Για τα προβλήματα στη χειρουργική αντιμετώπιση των καρδιοπαθειών στα παιδιά αναφέρθηκε σε συνέντευξή του στο Βήμα ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Παιδοκαρδιοχειρουργικής Εταιρείας Γιώργος Σαρρής.

Στη συνέντευξη αντέδρασε ο Σύλλογος Γονέων και Κηδεμόνων Παιδιών με Συγγενείς Καρδιοπάθειες «Αγία Σοφία», ο οποίος απέστειλε επιστολή στην εφημερίδα.

Στα επιχειρήματα του Συλλόγου ανταπάντησε με τη σειρά του ο δρ Σαρρής με την ακόλουθη επιστολή του προς το Βήμα:

Με από την από 11/3/2022 επιστολή του προς το ΒΗΜΑ, ο Σύλλογος Γονέων και Κηδεμόνων Παιδιών με Συγγενείς Καρδιοπάθειες «Αγία Σοφία», βάλλει κατά των απόψεων που εξέφρασα στην από 27/02/2022 συνέντευξή μου στην έγκριτο δημοσιογράφο σας κα Ιωάννα Σουφλέρη.

Στην επιστολή του ο Σύλλογος εκφράζει την έκπληξη και δυσαρέσκειά του «για την υποκειμενικότητα και έκδηλη σκοπιμότητα» των κρίσεων μου, τις οποίες απορρίπτει ως προερχόμενες από «ΙΔΙΩΤΗ Καρδιοχειρουργό» ως δήθεν υπηρετούσες ιδιωτικά συμφέροντα.  Παρακαλώ λοιπόν να σημειώσετε τα εξής:

  1. Κατ’ αρχάς, διευκρινίζω ότι στην προαναφερθείσα συνέντευξή μου φυσικά εκφράζω προσωπικές μου απόψεις (με αντικειμενική βέβαια τεκμηρίωση), όπως δικαιούται να έχει και να εκφράζει ελεύθερα οποιοσδήποτε Έλληνας πολίτης στην δημοκρατική μας χώρα, ανεξάρτητα από το αν αυτός εργάζεται στον ιδιωτικό ή στον δημόσιο τομέα, ιδιαίτερα λαμβάνοντας υπόψιν ότι ο δημόσιος τομέας χρηματοδοτείται από όλους τους πολίτες μέσω της φορολογίας, πρέπει να υπηρετεί όλους τους πολίτες, και λογοδοτεί σε όλους τους πολίτες τόσο για τους δημόσιους πόρους που καταναλώνει, όσο και για την ποιότητα των υπηρεσιών που προσφέρει. Ασφαλώς δεν απαιτείται να είναι κανείς δημόσιος υπάλληλος για να έχει άποψη για τα δημόσια πράγματα,  διαφορετικά δεν θα έπρεπε να έχουν δημόσιο λόγο ούτε οι δημοσιογράφοι, ούτε οι συγγραφείς, ούτε η συντριπτική πλειονότητα των πολιτών, οι  οποίοι δεν εργάζονται στο δημόσιο. Άλλωστε, και οι μετέχοντες στον  Σύλλογο δεν είναι δημόσιοι λειτουργοί. 

