Η επιστροφή των δύο πινάκων του Πικάσο και του Μοντριάν στην Εθνική Πινακοθήκη αποτελεί σίγουρα μια χαρμόσυνη είδηση, ωστόσο πέπλο μυστηρίου σκεπάζει την τύχη του τρίτου έργου που εκλάπη τη μοιραία εκείνη νύχτα του Ιανουαρίου του 2012.

Πρόκειται για θρησκευτικό σχέδιο σε χαρτί που τιτλοφορείται «Ο Άγιος Diego de Alcala σε έκσταση με την Αγία Τριάδα και Σύμβολα του Πάθους» και φιλοτέχνησε ο Γουλιέλμο Κάτσια (γνωστός με το ψευδώνυμο Moncalvo) στις αρχές του 17ου αιώνα.

Σύμφωνα, λοιπόν, με όσα ισχυρίστηκε ο δράστης της κλοπής στην απολογία του, την ώρα που προσπαθούσε να διαφύγει από την Πινακοθήκη με τα ανεκτίμητης αξίας έργα τέχνης, κόπηκε σε κάτι γυαλιά και σκούπισε το χέρι του στο συγκεκριμένο σκίτσο θρησκευτικής απεικόνισης, με αποτέλεσμα αυτό να καταστραφεί. Έτσι, όταν γύρισε σπίτι του, πέταξε το ματωμένο σχέδιο στη λεκάνη της τουαλέτας.

Σε κατάλογο δημοπρασίας του 2019 το συγκεκριμένο σκίτσο!

Η εκδοχή αυτή του δράστη φαίνεται πως έγινε πιστευτή από τις αρχές. Ωστόσο, ένα άρθρο της Καθημερινής από τον Νοέμβριο του 2020 δίνει μια διάσταση – «θρίλερ» στην κλοπή του συγκεκριμένου έργου τέχνης.

Το έργο του Moncalvο λοιπόν εντοπίστηκε από την ιστορικό τέχνης Serena D’Italia, τον Σεπτέμβριο του 2019, σε ηλεκτρονικό κατάλογο γνωστού οίκου δημοπρασιών με έδρα τη Φλωρεντία.

Λίγες ώρες μετά, το έργο… εξαφανίστηκε ξαφνικά από τον ηλεκτρονικό κατάλογο του οίκου δημοπρασιών.

«Το σχέδιο έχει κάπως “διορθωθεί”, έχει προστεθεί μια κακής ποιότητας υπογραφή και σφραγίδα, αλλά πολλές λεπτομέρειες, σκούρες κηλίδες λ.χ., είναι τόσο όμοιες, που είμαι σχεδόν βέβαιη ότι πρόκειται για το ίδιο έργο», είχε δηλώσει η ιστορικός τέχνης η οποία ξόδεψε αρκετή ώρα συγκρίνοντάς το με αυτό που είχε κλαπεί το 2012 από την Εθνική Πινακοθήκη.

Αριστερά: Το σχέδιο όπως τυπώθηκε στον κατάλογο της έκθεσης «Στα άδυτα της Εθνικής Πινακοθήκης. Αγνωστοι θησαυροί από τις συλλογές της», 20/10/2011 – 8/1/2012, σελ. 337. Δεξιά: Το σχέδιο όπως βρέθηκε μετά την κλοπή στη Φλωρεντία, με τη σφραγίδα και την υπογραφή.

Σύμφωνα με την Μαριλένα Κασιμάτη, ιστορικό τέχνης, πρώην επιμελήτρια της Εθνικής Πινακοθήκης και μία εκ των επιμελητών της περιοδικής έκθεσης “Στα άδυτα της Εθνικής Πινακοθήκης. Άγνωστοι θησαυροί από τις συλλογές της”, της έκθεσης που “έτρεχε” την ημέρα της κλοπής, 9 Ιανουαρίου 2012, είναι: “σχεδόν σίγουρο ότι το έργο της δημοπρασίας είναι το ίδιο και το αυτό έργο της Εθνικής Πινακοθήκης, το οποίο, μετά την κλοπή, υπέστη πλαστογράφηση, πιθανώς ακόμη και πλύση για εξάλειψη φθορών της χάρτινης επιφάνειας και με σκοπό τη σύγχυση”.

