Σε έξι μήνες φυλάκιση με τριετή αναστολή καταδικάστηκε αστυνομικός των ΜΑΤ με τη κατηγορία ότι προκάλεσε κρανιοεγκεφαλικές κακώσεις σε διαδηλωτή χτυπώντας τον.

Ο κατηγορούμενος κρίθηκε ένοχος από το Μονομελές Πλημμελειοδικείο Θεσσαλονίκης για επικίνδυνη σωματική βλάβη, ενώ κατά της απόφασης άσκησε έφεση και αφέθηκε ελεύθερος.

Πρόκειται για περιστατικό το οποίο εκτυλίχθηκε τον Δεκέμβριο του 2015 στη Θεσσαλονίκη. Ο 17χρονος τότε διαδηλωτής αποφάσισε να συμμετάσχει με παρέα φοιτητών, μεταξύ των οποίων και ο μεγαλύτερος αδελφός του, σε αντιπολεμική – αντιφασιστική πορεία, η οποία έγινε στο κέντρο της πόλης.

Στον δρόμο τους προς την προσυγκέντρωση ο αδελφός του ανήλικου φέρεται να λογομάχησε με τον αστυνομικό, που εκείνη την ώρα βρισκόταν σε υπηρεσία, ενώ αφορμή φαίνεται πως στάθηκε ένα παλιότερο επεισόδιο για το οποίο ο πρώτος είχε δικαστεί και αθωωθεί μόλις λίγες μέρες νωρίτερα.

Κατά τη φραστική αντιπαράθεση, ο αστυνομικός ζήτησε την αυτόφωρη σύλληψη του φοιτητή για εξύβριση και απειλή, κινητοποιώντας τη διμοιρία των ΜΑΤ, στην οποία συμμετείχε και ο ίδιος. Στη θέα της σύλληψης του αδελφού του, ο ανήλικος και η υπόλοιπη παρέα των φοιτητών διαμαρτυρήθηκαν κινούμενοι προς το μέρος των αστυνομικών.

Ο αστυνομικός χτύπησε τον 17χρονο με συνέπεια να χρειαστεί να νοσηλευτεί σε νοσοκομείο, φέροντας κρανιοεγκεφαλικές κακώσεις, όπως γνωμάτευσαν οι γιατροί.

Ο αστυνομικός στην απολογία του αρνήθηκε την κατηγορία, υποστηρίζοντας ότι ο νεαρός μηνυτής αυτοτραυματίστηκε.

«Έπεφταν σαν … κατσίκια πάνω στις αστυνομικές ασπίδες», περιέγραψε ο ίδιος το περιστατικό, ενώ αμφισβήτησε τις ιατρικές γνωματεύσεις για τον τραυματισμό του ανήλικου, υποστηρίζοντας ότι επρόκειτο απλώς για «αμυχές».

Τα ίδια κατέθεσε νωρίτερα συνάδελφός του, επικεφαλής της συγκεκριμένης διμοιρίας, που ανέφερε ότι «βρισκόμασταν σε άμυνα».

Οι παραπάνω ισχυρισμοί όμως δεν έγιναν δεκτοί από το δικαστήριο το οποίο έκρινε ένοχο τον κατηγορούμενο, ενώ την καταδίκη του ζήτησε και η εισαγγελέας της έδρας.