Στην συγκεκριμένη περίπτωση πάντως,  ο υπογράφων ιατρός, τον οποίο ο Σύλλογος θεωρεί αναρμόδιο και μάλλον υποτιμητικά αναφέρει ως «Ιδιώτη», έχει και θεσμικούς ρόλους, τους οποίους αναγκάζομαι να αναφέρω: Με υπερεικοσαετή θητεία  τόσο στον δημόσιο όσο και στον ιδιωτικό τομέα, με εμπειρία της οργάνωσης και πολυετούς διεύθυνσης των τριών εκ των τεσσάρων παιδοκαρδιοχειρουργικών τμημάτων στην Ελλάδα, τα οποία σήμερα συνολικά πραγματοποιούν τον συντριπτικά μεγαλύτερο αριθμό παιδοκαρδιοχειρουργικών επεμβάσεων στην χώρα μας,  με τεκμηριωμένη πραγματοποίηση χιλιάδων επιτυχών παιδοκαρδιοχειρουργικών επεμβάσεων, και με πολλές δημοσιεύσεις σε διεθνή επιστημονικά περιοδικά, έχει τύχει θεσμικής αναγνώρισης όχι μόνο στην Ελλάδα, ως επί πολλά συναπτά έτη Πρόεδρος της  Ομάδας Εργασίας Παιδοκαρδιοχειρουργικής της Ελληνικής Καρδιοχειρουργικής Εταιρείας και Πρόεδρος της Επιτροπής Συγγενών Καρδιοπαθειών του Κε.Σ.Υ., αλλά και διεθνώς, ως Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Παιδοκαρδιοχειρουργικής Εταιρείας.

Περαιτέρω, σχετικά με την αναφορά στην προαναφερθείσα συνέντευξη ότι

«… τα αποτελέσματα της ομάδας μου (διαχρονικά, τόσο στον δημόσιο τομέα όσο και στον ιδιωτικό) αναφέρονται παγίως και εθελοντικά στην Ευρωπαϊκή Παιδοκαρδιοχειρουργική Εταιρεία και πιστοποιούνται από τους ανεξάρτητους επιθεωρητές της…»,

διερωτάται ρητορικά ο Σύλλογος:

«Αναρωτιόμαστε τι σημαίνει ότι τα αποτελέσματα της ομάδας του κ. Σαρρή πιστοποιούνται από τους Επιθεωρητές;  Έρχονται κάθε τόσο και ελέγχουν όλους τους φακέλους ασθενών ώστε να διαπιστώσουν ότι τα δεδομένα που στέλνονται από την ομάδα του κ. Σαρρή στην Ευρωπαϊκή Παιδοκαρδιοχειρουργική Εταιρεία είναι ακριβή;  Επίσης, το αν τα αποτελέσματα είναι «καλά» ή όχι, ποιος το κρίνει;»

Απαντώ ότι η διαδικασία που αναφέρεται στο ερώτημα – αμφισβήτηση του Συλλόγου είναι αυτή ακριβώς που ισχύει: Βάσει του πρωτοκόλλου ποιοτικού ελέγχου της Ευρωπαϊκής Παιδοκαρδιοχειρουργικής Εταιρείας (οnsite data verification protocol), οι ανεξάρτητοι Επιθεωρητές της Ευρωπαϊκής Παιδοκαρδιοχειρουργικής Εταιρείας (European Congenital Heart Surgeons Association, ECHSA), πράγματι δεν αρκούνται στα χειρουργικά αποτελέσματα που  παγίως εθελοντικά αναφέρουμε στην Ευρωπαϊκή βάση δεδομένων, αλλά όντως έρχονται τακτικά στην Ελλάδα, ελέγχουν οι ίδιοι τους φακέλους όλων των ασθενών μας, διασταυρώνοντας όλα τα υποβληθέντα στοιχεία με τα αρχεία του νοσοκομείου. Με  βάση αυτόν τον επί τόπου έλεγχο έχουν κατ’ επανάληψη πιστοποιήσει τα αποτελέσματά μας, τόσο για την αλήθεια και ακρίβεια των δηλωθέντων στοιχείων, όσο και για την εξαιρετική ποιότητα των αποτελεσμάτων, βάσει των επιστημονικά παραδεδεγμένων δεικτών θνητότητας και νοσηρότητας της ECHSA. Η αξιολόγηση αυτή πραγματοποιείται αυτομάτως με τους αντικειμενικούς αλγορίθμους της ECHSA, και λαμβάνει υπόψιν όλους τους γνωστούς παράγοντες κινδύνου, όπου αυτοί υπάρχουν, συμπεριλαμβανομένης της περιπλοκότητας των επεμβάσεων και της δυσμενούς κλινικής κατάστασης των ασθενών. Αυτό σημαίνει με απλά λόγια ότι σε κανένα κέντρο δεν μπορεί να δικαιολογηθεί μία ενδεχόμενα αυξημένη θνητότητα, αποδίδοντάς την σε αυξημένη πολυπλοκότητα και βαρύτητα των πραγματοποιηθέντων επεμβάσεων, διότι στην αξιολόγηση της θνητότητας συνυπολογίζονται οι παράμετροι της πολυπλοκότητας και βαρύτητας (με αλγορίθμους risk adjustment, όπως λέγεται στην ορολογία της ιατρικής στατιστικής).

