Στο βορειοανατολικό τμήμα της μεγαλονήσου, σε απόσταση 12 περίπου χλμ A-BA από την πόλη της Σητείας, βρίσκεται μια από τις πλουσιότερες και μεγαλύτερες μονές όχι μόνο του Λασιθίου αλλά και ολόκληρης της Κρήτης, η σταυροπηγιακή μονή Τοπλού, φρουριακού χαρακτήρα.



Κατά μία εκδοχή, η ίδρυση της μονής (στον ύστερο 14ο αιώνα ή, σύμφωνα με άλλη πηγή, στα τέλη του 15ου αιώνα) οφείλεται στην ανεύρεση μιας εικόνας της Θεοτόκου μέσα σε γειτονικό σπήλαιο.



Κατά μία άλλη πάλι εκδοχή, η μονή ιδρύθηκε στη θέση παλαιότερης και μικρότερης μονής, που καταστράφηκε πιθανώς από τούρκους πειρατές μεταξύ των ετών 1460 και 1470.



Σύμφωνα με την επικρατέστερη άποψη, η ονομασία Τοπλού, που αντικατέστησε την παλαιότερη ονομασία της μονής (Παναγία η Ακρωτηριανή, λόγω της θέσης της στο ανατολικό άκρο της Κρήτης) το 17ο αιώνα, προήλθε από το κανόνι (στην τουρκική γλώσσα top – τοπ) που διέθετε το μοναστήρι για την προστασία του από ενδεχόμενες πειρατικές επιδρομές.



Η μονή, που υπέστη καταστροφές εξαιτίας σεισμού το 1612 και ανοικοδομήθηκε με την οικονομική ενίσχυση των Βενετών, κατέστη σταυροπηγιακή (δηλαδή, υπάγεται στη δικαιοδοσία του Οικουμενικού Πατριάρχη και όχι του επιχωρίου επισκόπου) το 1704.



Καθ’ όλη τη διάρκεια της Tουρκοκρατίας λειτουργούσε στη μονή Τοπλού σχολείο, ενώ μετά το 1870 ιδρύθηκε αλληλοδιδακτικό σχολείο.


Το καθολικό της μονής είναι δίκλιτο, με το βόρειο κλίτος αφιερωμένο στο Γενέσιο (Γενέθλιο) της Θεοτόκου και το νότιο στον Άγιο Iωάννη τον Θεολόγο.



Το μεγάλο μοναστηριακό συγκρότημα περιλαμβάνει επίσης χαρακτηριστικό κωδωνοστάσιο, κελιά, μαγειρεία, ηγουμενείο, ξενώνες και αποθήκες.

Στους μουσειακούς χώρους της μονής εκτίθενται κρητικές εικόνες 15ου-19ου αιώνα, χειρόγραφα και βιβλία 16ου-19ου αιώνα, αρχιερατικά άμφια και εκκλησιαστικά είδη, όπλα και λάβαρα από κρητικές επαναστάσεις και το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, χαλκογραφίες και λιθογραφίες 16ου-19ου αιώνα.



Αξιοσημείωτο είναι ότι η μονή Τοπλού διαθέτει ελαιουργείο, εμφιαλωτήριο οίνου και αποστακτήριο τσικουδιάς.


Τα παραγόμενα προϊόντα (ελαιόλαδο, κρασί και τσικουδιά) τυποποιούνται και διατίθενται στην τοπική και τη διεθνή αγορά.






Ειδικότερα, τα κρασιά της μονής Τοπλού Θραψαθήρι-Βηλάνα (λευκό), Merlot-Syrah και Λιάτικο-Μαντηλάρι (κόκκινα) φημίζονται, καθώς προσφέρουν πραγματικά μοναδικά αρώματα και γεύσεις.

*Πολλές από τις φωτογραφίες που περιλαμβάνονται στο παρόν άρθρο προέρχονται από το διαδικτυακό τόπο της Ιεράς Μητροπόλεως Ιεραπύτνης και Σητείας (σε αυτές είναι ευκρινές το copyright).