Παρασκευή 29 Μαρτίου 2024
weather-icon 21o
Στουρνάρας: Σταδιακή σύγκλιση των πολιτικών δυνάμεων προς τις αναγκαίες πολιτικές

Στουρνάρας: Σταδιακή σύγκλιση των πολιτικών δυνάμεων προς τις αναγκαίες πολιτικές

«Ήδη βιώνουμε τη σταδιακή σύγκλιση των πολιτικών δυνάμεων του τόπου ως προς τις αναγκαίες πολιτικές» ανέφερε χαρακτηριστικά ο Γ.Στουρνάρας, τονίζοντας ότι η επιστροφή στο παλιό εσωστρεφές παραγωγικό πρότυπο είναι ανέφικτη και ανεπιθύμητη. «Το κράτος οφείλει να κάνει προσεκτικό και στοχευμένο σχεδιασμό των μεταρρυθμίσεων» πρόσθεσε. Μίλησε για σημαντική πρόοδο της Ελλάδας, αλλά «υπάρχουν σήμερα μεγάλες ευκαιρίες που πρέπει να αξιοποιήσουμε». Επανέλαβε δε την ανάγκη για αλλαγή του μείγματος της οικονομική πολιτικής ώστε να ευνοεί την ανάπτυξη.

«Ήδη βιώνουμε τη σταδιακή σύγκλιση των πολιτικών δυνάμεων του τόπου μας ως προς τις αναγκαίες πολιτικές» ανέφερε ο Γ.Στουρνάρας, τονίζοντας ότι η επιστροφή στο παλιό εσωστρεφές παραγωγικό πρότυπο είναι ανέφικτη και ανεπιθύμητη.

«Πιστεύω ότι ακόμη και οι βαθιά ριζωμένες πεποιθήσεις μπορούν να αλλάξουν υπό την πίεση έκτακτων συνθηκών και ότι η τραυματική εμπειρία των τελευταίων ετών θα συμβάλει στη μεταστροφή των αντιλήψεων του παρελθόντος. Ήδη βιώνουμε τη σταδιακή σύγκλιση των πολιτικών δυνάμεων του τόπου μας ως προς τις αναγκαίες πολιτικές» είπε χαρακτηριστικά.

«Το κράτος οφείλει να κάνει προσεκτικό και στοχευμένο σχεδιασμό των μεταρρυθμίσεων» πρόσθεσε.

Μίλησε για σημαντική πρόοδο της Ελλάδας, αλλά «υπάρχουν σήμερα μεγάλες ευκαιρίες που πρέπει να αξιοποιήσουμε». Επανέλαβε δε, την ανάγκη για αλλαγή του μείγματος της οικονομική πολιτικής ώστε να ευνοεί την ανάπτυξη.

Οι μεταρρυθμίσεις, σε συνδυασμό με ευνοϊκό μακροοικονομικό περιβάλλον και το κατάλληλο μείγμα δημοσιονομικής πολιτικής, αποτελούν βασικό στοιχείο για την επίτευξη του στόχου για ισχυρή, βιώσιμη και ισορροπημένη ανάπτυξη, σημείωσε ο κεντρικός τραπεζίτης.

Επιτακτική η ανάγκη αλλαγής παραγωγικού προτύπου

Ειδικότερα, μιλώντας σε συνέδριο της Ελληνοαμερικανικής Ενωσης με θέμα: «Αναζητώντας την Μεταρρύθμιση στην νεότερη και σύγχρονη Ελλάδα», ο διοικητής της ΤτΕ υπογράμμισε την ανάγκη να αλλάξει το παραγωγικό πρότυπο της χώρας.