Οι πιστοποιήσεις των αποτελεσμάτων της χειρουργικής μου ομάδας, που είναι εγγεγραμμένη στην ECHSA Congenital Database  ως Athens Heart Surgery Institute,   είναι αναρτημένες στην ιστοσελίδα της Ευρωπαϊκής Βάσης Παιδοκαρδιοχειρουργικών Δεδομένων. Ενημερωτικά, αναφέρω, όπως έχω ανακοινώσει σε πολλά επιστημονικά συνέδρια, ότι η καταγεγραμμένη και Ευρωπαϊκά πιστοποιημένη θνητότητα των παιδοκαρδιοχειρουργικών αποτελεσμάτων της ομάδας μου επί περίπου 3.500 επεμβάσεων είναι 2,38%, με Ευρωπαϊκό μέσο όρο 3,73%, με δείκτη βαρύτητας περιστατικών χωρίς στατιστικά σημαντική διαφορά από τον αντίστοιχο Ευρωπαϊκό.

Ας σημειωθεί ότι στην ιστοσελίδα της Ευρωπαϊκής Εταιρείας δεν υπάρχουν αντίστοιχες πιστοποιήσεις άλλου παιδοκαρδιοχειρουργικού κέντρου στην Ελλάδα, ούτε βέβαια του ΕΚΑΣΚΑΠ (γνωρίζω όμως ότι το ΩΚΚ έχει ξεκινήσει την συμμετοχή του στην Ευρωπαϊκή Βάση δεδομένων). Ελπίζω ο Σύλλογος, μετά την ενημέρωση αυτή, να εντάξει στα αιτήματά του για αναβάθμιση του ΕΚΑΣΚΑΠ να υιοθετήσει και αυτό την πρακτική της συμμετοχής στον έλεγχο της Ευρωπαϊκής Εταιρείας. 

  1. Απορώ γιατί ο Σύλλογος αισθάνθηκε έκπληξη, όπως αναφέρει στην επιστολή του, από την αναφορά μου στην συνέντευξή της πραγματικότητας ότι, συνολικά τα δύο δημόσια κέντρα δεν καλύπτουν τις ανάγκες της χώρας σε αριθμό και είδος επεμβάσεων, με σκεπτικό ότι, αν δεν  συνέβαινε αυτό, η δραστηριότητα των ιδιωτικών κέντρων θα ήταν μηδαμινή ή και ανύπαρκτη.  Απορώ διότι, στην επιστολή του, ο ίδιος ο Σύλλογος επιβεβαιώνει ότι το ΕΚΑΣΚΑΠ υπολειτουργεί (παραθέτοντας διάφορους λόγους για αυτό) και μάλιστα αναφέρει ότι

«Κάποιοι ασθενείς αναγκάζονται να καταφύγουν στα ιδιωτικά, όταν ο χρόνος αναμονής στο δημόσιο είναι μεγάλος!»

Σχολιάζοντας την αναφορά μου ότι «τα δημόσια δεν καλύπτουν όλο το φάσμα των απαραίτητων επεμβάσεων», ο Σύλλογος γράφει:

«Ούτε αυτό ισχύει! Είμαστε σε θέση να γνωρίζουμε από γονείς-μέλη του Συλλόγου μας ότι στο ΕΚΑΣΚΑΠ έχει πραγματοποιηθεί ικανός αριθμός πολύπλοκων επεμβάσεων καρδιάς με εξαιρετικά αποτελέσματα!»

