Σε άρθρο υπό τον τίτλο «Η πορεία που ακολούθησε ο Πρόεδρος της ΕΚΤ άξιζε», η εβδομαδιαία γερμανική εφημερίδα Die Zeit γράφει: «Πρόσφατα δημιουργήθηκε η εντύπωση ότι ο Μάριο Ντράγκι είναι υπεύθυνος σχεδόν για κάθε κακό που συμβαίνει. Όπως λένε οι πολυάριθμοι επικριτές του κυρίως στη Γερμανία, ο Πρόεδρος της ΕΚΤ επαναφέρει τον πληθωρισμό, καταπνίγει κάθε μεταρρυθμιστική προσπάθεια στην Ευρώπη και εθίζει την οικονομία στο ‘ναρκωτικό’ του φτηνού χρήματος, από το οποίο δεν πρόκειται να γλιτώσει ποτέ.

» ‘Παραχαράκτη’ τον χαρακτήρισε ο Alexander Dobrindt (CSU), «εμπρηστή» ο Frank Schäffler (FDP).

» Αυτό δεν είναι καθόλου ασήμαντο, όταν ακριβώς αυτή την εβδομάδα αρχίζει η αποτοξίνωση, που δήθεν δεν θα καταστεί εφικτή: Ο Ντράγκι προτίθεται να αγοράζει λιγότερα κρατικά ομόλογα και αργότερα να αυξήσει εκ νέου τα επιτόκια.

» Αλλά ούτε και κανένα από τα τρομακτικά σενάρια που διακινούνταν έγινε πραγματικότητα: Πέρσι η Ευρωζώνη έγινε η οικονομική περιοχή της Δύσης με τη μεγαλύτερη ανάπτυξη και το χαμηλότερο ποσοστό πληθωρισμού – και στη Γαλλία ο Εμ.Μακρόν μόλις υπέγραψε ένα από τα πιο φιλόδοξα πακέτα μεταρρυθμίσεων της μεταπολεμικής εποχής.

» Φυσικά και μπορεί να μην έχουμε φτάσει ακόμα στο τελικό στάδιο: Ίσως την ανάπτυξη ακολουθήσει η ύφεση, ίσως ο Μακρόν αποτύχει και ίσως κάπου στην Ευρώπη μεγαλώνει αυτή τη στιγμή η επόμενη κερδοσκοπική φούσκα.

» Αλλά είναι επίσης πιθανό η Ευρώπη, μετά από μια μακρά και βαριά κρίση, να βρίσκεται επιτέλους σε τροχιά βελτίωσης. Προς το παρόν τουλάχιστον οι περισσότερες ενδείξεις είναι ότι η πορεία που ακολούθησε ο Ντράγκι άξιζε.

» Αυτό όμως μας δείχνει κιόλας πού οδηγεί η υιοθέτηση προκαταλήψεων όταν συζητάμε για την Ευρώπη. Κανονικά οι πρωταγωνιστές της λήψης αποφάσεων αναζητούν λύσεις σε προβλήματα, που δεν δημιούργησαν αυτοί. Μπορεί τουλάχιστον να θεωρηθεί δεδομένο ότι ο πρωταρχικός σκοπός του Ντράγκι δεν είναι να πάρει τα λεφτά των Γερμανών, όπως και η Άνγκελα Μέρκελ δεν χαίρεται όταν υποφέρουν οι Έλληνες.

» Η αναγνώριση αυτού του πράγματος δεν σημαίνει μη τήρηση κριτικής στάσης, αλλά τήρηση του μέτρου και εύρεση της χρυσής τομής».

«Γιατί όταν η κριτική γίνεται μνησικακία δεν μπορεί πια να υπάρξει συνεννόηση. Και πολλά άλλα ακόμα» καταλήγει η Die Zeit.

ΑΠΕ-ΜΠΕ,in.gr