«Με τη συμφωνία απελευθερώνονται 10.000 θέσεις δημοσίων υπαλλήλων. Αυτό  δίνει δυνατότητα τα επόμενα χρόνια να τις συμπληρώσουμε με προσλήψεις δημοσίων υπαλλήλων για να καλυφθούν ανάγκες του κοινωνικού κράτους, γιατρούς δασκάλους κλπ», ανέφερε ο κυβερνητικός εκπρόσωπος κατά τη διάρκεια ενημέρωσης των πολιτικών συντακτών ανοίγοντας έτσι το δρόμο για αθρόες προσλήψεις στο Δημόσιο.

Αναφερόμενος στη συμφωνία Τσίπρα – Ιερώνυμου, τόνισε ότι «με αυτή απελευθερώνονται 10.000 θέσεις δημοσίων υπαλλήλων», δήλωσε επί λέξει, εξηγώντας παρενθετικώς ότι «οι κληρικοί αν και δεν είναι ακριβώς δημόσιοι υπάλληλοι, είναι οιονεί δημόσιοι υπάλληλοι, καταμετρώνται όμως στο δυναμικό των δημοσίων υπαλλήλων».

Και, συνέχισε, λέγοντας ότι «επειδή έχουμε καταφέρει να καταλήξουμε σε συμφωνία με τους θεσμούς πριν τη λήξη των μνημονίων που προβλέπει το 1:1 στο Δημόσιο, αυτό μας δίνει τη δυνατότητα στα επόμενα χρόνια να συμπληρώσουμε αυτές τις θέσεις με προσλήψεις δημοσίων υπαλλήλων κατά κύριο λόγο για να καλύψουμε κοινωνικές ανάγκες, του κοινωνικού κράτους, δηλαδή γιατρούς, εκπαιδευτικούς και όποιες άλλες ανάγκες κρίνει η ελληνική κυβέρνηση ότι απαιτείται να καλυφθούν».

Επίσης, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος εξήγησε και το «πώς» θα καλύπτεται η μισθοδοσία των κληρικών στο εξής, μέσω της επιδότησης που θα καταβάλλει το κράτος, θέμα που είναι αλληλένδετο με τις προσλήψεις δημοσίων υπαλλήλων: «Στο ζήτημα της επιδότησης η ελληνική κυβέρνηση φιλοδοξεί ως το 2030 τα εσοδα από το ταμείο αξιοποίησης εκκλησιαστικής περιουσίας να είναι τέτοια που να αρκούν ώστε να καλύπτουν το ποσοστό επιδότησης που θα δίνεται κάθε χρόνο στην εκκλησία», ανέφερε ο Δ. Τζανακόπουλος.

«Για πρώτη φορά από συστάσεως ελληνικού κράτους το ζήτημα της εκκλησιαστικής περιουσίας επιχειρείται να επιλυθεί όχι με μονομερείς ενέργειες αλλά με συμφωνία μεταξύ Πολιτείας και Εκκλησίας σε ισότιμη βάση μετά από ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο», πρόσθεσε ο κ. Τζανακόπουλος .

Σημείωσε ότι η κυβέρνηση καλεί όλες τις πολιτικές δυνάμεις «να υποστηρίξουν αυτή την ιστορική πρωτοβουλία που διευθετεί μια από τις πιο περίπλοκες νομικές και πραγματικές εκκρεμότητες, ίσως την πιο περίπλοκη, στην ιστορία του ελληνικού κράτους».

Ο κ. Τζανακόπουλος υπογράμμισε ότι «η αναθεώρηση του Συντάγματος, ως μια κορυφαία θεσμική και κοινοβουλευτική πρωτοβουλία απαιτεί υπευθυνότητα και καθαρές τοποθετήσεις επί της ουσίας των θεμάτων. Ό,τι δηλαδή δεν έχει πράξει μέχρι στιγμής η Νέα Δημοκρατία και ο κος Μητσοτάκης».

Υποστήριξε ότι η «αμφίσημη στάση» του κ. Μητσοτάκη «σχετίζεται με την αμηχανία του μπροστά στην πρόταση για την τροποποίηση του άρθρου 86 του Συντάγματος και την ενδόμυχη επιθυμία του να μην καταργηθεί η σύντομη παραγραφή για τα ποινικά αδικήματα των υπουργών».