Φυσικά, οι όποιες αποσπασματικές πληροφορίες μπορεί να έχουν γονείς-μέλη του Συλλόγου για «πολύπλοκες» επεμβάσεις καρδιάς που έχουν πραγματοποιηθεί στο ΕΚΑΣΚΑΠ με «εξαιρετικά αποτελέσματα», ασφαλώς δεν υποκαθιστούν τα επίσημα στοιχεία του ΕΚΑΣΚΑΠ.  Μόνο το ίδιο το ΕΚΑΣΚΑΠ μπορεί να διαβεβαιώσει αν δεν  έχει παραπέμψει παιδιά προς ιδιωτικά νοσοκομεία, με το αιτιολογικό ότι εκεί υπάρχει μεγαλύτερη εμπειρία και καλλίτερα αποτελέσματα για τις παθήσεις τους.

  1. Ο Σύλλογος στην Επιστολή του αναφέρει:

«να πούμε πως προφανώς υπάρχει κώλυμα σύγκρουσης συμφερόντων!  Είναι δυνατόν ιατρός ιδιωτικής κλινικής να εισηγείται στον Υπουργό την αναδιοργάνωση κρατικών Νοσοκομείων και συνακόλουθα τη διάθεση κρατικών πόρων στην υγεία;»

Απορρίπτω ως παντελώς αβάσιμο αυτόν τον ισχυρισμό περί σύγκρουσης συμφερόντων μου.  Έχω ήδη αναφερθεί  στους θεσμικούς μου ρόλους στην Ελλάδα και διεθνώς και δεν θα επανέλθω σχετικά.  Είναι βέβαια ακατανόητο πως ο Σύλλογος θεωρεί ότι, η σύστασή μου για ενδυνάμωση της δημοσίας παιδοκαρδιοχειρουργικής και η αντιμετώπιση των προαναφερθέντων και από τον ίδιο ελλείψεων μέσω συνένωσης των δυνάμεων των δύο δημοσίων κέντρων, πρακτική που έχει εφαρμοστεί ευρύτατα και με ευεργετικά για τους ασθενείς αποτελέσματα στις προηγμένες Ευρωπαϊκές χώρες, όχι μόνο δεν ευνοεί, αλλά αντιθέτως, είναι ευθέως αντίθετη στα στενά “συντεχνιακά” συμφέροντα κάθε ιδιώτη ιατρού.

Είναι ηλίου φαεινότερο ότι δεν θα μπορούσα να έχω κανένα προσωπικό στενό συμφέρον, ως εργαζόμενος στον ιδιωτικό τομέα, συστήνοντας δράσεις για ενδυνάμωση  του δημόσιου παιδοκαρδιοχειρουργικού τομέα ώστε αυτός να καλύπτει όλες τις παιδοκαρδιοχειρουργικές ανάγκες της χώρας, πράγμα που θα καταργούσε εκ των πραγμάτων τον λόγο ύπαρξης ιδιωτικών παιδοκαρδιοχειρουργικών κέντρων, όπου απασχολούμαι. 

Προφανώς δεν αντιλαμβάνεται ο Σύλλογος ότι, ως ιατρός, είμαι ορκισμένος να υπηρετώ και υπηρετώ πάντα, και πάνω απ´ όλα, το συμφέρων των ασθενών, και όχι το ίδιο συμφέρον ή στενά τον ιδιωτικό ή τον δημόσιο τομέα ή οποιοδήποτε συγκεκριμένο νοσοκομείο.  