Όπως ανέφερε «η επιστροφή στο παλιό εσωστρεφές πρότυπο, όπου η ανάπτυξη ήταν εξαρτώμενη από την εγχώρια ζήτηση, κυρίως την κατανάλωση, η οποία χρηματοδοτήθηκε από εξωτερικό δανεισμό, είναι ανέφικτη και ανεπιθύμητη. Το κράτος οφείλει να κάνει προσεκτικό και στοχευμένο σχεδιασμό των μεταρρυθμίσεων, ώστε να δημιουργούνται τα σωστά κίνητρα για τον ιδιωτικό τομέα και να αποφεύγονται προβλήματα και στρεβλώσεις που παρατηρήθηκαν στο παρελθόν. Αυτό θα επιτρέψει τη σταδιακή βελτίωση της ποιότητας των θεσμών, οι οποίοι θεωρούνται από τους βασικότερους παράγοντες που επηρεάζουν τις προοπτικές ανάπτυξης μίας οικονομίας».

Βέβαια, αναγνώρισε «όσον αφορά τα κόστη και τα οφέλη των μεταρρυθμίσεων, υπάρχει ένα βασικό πρόβλημα χρονικής ασυνέπειας. Δηλαδή, ενώ συνήθως το όποιο κόστος είναι άμεσο, το όφελος είναι μακροχρόνιο και ο ορίζοντας απόδοσης των μεταρρυθμίσεων υπερβαίνει συνήθως τον πολιτικό ορίζοντα μιας κυβέρνησης».

«Αυτό είναι ένα σημαντικό αντικίνητρο για μεταρρυθμίσεις διεθνώς και διαδραμάτισε σοβαρό ρόλο και στην Ελλάδα τα τελευταία έτη. Αυτό εξηγεί επίσης και γιατί κάποιες μεταρρυθμίσεις, ενώ νομοθετήθηκαν, δεν υλοποιήθηκαν. Επιπλέον, το κόστος αφορά λίγους και το όφελος πολλούς. Οι λίγοι που ενδεχομένως χάνουν άμεσα από μια μεταρρύθμιση εναντιώνονται και παρεμβαίνουν με σφοδρότητα στο δημόσιο διάλογο, ενώ οι πολλοί που ωφελούνται δεν την υπερασπίζονται με την ίδια θέρμη. Και αυτές οι αντίθετες δυνάμεις εξηγούν την αδράνεια του status quo».

Παρά ταύτα, όπως υποστήριξε, παρατηρείται μεταστροφή των αντιλήψεων του παρελθόντος αναφέροντας χαρακτηριστικά ότι «ήδη βιώνουμε τη σταδιακή σύγκλιση των πολιτικών δυνάμεων του τόπου μας ως προς τις αναγκαίες πολιτικές».

«Υπάρχουν σήμερα μεγάλες ευκαιρίες που δεν θα πρέπει να μείνουν αναξιοποίητες» τόνισε ο κ. Στουρνάρας, συμπληρώνοντας πως «για να εκμεταλλευθούμε αυτές τις ευκαιρίες, θα πρέπει κυρίως να προσαρμόσουμε κατάλληλα την αναπτυξιακή μας στρατηγική και να υιοθετήσουμε ένα εξωστρεφές αναπτυξιακό πρότυπο που θα στηρίζεται, μεταξύ άλλων, σε ιδιωτικοποιήσεις και στην αξιοποίηση της δημόσιας ακίνητης περιουσίας, με στόχο να γίνει η Ελλάδα αναπτυξιακός κόμβος στην ευρύτερη περιοχή».

«Θυμίζω ότι ο ΟΟΣΑ κατατάσσει την Ελλάδα ανάμεσα στις χώρες εκείνες όπου η κρατική περιουσία αντιστοιχεί σε υψηλό ποσοστό του ΑΕΠ. Κυρίως όμως πρέπει να επιζητούμε την προσέλκυση ξένων επενδύσεων και να μη χάσουμε, για μια ακόμη φορά, τις ευκαιρίες που μας παρουσιάζονται».

«Μεταρρυθμίσεις και ανάπτυξη»

Ξεκινώντας την ομιλία του ο κ. Στουρνάρας τόνισε ότι «τα τελευταία χρόνια έχει γίνει κατάχρηση της έννοιας μεταρρύθμιση, κάτι που στο μυαλό των περισσότερων Ελλήνων οδήγησε στην απογύμνωση της λέξης από το πραγματικό νόημά της».

