Η νέα αντιπρόεδρος των ΗΠΑ Κάμαλα Χάρις φόρεσε πέρλες στη χθεσινή τελετή ορκωμοσίας. Το τεκμήριο της δικής της διακριτικής κομψότητας σηματοδοτεί το τέλος της αισθητικής «τηλεοπτική σαπουνόπερα» με την οποία τα θηλυκά κυρίως μέλη της δυναστείας Τραμπ γέμισαν την τελευταία τετραετία τα ενδότερα του Λευκού Οίκου. Η αγέρωχη Μελάνια Τραμπ και η αβάσταχτα άψογη Ιβάνκα Τραμπ άφησαν τα επιδραστικά ίχνη τους στο εκκολαπτόμενο στυλ αδυσώπητης επίδειξης πλούτου και ματαιοδοξίας.

Η Μελάνια Τραμπ έφυγε από τον Λευκό Οίκο με τη χειρότερη βαθμολογία δημοτικότητας για οποιαδήποτε πρώτη κυρία στο τέλος της θητείας της στην ιστορία των δημοσκοπήσεων. Οι δικές της σχέσεις με τον κόσμο της μόδας, σε αντίθεση με την προκάτοχό της Μισέλ Ομπάμα ή τη νέα ένοικο του Λευκού Οίκου Τζιλ Μπάιντεν, δεν προώθησαν καμία συμβολική ανταλλαγή μηνυμάτων με κοινή κατεύθυνση την προώθηση των συμφερόντων μιας οικονομίας. Η Μελάνια ως πρώτη κυρία της Αμερικής ήταν η όμορφη σύζυγος η οποία ανταγωνίστηκε την προγονή της Ιβάνκα Τραμπ ψωνίζοντας με όρους τάσεων και όχι προθέσεων. Και οι δυο τους ήρθαν στο προσκήνιο της πολιτικής γνωρίζοντας τι είναι στη μόδα, πληρώνοντας για να έχουν πρόσβαση στο στυλ της στιγμής, διαμορφώνοντας ένα προφίλ ενδυματολογικό ξεχωριστό για την καθεμία.

Πολιτισμική επιρροή

Η δύναμη της μόδας βασίζεται στο να περιγράφει συστήματα διαφορετικών στυλ τα οποία απευθύνονται σε μεγάλες ομάδες καταναλωτών και σε διασημότητες με πολιτισμική επιρροή. Αυτή την επιρροή υπονοούσαν τα ρούχα της Μελάνια στον ρόλο της πρώτης κυρίας. Με πρώτη απόδειξη τη λευκή φόρμα Ralph Lauren που φορούσε τη νύχτα της εκλογικής νίκης του Τραμπ (την οποία είχε η ίδια αγοράσει από κάποιο κατάστημα και όχι σε συνεργασία με τον σχεδιαστή). Ιδιαίτερα τα παλτό εκείνα που φορούσε ριγμένα στους ώμους και όχι με περασμένα τα χέρια της μέσα στα μανίκια τους απηχούσαν την αίσθηση υπεροχής που αισθανόταν και τόνιζε σε πολλές εμφανίσεις της. Ακόμη και οι βραδινές μακριές τουαλέτες της με πτυχώσεις και πέπλα που ξεκινούσαν από το ύψος της πλάτης οπτικά παρέπεμπαν στη συμβολική συγγένειά τους με τους βασιλικούς μανδύες σε τελετουργικά στέψης παλαιών ηγεμόνων της Ευρώπης.

«Η στολή προμηθεύει εκείνον που τη φορά με μια καθοριστική γραμμή διαχωρισμού ανάμεσα στο πρόσωπό του και στον κόσμο», γράφει το 1931 ο αυστριακός λογοτέχνης Χέρμαν Μπροκ στους «Υπνοβάτες» του, περιγράφοντας τον τρόπο που η στολή του στρατιωτικού δημιουργεί την απόσταση μεταξύ της καθημερινότητάς του και του κοινωνικού του ρόλου, ενώ στη συνέχεια γίνεται η ενσάρκωση της κοινωνικής υπεροχής του. Για τη Μελάνια Τραμπ η γκλάμορ επιβλητική γκαρνταρόμπα της και το αινιγματικό της πρόσωπο λειτούργησαν στο να καταπολεμήσει την ετικέτα της δευτεραγωνίστριας, η οποία περιστασιακά τραβά την προσοχή των θεατών. Αφού η σιωπή και η μηδαμινή έλξη της στα κοινά ζητήματα γρήγορα απομάκρυναν το γυναικείο κοινό, το οποίο είχε αρχίσει να προσεγγίζει την Ιβάνκα, δραστήρια και εκδηλωτική μέσα στον Instagram λογαριασμό της. Η «εξ αποστάσεως» συμπεριφορά της Μελάνια ενισχύεται με το ντύσιμό της. Ακόμη και ένα μακρύ εμπριμέ φόρεμα πάνω της προσδιορίζεται σε ένα είδος πανοπλίας.