  1. Σχετικά με τις εισηγήσεις της Επιτροπής Συγγενών Καρδιοπαθειών (ΕΣΚ) του Κε.Σ.Υ, η οποία έχει οριστεί από το Υπουργείο Υγείας και της οποίας έχω την εξαιρετική τιμή να υπηρετώ ως Πρόεδρος, τονίζω ότι  αυτή συναπαρτίζεται  από πολλούς καταξιωμένους  συναδέλφους ιατρούς που εκπροσωπούν όλα τα δημόσια κέντρα παιδοκαρδιοχειρουργικής και συγγενών καρδιοπαθειών ενηλίκων, συμπεριλαμβανομένου του Νοσοκομείου Παίδων, που εκπροσωπείται από τον Συντονιστή Διευθυντή Παιδοκαρδιοχειρουργικής Κλινικής του «Αγία Σοφία» κ. Αντώνη Κουρτέση και την Διευθύντρια της Μονάδας Εντατικής Νοσηλείας Νεογνών του Νοσοκομείου Παίδων «Π&Α Κυριακού» κα. Αγγελική Νίκα.[1] 

Οι εισηγήσεις της Επιτροπής αυτής για τα θέματα που επεξεργάζεται έχουν διαμορφωθεί ομοφώνως και προωθηθεί θεσμικά στους αρμοδίους. Σε αυτές συμπεριλαμβάνεται και η θεσμοθέτηση της υποχρεωτικής αναφοράς και αντικειμενικής θεσμικής αξιολόγησης των παιδοκαρδιοχειρουργικών αποτελεσμάτων όλων των κέντρων,  όπως ανέφερα στην συνέντευξή μου. Φυσικά, η συνέντευξή μου συμπεριλαμβάνει προσωπικές μου απόψεις, όπου συγκεκριμένα το αναφέρω, οι οποίες δεν υποκαθιστούν τις επίσημες υπηρεσιακά προωθημένες και ομόφωνες εισηγήσεις της Επιτροπής, ούτε έρχονται σε αντίθεση με αυτές.

Συμπερασματικά, για την βελτίωση των προβλημάτων που υπάρχουν στην παιδοκαρδιοχειρουργική στην Ελλάδα, είναι απολύτως απαραίτητο να υπάρχει αποτύπωση, αποδοχή, και αξιολόγηση της πραγματικότητας.  Η πραγματικότητα μπορεί σε κάποια θέματα να είναι δυσάρεστη, αλλά η σημείωσή της ως βάση για επίτευξη προόδου δεν δικαιολογεί βολές κατά του «αγγελιοφόρου», αλλά μόνο σοβαρή και ειλικρινή αξιολόγηση των πεπραγμένων, συνεργασία όλων, κατάθεση προτάσεων χωρίς προκαταλήψεις, και αποτελεσματική δράση. 

Ασφαλώς, όπου υπάρχουν ελλείψεις σε στελέχωση και υποδομή, όπως αναφέρει ο Σύλλογος για το ΕΚΑΣΑΠ,  πρέπει να αντιμετωπίζονται, διότι επηρεάζουν  δυσμενώς τον αριθμό και το είδος των επεμβάσεων που μπορεί να πραγματοποιηθούν, καθώς και τα αποτελέσματα. Όμως, και άλλοι παράγοντες, όπως ενδεχόμενες ελλείψεις οργάνωσης, πρωτοκόλλων ασφαλείας, και βέβαια της γνώσης που ενισχύεται από την συσσωρευόμενη  εμπειρία (η οποία εμπειρία όμως έχει με τα χρόνια περιοριστεί στο ΕΚΑΣΚΑΠ),  όλοι έχουν αδιαμφισβήτητα σπουδαίο ρόλο.  Προφανώς, η πρότασή μου για συνένωση των δυνάμεων των δύο δημοσίων κέντρων, του Ωνασείου και του Νοσοκομείου Παίδων, δεν βάλλει εναντίον ουδενός, αλλά αξιοποιεί τα διαφορετικά πλεονεκτήματα και των δύο δημοσίων κέντρων και είναι κατά την γνώμη μου απολύτως εφικτή, αν υπάρχει ειλικρινής θέληση συνεργασίας των εμπλεκομένων, στα πλαίσια του «η ισχύς εν τη ενώσει».  Φυσικά, ο Σύλλογος, καίτοι δεν είναι επιστημονικός φορέας, έχει κάθε δικαίωμα να διαφωνεί με τις επιστημονικές μου προτάσεις και να προτείνει στους αρμοδίους ό,τι εκείνος νομίζει.