Όμως, «μεταρρύθμιση είναι το αίτημα για συνολική προσαρμογή στις απαιτήσεις της νεωτερικότητας και της ένταξης στον σύγχρονο κόσμο. Η κρίση που βιώνουμε τα τελευταία χρόνια έκανε επιτακτική την ανάγκη η Ελλάδα να αλλάξει προς αυτή την κατεύθυνση. Η ελληνική οικονομία θα πρέπει να αποκτήσει τα χαρακτηριστικά μιας σύγχρονης οικονομίας, ώστε, βασιζόμενη στα ισχυρά συγκριτικά της πλεονεκτήματα, να μπορέσει να εξασφαλίσει βιώσιμη ανάπτυξη» τόνισε ο διοικητής της ΤτΕ.

Στο πλαίσιο αυτό ο κ. Στουρνάρας εστίασε την ομιλία του σε τρεις τομείς: στις μεταρρυθμίσεις για την ανταγωνιστικότητα, τις επενδύσεις και την επιχειρηματικότητα, στις μεταρρυθμίσεις στη δημόσια διοίκηση και στις μεταρρυθμίσεις στο τρίγωνο της γνώσης δηλαδή παιδεία, έρευνα και ανάπτυξη, καινοτομία.

Προοπτικές της ελληνικής οικονομίας

Παρά τα λάθη και τις οπισθοδρομήσεις, παρά το σημαντικό οικονομικό και κοινωνικό κόστος της κρίσης, η Ελλάδα έχει σημειώσει σημαντική πρόοδο τα τελευταία επτά χρόνια, τόσο στην προσαρμογή των δημοσιονομικών και εξωτερικών ανισορροπιών της όσο και στην εφαρμογή ενός αυστηρού προγράμματος μεταρρυθμίσεων, σημείωσε ο κ. Στουρνάρας.

«Έχει λοιπόν ξεκινήσει ήδη η αναδιάρθρωση της οικονομίας προς την κατεύθυνση ενός νέου, βιώσιμου, εξωστρεφούς αναπτυξιακού προτύπου, που βασίζεται στους τομείς των διεθνώς εμπορεύσιμων αγαθών και υπηρεσιών και στην αύξηση του μεριδίου των εξαγωγών στο ΑΕΠ. Τα θεμελιώδη μεγέθη της οικονομίας είναι πολύ πιο υγιή πλέον, σε σχέση με την προ κρίσης περίοδο και αυτό αφήνει περιθώρια αισιοδοξίας» είπε.

Όμως, έσπευσε να τονίσει, «οι προβλέψεις για την ανάκαμψη της οικονομίας βασίζονται στην παραδοχή ότι το πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων και αποκρατικοποιήσεων θα υλοποιηθεί ομαλά και σύμφωνα με το καθορισμένο χρονοδιάγραμμα».

Η Ελλάδα, πρόσθεσε «αντιμετωπίζει την πρόκληση της εφαρμογής αποτελεσματικών και περιεκτικών διαρθρωτικών αλλαγών, ώστε να κεφαλαιοποιηθεί η έως τώρα πρόοδος, να ενισχυθούν οι θετικές προοπτικές και να εδραιωθεί η εμπιστοσύνη των επενδυτών στην πορεία της οικονομίας. Αυτό θα έχει θετικές επιδράσεις στη ρευστότητα του χρηματοπιστωτικού συστήματος και στη μείωση του κόστους χρηματοδότησης του Ελληνικού Δημοσίου, επιτρέποντας τη διατηρήσιμη πρόσβαση στις διεθνείς αγορές μετά το πέρας του προγράμματος».

Μεσομακροπρόθεσμα θα φανεί το όφελος

Οι μεταρρυθμίσεις που έγιναν την περίοδο της κρίσης, εξήγησε ο κ. Στουρνάρας, «αναμένεται να ενισχύσουν το αναπτυξιακό δυναμικό της ελληνικής οικονομίας μεσομακροπρόθεσμα. Και καθώς η οικονομία επανέρχεται σε τροχιά ανάπτυξης, η αύξηση της απασχόλησης και της παραγωγικότητας θα είναι υψηλότερη σε σχέση με την περίπτωση που δεν θα είχαν πραγματοποιηθεί μεταρρυθμίσεις».