Στην ορκωμοσία του συζύγου της φόρεσε ένα γαλάζιο φόρεμα Ralph Lauren, στην απόχρωση του ρούχου που είχε φορέσει η Τζάκι Κένεντι στην ανάλογη δική της στιγμή. Ηταν η πρώτη ένδειξη για το ότι η Μελάνια σκόπευε να συνυφάνει συνειρμούς ομοιότητας με ένα αμερικανικό είδωλο της μόδας. Η Τζάκι Κένεντι, μετέπειτα Ωνάση, στη διάρκεια ενός ταξιδιού της στην Αθήνα στις αρχές του ’60 έκανε βόλτα στο Μοναστηράκι και επισκέφθηκε μαγαζιά με ψάθινα είδη χειροτεχνίας και λαϊκής τέχνης. Στη Σύνοδο του G7 στην Ταορμίνα της Σικελίας, τον Μάιο του 2017, η Μελάνια Τραμπ βρέθηκε μπροστά σε μια βιτρίνα του οίκου Dolce & Gabbana να την ξεναγούν στη χειροτεχνική παράδοση της Σικελίας που είχαν αποτυπώσει στη δουλειά τους οι ιταλοί σχεδιαστές. Η εικόνα, αν και απείχε χρονικά, έδειχνε την κοινή δραστηριότητα δύο γυναικών τις οποίες συνέδεε η κοινωνική τους ταυτότητα, προσδίδοντας πολιτικό νόημα στον φιλάρεσκο χαρακτήρα τους.

Με τη Μισέλ Ομπάμα, τη δικηγόρο καριέρας που έγινε πρώτη κυρία, συμπληρώθηκαν οι προσδοκίες για την ταυτότητα της νέας συζύγου που προωθούσε ο αμερικανικός κόσμος της μόδας. Ισότιμη, οικονομικά ανεξάρτητη, δυναμική και με ένα στυλ στο ντύσιμό της να απηχεί αυτοπεποίθηση και γνώσεις επικοινωνιακής πολιτικής, η Μισέλ Ομπάμα μετακίνησε την αμερικανική μόδα από τη μειονεκτική θέση στην οποία την είχαν περιορίσει με την υπεροχή της υψηλής χειροτεχνίας οι ευρωπαϊκοί οίκοι πολυτελείας. Στη διάρκεια της δικής της θητείας στον Λευκό Οίκο, όλες της οι επιλογές έδειξαν προς την αμερικανική μόδα και τα ονόματα εκείνα που μπορούν να σταθούν στη διεθνή σκηνή. Αντίθετα, η Μελάνια αψήφησε αρκετές φορές το «καθήκον» της ως πρώτης κυρίας να στηρίξει αμερικανούς σχεδιαστές και έδωσε το προβάδισμα σε εκείνους που τόνιζαν το σύμπλεγμα μεγαλείου της. Οπως το μαύρο κλασικό κοστούμι των Dolce & Gabbana που φόρεσε για το επίσημο πορτρέτο της, τον Απρίλιο του 2017.

