου με τον έλληνα ομόλογό του Νίκο Δένδια μετά την υπογραφή του Πρωτοκόλλου Τροποποίησης της Αμοιβαίας Συμφωνίας Αμυντικής Συνεργασίας (MDCA) Ελλάδος – ΗΠΑ.

Απέφυγε όμως να πει ή να αποκαλύψει αν η Ουάσιγκτον εξετάζει την παροχή κάποιων εγγυήσεων, πολιτικών ή άλλων, έναντι της τουρκικής επιθετικότητας. Αυτό που πρέπει να αποφευχθεί, όπως σημείωσε, είναι η στρατιωτικοποίηση της κατάστασης και όλες οι πλευρές να επιδιώξουν την αποκλιμάκωση.

«Υπάρχουν και όρια»

«Κατανοούμε τους κινδύνους γνωρίζουμε τις δραστηριότητες που λαμβάνουν χώρα και δουλεύουμε πολύ στενά ώστε να μην υπάρχει στρατικοποίηση αυτών των θεμάτων αυτών και να υπάρχει αποκλιμάκωση», είπε ο κ. Πομπέο προσθέτοντας: «Υπάρχουν και όρια. Δεν θα επιτρέψουμε σε οποιονδήποτε, την Τουρκία, παράνομες γεωτρήσεις».

Σε άλλη ερώτηση για το ίδιο θέμα, και συγκεκριμένα ποια είναι η απάντηση της αμερικανικής πλευράς στα όσα εξέθεσε ο Κυρ. Μητσοτάκης για τις τουρκικές δραστηριότητες, ο κ. Πομπέο ανέφερε ότι οι ΗΠΑ θα αναλάβουν διπλωματικές πρωτοβουλίες προκειμένου να διασφαλίσουν ότι οι κινήσεις της Τουρκίας στην Κυπριακή ΑΟΖ θα είναι νόμιμες, βάσει του διεθνούς δικαίου.

Οι κκ. Πομπέο και Δένδιας χαιρέτισαν το σημερινό επίπεδο των ελληνοαμερικανικών σχέσεων, για τις οποίες παραδέχθηκαν ότι βρίσκονται στο καλύτερο σημείο τους, αλλά δεν μπόρεσαν να αποφύγουν την «τουρκική σκιά» επί των περιφερειακών εξελίξεων.

Ο κ. Πομπέο ρωτήθηκε επίσης για το αν οι Ηνωμένες Πολιτείες θα προχωρήσουν πιο γρήγορα στη διαδικασία επιβολής κυρώσεων εναντίον της Άγκυρας. Αναφέρθηκε στην ύπαρξη συνομιλιών με το Κογκρέσο όπου όμως το θέμα έχει μάλλον παραπεμφθεί στις καλένδες.

Όπως δήλωσε ο κ. Δένδιας, η Ελλάδα αποδίδει μεγάλη σημασία στην τροποποίηση της συμφωνίας διότι πέραν της αμυντικής συνεργασίας, η Αθήνα προσδοκά τη μεταφορά τεχνογνωσίας αλλά και οικονομικά οφέλη. Ωστόσο, κινούμενος προσεκτικά, τόνισε ότι η συμφωνία δεν στρέφεται εναντίον τρίτων και συμβάλλει στη σταθεροποίηση της περιοχής.