Η πλαστογράφηση πάνω στο γνήσιο έργο τέχνης αφορά στην προσθήκη ενός (φανταστικού) αριθμού 3Β και μιας δήθεν υπογραφής Μ…  με μαύρο μαρκαδόρο, στη θέση ακριβώς όπου παλαιότερα υπήρχε κενό στο χαρτί.

«Η πλαστογράφηση είναι φανερό πως έγινε με τη συνδρομή συντηρητή/τριας χάρτου μετά την κλοπή. Δεν αποκλείεται μάλιστα να ήταν ελληνικά τα χέρια αυτά. Θεωρώ κι εγώ σχεδόν σίγουρο ότι το έργο της δημοπρασίας είναι το ίδιο και το αυτό έργο της Εθνικής Πινακοθήκης, το οποίο, μετά την κλοπή, υπέστη πλαστογράφηση, πιθανώς ακόμη και πλύση για εξάλειψη φθορών της χάρτινης επιφάνειας και με σκοπό τη σύγχυση. Είναι εντελώς αδύνατον, ένα χειροποίητο σχέδιο να επαναληφθεί με ακριβώς τον ίδιο τρόπο δύο φορές, χωρίς την παραμικρή γραμμική παρέκκλιση», δήλωνε στην Καθημερινή η κ. Κασιμάτη, η οποία φυσικά ενημέρωσε το υπουργείο Πολιτισμού.

Τι είχε απαντήσει το ΥΠΠΟΑ και η Εθνική Πινακοθήκη

Εντύπωση προκαλεί η στάση του υπουργείου Πολιτισμού και της Εθνικής Πινακοθήκης, καθώς έδειξαν αδιαφορία απέναντι στην εξέλιξη αυτή.

«Η Διεύθυνση Τεκμηρίωσης και Προστασίας Πολιτιστικής Κληρονομιάς, σε συνεργασία με την Εθνική Πινακοθήκη, προχώρησε άμεσα σε όλες τις απαραίτητες ενέργειες μέσω των αρμοδίων αστυνομικών αρχών (Interpol) προκειμένου να επιτευχθεί η πλήρης τεκμηρίωση του έργου, ενώ παράλληλα έχει ζητηθεί και η συνδρομή της εισαγγελικής αρχής στην εν λόγω υπόθεση», ανέφερε η Βάσω Παπαγεωργίου, προϊσταμένη Διεύθυνσης Τεκμηρίωσης και Προστασίας Πολιτιστικών Αγαθών του υπουργείου Πολιτισμού.

Διευκρίνισε επίσης πως: «οι υποθέσεις διεκδίκησης παρανόμως διακινηθέντων πολιτιστικών αγαθών απαιτούν χρόνο και επιμονή μέχρι να τελεσφορήσουν, όλοι οι χειρισμοί γίνονται μέσω διαβαθμισμένων εγγράφων και μέχρι την τελική έκβαση των υποθέσεων τηρείται η αρχή της εμπιστευτικότητας».

Εξηγεί τέλος ότι «το έργο φαίνεται κατ’ αρχήν όμοιο με εκείνο που είχε κλαπεί στις 9.1.2012 από την Εθνική Πινακοθήκη και είχε αναρτηθεί στη βάση κλαπέντων της Interpol “P.sy.c.he”, παρουσιάζει ωστόσο ορισμένες μικρές διαφορές».

Μαζί της συμφωνεί και η διευθύντρια της Εθνικής Πινακοθήκης, Μαρίνα Λαμπράκη-Πλάκα. «Εχουμε σοβαρές αμφιβολίες, κυρίως επειδή υπάρχει μια μικρή διαφορά στο μέγεθος, αλλά και κάποιες διαφορετικές κηλίδες»

Μάλιστα, η διοίκηση της Εθνικής Πινακοθήκης παραδέχτηκε ότι δεν είχε στείλει κάποιον ειδικό να εξετάσει από κοντά το έργο. «Έθεσα το ζήτημα στο Δ.Σ. και δεν το κρίναμε απαραίτητο».