Τέλος, θα ήθελα, απευθυνόμενος απ’ ευθείας στους γονείς παιδιών με συγγενείς καρδιοπάθειες, να διαβεβαιώσω ότι, τόσο οι δημόσια διατυπωθείσες προτάσεις μου, όσο  και οι αρμοδίως διαβιβαζόμενες  εισηγήσεις της Επιτροπής ΣΚ του Κε.Σ.Υ., γίνονται από όλα τα μέλη της Επιτροπής και εμού με γνώμονα και πραγματική προσήλωση αποκλειστικά και πρωτίστως στο συμφέρον των παιδιών, και όχι του συμφέροντος οποιουδήποτε ιδιωτικού η δημοσίου κέντρου ή ιατρού.  Πιστεύω δε ότι η Πολιτεία θα αξιοποιήσει τις εισηγήσεις αυτές κατά τον καλλίτερο δυνατό τρόπο.

  1. (Τα άλλα μέλη της Επιτροπής είναι ο Διευθυντής του ΠΚΧ Τμήματος του ΩΚΚ κ. Νίκος Γιαννόπουλος, ο επί σειρά ετών Διευθυντής του Παιδοκαρδιολογικού Τμήματος του ΩΚΚ καθηγητής κ. Σπύρος Ράμμος, ο Διευθυντής της Β’ Παιδιατρικής Κλινικής Π.Γ.Ν.Θ. «ΑΧΕΠΑ», ο Αναπληρωτής Καθηγητής στο ΑΠΘ και Αντιπρόεδρος της Ελληνικής Εταιρείας Παιδιατρικής Καρδιολογίας κ. Ανδρέας Γιαννόπουλος,  η Διευθύντρια ΕΣΥ Α’ Καρδιολογικής Κλινικής του Γ.Ν.Α. «ΙΠΠΟΚΡΑΤΕΙΟ» και Υπεύθυνη της Μονάδας Συγγενών Καρδιοπαθειών κα. Στυλιανή Μπρίλη, η Διευθύντρια του Ιατρείου Συγγενών Καρδιοπαθειών Ενηλίκων της Β’ Πανεπιστημιακής Καρδιολογικής Κλινικής του Π.Γ.Ν. «ΑΤΤΙΚΟΝ» κα. Αλεξάνδρα Φρογουδάκη, και η Πρόεδρος του Πανελληνίου Συλλόγου Γονέων Καρδιοπαθών Παιδιών «Η ΚΑΡΔΙΑ ΤΟΥ ΠΑΙΔΙΟΥ». Ο Σύλλογος αυτός, που έχει περισσότερα από 40 χρόνια δράσης, έχει πρωτοστατήσει στις προσπάθειες για την ίδρυση και ενίσχυση της δημόσιας παιδοκαρδιοχειρουργικής στην Ελλάδα, τόσο στο Νοσοκομείο Παίδων «Αγία Σοφία» περί το 1980, όσο και στο ΩΚΚ το 1997, και, σε συνεργασία με άλλους συναφείς Συλλόγους, συμπεριλαμβανομένου του αντιστοίχου μεγάλου Συλλόγου της Θεσσαλονίκης «ΠΑΙΔΙΚΕΣ ΚΑΡΔΙΕΣ»,    στηρίζει διαχρονικά όλα τα καρδιοπαθή παιδιά, ανεξαρτήτως του κέντρου που επιλέγουν οι γονείς, δημοσίου ή ιδιωτικού).

Διαβάστε επίσης: