Οι άνδρες -αλλά όχι οι γυναίκες- που κοιμούνται πολύ λίγες ή πάρα πολλές ώρες, σε σχέση με τον μέσο όρο, αντιμετωπίζουν αυξημένο κίνδυνο εκδήλωσης διαβήτη, σύμφωνα με ολλανδική μελέτη που δημοσιεύθηκε στο επιστημονικό έντυπο Journal of Clinical Endocrinology and Metabolism.

Πρόκειται για την πρώτη μελέτη που δείχνει ότι ο ύπνος ασκεί διαφορετική επίδραση στα δύο φύλα, όσον αφορά τον μεταβολισμό του σακχάρου και τον κίνδυνο διαβήτη.

Οι ερευνητές του Ιατρικού Κέντρου του Πανεπιστημίου VU του Άμστερνταμ, με επικεφαλής την Δρ Φέμκε Ρούτερς, μελέτησαν σχεδόν 800 υγιείς ανθρώπους, 30-60 ετών σε 14 ευρωπαϊκές χώρες. Συγκεκριμένα, συσχέτισαν τις συνήθειες του ύπνου καθενός συμμετέχοντος, με τον μεταβολισμό της γλυκόζης στο αίμα του και τον κίνδυνο εμφάνισης διαβήτη.

Όπως διαπίστωσαν, τόσο οι άνδρες που κοιμόντουσαν λιγότερο, όσο και εκείνοι που αντίθετα κοιμόντουσαν περισσότερο, είχαν μειωμένη ικανότητα μεταβολισμού της γλυκόζης, σε σχέση με όσους κοιμόντουσαν περίπου επτά ώρες κάθε βράδυ, με συνέπεια να έχουν υψηλότερα επίπεδα σακχάρου στο αίμα.

Αντίθετα, στις γυναίκες που κοιμόντουσαν πολύ λίγο ή πάρα πολύ, δεν παρατηρήθηκε κάτι ανάλογο, καθώς ο οργανισμός τους ανταποκρινόταν καλά στην ινσουλίνη, ενώ είχαν και ομαλή λειτουργία των β-κυττάρων που παράγουν ινσουλίνη στο πάγκρεας.

Αυτό, κατά τους ερευνητές, δείχνει ότι ο ύπνος δεν πρέπει να συσχετιστεί με τον κίνδυνο διαβήτη στις γυναίκες, παρά μόνο στους άνδρες.

Οι ερευνητές επεσήμαναν ότι κατά τα τελευταία 50 χρόνια η μέση διάρκεια ύπνου έχει μειωθεί κατά μιάμιση έως δύο ώρες, ενώ την ίδια περίοδο τα περιστατικά διαβήτη έχουν σχεδόν διπλασιασθεί.

Επιμέλεια: Μαίρη Μπιμπή

health.in.gr,ΑΠΕ-ΜΠΕ