Τα συνολικά οφέλη από τις μεταρρυθμίσεις είναι σημαντικά για την οικονομία, τόνισε αναφερόμενος σε στοιχεία του ΟΟΣΑ, βάσει των οποίων οι μεταρρυθμίσεις που ήδη θεσπίστηκαν και εφαρμόζονται, μαζί με τις υπόλοιπες μεταρρυθμίσεις που προβλέπονται στο πρόγραμμα, αναμένεται να έχουν, συνολική αυξητική επίδραση στο πραγματικό ΑΕΠ περίπου 13% εντός μιας δεκαετίας.

Ωστόσο, «αυτή η εκτίμηση είναι ένα ελάχιστο επίπεδο, με την έννοια ότι δεν μπορούν εύκολα να ποσοτικοποιηθούν άλλες μεταρρυθμίσεις, π.χ. η βελτίωση του δικαστικού συστήματος, η αναμόρφωση του πτωχευτικού δικαίου, ο εκσυγχρονισμός της δημόσιας διοίκησης και η αποτελεσματική αντιμετώπιση του προβλήματος των μη εξυπηρετούμενων δανείων. Από αναλύσεις των ερευνητών της Τράπεζας της Ελλάδος προκύπτουν ανάλογες εκτιμήσεις, και η κυριότερη επίδραση προέρχεται από την ταχύτερη άνοδο της συνολικής παραγωγικότητας των συντελεστών παραγωγής».

Τροχοπέδη για το επιχειρείν το ύψος φόρων και εισφορών

Βασικός ανασταλτικός παράγοντας της επιχειρηματικότητας σήμερα είναι το σχετικά υψηλό επίπεδο των φόρων και των εισφορών κοινωνικής ασφάλισης, επισήμανε ο κ. Στουρνάρας.

Τόνισε ότι η Τράπεζα της Ελλάδος έχει κατ’ επανάληψη προτείνει την αλλαγή του μίγματος της δημοσιονομικής πολιτικής, ώστε να καταστεί πιο φιλικό προς την εργασία, την επιχειρηματικότητα και την ανάπτυξη.

Κάτι τέτοιο, εξήγησε, Οπως υπογράμμισε ο κ. Στουρνάρας, βασικός ανασταλτικός παράγοντας της επιχειρηματικότητας σήμερα είναι το σχετικά υψηλό επίπεδο των φόρων και των εισφορών κοινωνικής ασφάλισης.

Τόνισε ότι η Τράπεζα της Ελλάδος έχει κατ’ επανάληψη προτείνει την αλλαγή του μίγματος της δημοσιονομικής πολιτικής, ώστε να καταστεί πιο φιλικό προς την εργασία, την επιχειρηματικότητα και την ανάπτυξη.

Κάτι τέτοιο, σημείωσε, «μπορεί να επιτευχθεί με μεγαλύτερη έμφαση στην περικοπή μη παραγωγικών κρατικών δαπανών, μέσω της αξιολόγησης των δομών της γενικής κυβέρνησης, του συστήματος κινητροδότησης των ποικίλων φορέων της (π.χ. των ΟΤΑ) μέσω της επανεξέτασης του τρόπου που επιχορηγούνται από την Κεντρική Διοίκηση, καθώς και με την επέκταση του θεσμού των συμπράξεων δημόσιου-ιδιωτικού τομέα (ΣΔΙΤ) σε τομείς που ακόμα και σήμερα θεωρούνται ταμπού, όπως, π.χ., η υγεία, η παιδεία, η κοινωνική ασφάλιση.»

» Σε συνδυασμό με πιο αποτελεσματική διαχείριση της δημόσιας περιουσίας, κυρίως της ακίνητης, μέσω κατάλληλης νομοθεσίας για τις χρήσεις γης, και με την περαιτέρω ενίσχυση της αποτελεσματικότητας του δημόσιου τομέα, και ιδιαιτέρως του φοροεισπρακτικού μηχανισμού, η περαιτέρω μείωση των μη παραγωγικών δαπανών του δημόσιου τομέα θα επιτρέψει τη μείωση των υψηλών φορολογικών συντελεστών, ενισχύοντας έτσι την αναπτυξιακή διαδικασία».