Αδυναμία ενσυναίσθησης

Η απόσταση από τα γεγονότα, η αδυναμία ενσυναίσθησής της φάνηκαν πολλές φορές μέσα από το ντύσιμό της. Οταν επιβιβάστηκε στο αεροπλάνο για να επισκεφθεί τις περιοχές που επλήγησαν από τον τυφώνα Χάρβεϊ, φορούσε skinny μαύρο παντελόνι, γόβες – στιλέτο Louboutin μαζί με γυαλιά ηλίου αεροπόρων και στρατιωτικό χακί τζάκετ. Το look αυτό της Μελάνια διαπέρασε τις fashion bloggers και το Instagram από εκείνο το διάστημα γέμισε με κλώνους της που υποδέχτηκαν το νέο ύφος #δεμεμέλει. Το είχε προβάλει με την κάζουαλ εμφάνισή της κατά την επίσκεψή της σε κέντρο κράτησης παιδιών μεταναστών, στα σύνορα ΗΠΑ – Μεξικού, τον Ιούνιο του 2018: ήταν το χακί τζάκετ Zara των 39 δολαρίων με τη φράση – κλειδί γραμμένη με λευκό χρώμα, σαν γκραφίτι, στην πλάτη της: «Ι really don’t care. Do you?» («Στ’ αλήθεια δεν με νοιάζει. Εσένα;»). Τον Οκτώβριο του 2018 φόρεσε ένα ιβουάρ σύνολο σαφάρι για την επίσκεψή της στην Κένυα και την Αίγυπτο. Οι αναμνηστικές φωτογραφίες με φόντο τις πυραμίδες των φαραώ, φορώντας το χαρακτηριστικό καπέλο των στρατιωτών μισθοφόρων του αποικιοκρατικού παρελθόντος, αποδείκνυαν ότι το ενδυματολογικό της οπλοστάσιο ήταν ενεργό και κάλυπτε τη λεκτική της ένδεια.

.

Ιβάνκα όπως λέμε «Δυναστεία»

Κι ύστερα ήρθε στο προσκήνιο και η Ιβάνκα. Στιλπνή λαμπερή επιδερμίδα, λεία φωτεινά μαλλιά, λευκό χαμόγελο και ντύσιμο άψογο με έμφαση στα εφαρμοστά, ίσια φορέματα γραφείου για επαγγελματικές εμφανίσεις, με ψηλοτάκουνες γόβες. Το άλλαζε μόνο για να φορέσει κάποια έξωμη τουαλέτα με χρυσές ή άλλες αστραφτερές αποχρώσεις υπενθυμίζοντας στο φιλοθεάμον κοινό και τις αναγνώστριες κοσμικών εντύπων ότι έχει βρει τον τρόπο να δημιουργεί τη δική της σειρά ρούχων, παπουτσιών και κοσμημάτων. Μοντέλο στο περιοδικό «Seventeen», το 1997, όταν ήταν μόλις 16 ετών, κακομαθημένη πελάτισσα της Ντονατέλα Βερσάτσε και του Τιερί Μιγκλέρ η Ιβάνκα πρόβαλλε τη συγκρατημένη ραφιναρισμένη θηλυκότητα που ακολουθεί κάθε ύπαρξη αναθρεμμένη να αποκτήσει συμπεριφορά μεγαλοαστική αυτοπεποίθησης.

Προϊόν πανάκριβων σχολείων και καλών πανεπιστημίων η Ιβάνκα Τραμπ έφερε στην αμερικανική πολιτική – με ανανεωμένο ύφος – το κιτς της χλιδής που για πρώτη φορά είχαμε δει στη σαπουνόπερα της δεκαετίας του ‘80 «Δυναστεία».
Κρατάμε ένα επεισόδιο από τη δική της περίπτωση. Αυτό με τον αμερικανό καλλιτέχνη Ρίτσαρντ Πρινς. Ο οποίος είχε ζωγραφίσει ένα πορτρέτο της Ιβάνκα Τραμπ βασισμένο σε μια selfie που η κόρη του πρώην αμερικανού προέδρου είχε ανεβάσει στο Instagram. Εδειχνε τις προετοιμασίες της μπροστά σε έναν καθρέφτη με μακιγιέρ και κομμωτή να επιμελούνται την εμφάνισή της. Ο Ρίτσαρντ Πρινς, καλλιτέχνης που ακολουθεί το δόγμα του Αντι Γουόρχολ για την οικειοποίηση (appropriation) εικόνων παρεμβαίνοντας ζωγραφικά σε αυτές, όταν έμαθε ότι αγοραστής του συγκεκριμένου πορτρέτου ήταν η ίδια η Ιβάνκα με τον σύζυγό της, έκανε δύο πράγματα: επέστρεψε τα 36.000 δολάρια στον αγοραστή, δηλαδή στην Ιβάνκα. Και στον λογαριασμό του στο Instagram ανέβασε το έργο του για να το αφορίσει: «Αυτό δεν είναι έργο μου. Δεν το έκανα. Το αρνούμαι. Αποκηρύσσω αυτήν την ψευδή τέχνη».