Πέραν όμως των παραπάνω, σημείωσε ο ίδιος «απαιτείται η Ελλάδα να διευρύνει τη βάση του συγκριτικού της πλεονεκτήματος. Η ελληνική οικονομία υστερεί σε κρίσιμους καινοτόμους και διεθνώς ανταγωνιστικούς βιομηχανικούς κλάδους, όπως και σε μεγάλες επιχειρήσεις με υψηλή προστιθέμενη αξία και υψηλής εξειδίκευσης θέσεις εργασίας. Η πρόκληση σήμερα είναι η περαιτέρω άνοδος των εγχωρίως παραγόμενων προϊόντων και υπηρεσιών στην κλίμακα της τεχνολογικής εξειδίκευσης και η ένταξη των ελληνικών επιχειρήσεων σε διεθνείς παραγωγικές αλυσίδες αξίας».

Εκσυγχρονισμός του Δημοσίου

Ο κεντρικός τραπεζίτης τόνισε ότι ο εκσυγχρονισμός της δημόσιας διοίκησης θα πρέπει να είναι στις βασικές προτεραιότητες του προγράμματος μεταρρύθμισης.

«Η Ελλάδα για να μπορεί να είναι πρωτοπόρος των εξελίξεων, ή τουλάχιστον για να μην υστερεί, χρειάζεται σύγχρονο κράτος και αποτελεσματική δημόσια διοίκηση, ικανή να εφαρμόζει με συνέπεια τη δημόσια πολιτική και να αντιμετωπίζει με υπευθυνότητα και τεχνογνωσία τα δημόσια προβλήματα».

Η μεταρρύθμιση του Δημοσίου, τόνισε «είναι πολύ σύνθετη διαδικασία. Χρειάζεται νέο σύστημα διαχείρισης του ανθρώπινου δυναμικού, μεθοδολογία, νοοτροπία και φιλοσοφία διοίκησης και οργάνωσης πέρα από τη γραφειοκρατία και την αδράνεια. Βασικές αρχές, θα πρέπει να είναι η έμφαση στους στόχους και τα αποτελέσματα, στην οικονομία των μέσων, στις νέες τεχνολογίες, στη νέα γνώση, στην ανάληψη πρωτοβουλιών, στον συστηματικό έλεγχο και την αξιολόγηση, στην απόλυτη προσήλωση στην αξιοκρατία».

«Η ιδέα του έξυπνου κράτους τονίζει τη δυνατότητα της διοίκησης να γνωρίζει, να μετρά επακριβώς, να αξιολογεί αντικειμενικά και κυρίως να μπορεί να διορθώνει τα πιθανώς ατυχή αποτελέσματα της δράσης της. Η μέτρηση και η αξιολόγηση των διοικητικών αποτελεσμάτων συνιστά ουσιώδη παράμετρο των σύγχρονων προγραμμάτων διοικητικής μεταρρύθμισης» πρόσθεσε.

Επενδύσεις σε R&D και εκπαίδευση

Ο κεντρικός τραπεζίτης στάθηκε στην κρισιμότητα της αύξησης των επενδύσεων στην έρευνα και την καινοτομία και της αναβάθμισης του ρόλου της εκπαίδευσης. τονίζοντας ότι «η ανάπτυξη που βασίζεται στην καινοτομία, υποστηριζόμενη από επενδύσεις έντασης γνώσης (Knowledge Based Capital), είναι καταλυτικής σημασίας για τη βελτίωση του βιοτικού επιπέδου».

Επισημαίνοντας την πρόοδο που έχει σημειωθεί στον τομέα αυτό, τόνισε ότι «το ελληνικό σύστημα Έρευνας, Τεχνολογίας και Ανάπτυξης της Καινοτομίας (ΕΤΑΚ) διαθέτει υψηλής ποιότητας έμψυχο δυναμικό και νησίδες αριστείας τόσο στους δημόσιους ερευνητικούς φορείς όσο και στον ιδιωτικό τομέα. Σημειώνει επίσης καλές επιδόσεις στη συμμετοχή στα συγχρηματοδοτούμενα από την ΕΕ Προγράμματα και σε διεθνή ερευνητικά δίκτυα».

Από την άλλη «τα ασθενέστερα σημεία του συστήματος καινοτομίας της χώρας μας εντοπίζονται στην παραγωγή νέων προϊόντων, στο κεφάλαιο επιχειρηματικού κινδύνου, στην κατοχύρωση διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας, στην ευρυζωνική διείσδυση, στη διά βίου μάθηση, στην επένδυση στην έρευνα από την πλευρά των επιχειρήσεων και στις εξαγωγές προϊόντων υψηλής τεχνολογίας».

Συμπερασματικά ο κ. Στουρνάρας ανέφερε ότι «η Ελλάδα αργεί να μετασχηματιστεί σε ‘οικονομία της γνώσης’. Το βασικό πρόβλημα εντοπίζεται στη χαμηλή αποτελεσματικότητα του συστήματος καινοτομίας, καθώς οι ερευνητικές εκροές δεν μετατρέπονται σε αναπτυξιακό αποτέλεσμα. Υπάρχει δηλαδή το παράδοξο της μη ‘εμπορικής αξιοποίησης’ της γνώσης και του υψηλού επιπέδου ερευνητικών αποτελεσμάτων».

Επιπλέον, πρόσθεσε, οι εδραιωμένες επιχειρήσεις επενδύουν στην τεχνολογική καινοτομία καταφεύγοντας σε έτοιμες λύσεις από τη διεθνή αγορά, περιορίζοντας το χρόνο εισαγωγής τους στην παραγωγή, αλλά και το χρηματοοικονομικό ρίσκο ανάπτυξής τους.

Για την ενίσχυση των καινοτομικών επιδόσεων της χώρας, τόνισε ο διοικητής της ΤτΕ «απαιτούνται πρωτίστως μεταρρυθμίσεις και προσαρμογές, που θα δημιουργήσουν προϋποθέσεις για ισχυρότερη δυναμική εξωστρέφειας. Οι ρυθμιστικές πολιτικές στις αγορές προϊόντων, εργασίας και κεφαλαίων έχουν σημαντική επίδραση στην ένταση της γνώσης, δεδομένου ότι μπορούν να επηρεάσουν κάθε στάδιο της διαδικασίας καινοτομίας. Επιπλέον, οι μεταρρυθμιστικές τομές σε αυτές τις πολιτικές είναι ένας ελκυστικός τρόπος για την ενίσχυση της ανάπτυξης, καθώς δεν συνεπάγονται άμεσο κόστος για τους δημόσιους προϋπολογισμούς. Πράγματι, οι μεταρρυθμίσεις στην αγορά προϊόντων – όπως ο περιορισμός του διοικητικού φόρτου για τις νεοσύστατες επιχειρήσεις καθώς και ο περιορισμός ευρύτερων φραγμών στον ανταγωνισμό – μπορούν να αυξήσουν τις επενδύσεις σε γνώση».

Για τον τομέα της εκπαίδευσης, τόνισε καταρχάς ότι «αποτελεί το βασικό μηχανισμό παραγωγής, συσσώρευσης και διάχυσης ανθρώπινου και γνωσιακού κεφαλαίου και συνακόλουθα μεταβλητή-«κλειδί» της οικονομικής μεγέθυνσης. Στην οικονομία και την κοινωνία της γνώσης, η επένδυση στην εκπαίδευση και την κατάρτιση αποτελεί επιλογή υψηλής οικονομικής και κοινωνικής προτεραιότητας».

Οι βασικές προτεραιότητες πολιτικής «θα πρέπει να εστιάζουν στην αντιμετώπιση της προβληματικής απόδοσης σε συγκεκριμένους εκπαιδευτικούς τομείς, στην πιο αποτελεσματική χρήση των περιορισμένων πόρων και στην αξιοποίηση των διεθνών βέλτιστων πρακτικών. Απαιτείται μία ολοκληρωμένη στρατηγική μεταρρυθμίσεων για την αναδιάρθρωση όλων των βαθμίδων εκπαίδευσης με στόχο ένα ανοικτό και αξιοκρατικό εκπαιδευτικό σύστημα.»

» Ενδιάμεσος στόχος θα πρέπει να είναι η ενίσχυση της συνάφειας των συστημάτων εκπαίδευσης και κατάρτισης με την αγορά εργασίας και το χώρο των επιχειρήσεων, σε στενή συνεργασία με τους εμπλεκόμενους φορείς. Οι σχεδιαζόμενες παρεμβάσεις στην εκπαίδευση θα πρέπει να εστιάζουν στην ανάπτυξη του ανθρώπινου δυναμικού, στην εισαγωγή καινοτομιών, στην εμπέδωση σύγχρονων παιδαγωγικών προσεγγίσεων και στην αξιοποίηση των ψηφιακών τεχνολογιών σε όλες τις πτυχές του εκπαιδευτικού έργου».

Σχετικά με την τριτοβάθμια εκπαίδευση είπε ότι «οι προκλήσεις που αντιμετωπίζει απαιτούν πιο ευέλικτα συστήματα διοίκησης και χρηματοδότησης, τα οποία θα ισορροπούν μεταξύ μεγαλύτερης αυτονομίας των εκπαιδευτικών ιδρυμάτων και αυξημένης λογοδοσίας για όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη. Οι πρωτοβουλίες θα πρέπει να εστιάζουν στη βελτίωση του τρόπου χρηματοδότησης των εκπαιδευτικών ιδρυμάτων, εξετάζοντας τις διάφορες επιλογές, έχοντας ως προτεραιότητα τη διαφοροποίηση των πηγών: δηλαδή να μην υπάρχει σχεδόν αποκλειστική χρηματοδότηση από δημόσιους πόρους, και να μεγιστοποιείται η προστιθέμενη αξία που προκύπτει από τους πόρους που επενδύονται».

Σε ό,τι αφορά τα ελληνικά ΑΕΙ, σημείωσε ότι «οφείλουν να ανταποκριθούν στις προκλήσεις των καιρών αναπτύσσοντας δράσεις σύνδεσης με την αγορά εργασίας αλλά και συνεργασίες μεταξύ πανεπιστημιακών ιδρυμάτων, ερευνητικών κέντρων και επιχειρήσεων, ελληνικών ή ξένων. Έχει αποδειχθεί εμπειρικά ότι η γεωγραφική γειτνίαση μικρών επιχειρήσεων με πανεπιστήμια ή ερευνητικά κέντρα τις ευνοεί, χάρη στη διάδοση γνώσης που λαμβάνει χώρα».

Α.Τ


in.gr

Sports in

Μεντιλίμπαρ: «Δεν συμβιβαζόμαστε με τίποτα άλλο εκτός από τη νίκη με ΑΕΚ – Να επισκεφτούμε ξανά αυτό το γήπεδο»

Ο Χοσέ Λουίς Μεντιλίμπαρ τόνισε πως ο Ολυμπιακός δεν θα συμβιβαστεί με τίποτα λιγότερο εκτός από τη νίκη ενώ υπογράμμισε με... νόημα πως οι «ερυθρόλευκοι» θέλουν να επισκεφτούν ξανά την «Opap Arena».

Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

in.gr | Ταυτότητα

Διαχειριστής - Διευθυντής: Λευτέρης Θ. Χαραλαμπόπουλος

Διευθύντρια Σύνταξης: Αργυρώ Τσατσούλη

Ιδιοκτησία - Δικαιούχος domain name: ΑΛΤΕΡ ΕΓΚΟ ΜΜΕ Α.Ε.

Νόμιμος Εκπρόσωπος: Ιωάννης Βρέντζος

Έδρα - Γραφεία: Λεωφόρος Συγγρού αρ 340, Καλλιθέα, ΤΚ 17673

ΑΦΜ: 800745939, ΔΟΥ: ΦΑΕ ΠΕΙΡΑΙΑ

Ηλεκτρονική διεύθυνση Επικοινωνίας: in@alteregomedia.org, Τηλ. Επικοινωνίας: 2107547007

Παρασκευή 29 Μαρτίου 2024