Ο αριθμός των παιδιών που έχει ένα ζευγάρι, μπορεί να αποτελεί παράγοντα καρδιαγγειακού κινδύνου για τους γονείς, σύμφωνα με κινεζική μελέτη που δημοσιεύθηκε στο επιστημονικό έντυπο Circulation. Μια άλλη μελέτη συσχετίζει τον αριθμό των κυήσεων με την κολπική μαρμαρυγή στις γυναίκες, ενώ μια τρίτη συνδέει τον πρόωρο τοκετό με τον καρδιαγγειακό κίνδυνο.

Στην πρώτη μελέτη οι ερευνητές ανέλυσαν στοιχεία για περίπου μισό εκατομμύριο άτομα και παρατήτησαν ότι υπάρχει σχέση ανάμεσα στον αριθμό των παιδιών και στον κίνδυνο για έμφραγμα ή εγκεφαλικό επεισόδιο.

Ο κίνδυνος για τις γυναίκες και για τους άνδρες μειωνόταν αν είχαν ένα παιδί, αλλά αυξανόταν με τα δύο ή περισσότερα παιδιά.

Οι επιστήμονες εκτιμούν ότι είναι κυρίως κοινωνικο-οικονομικοί και ψυχολογικοί παράγοντες πίσω από το συσχετισμό. Δηλαδή, καθώς με ένα παιδί οι γονείς αισθάνονται προστασία καθώς μεγαλώνουν, με πολλά παιδιά νιώθουν συνεχώς ότι έχουν αυξημένες οικονομικές απαιτήσεις και κοινωνικές πιέσεις, πράγμα που τους δημιουργεί περισσότερο στρες.

Στη δεύτερη μελέτη, επιστήμονες του Πανεπιστημίου ΜακΜάστερ, με επικεφαλής την Κριστίν Αλμπερτ ανέλυσαν στοιχεία για 34.600 γυναίκες και παρατήρησαν ότι οι πολλαπλές εγκυμοσύνες αυξάνουν τον κίνδυνο μιας γυναίκας να εμφανίσει κολπική μαρμαρυγή αργότερα στη ζωή της.

Μάλιστα, όσα περισσότερα παιδιά είχε αποκτήσει μια γυναίκα, τόσο μεγαλύτερος ήταν ο κίνδυνος να εμφανίσει τη συχνότερη μορφή αρρυθμίας. Με τέσσερα παιδιά και άνω, ο κίνδυνος αυξανόταν κατά περίπου 50%.

Η τρίτη μελέτη που έγινε μεταξύ 70.180 γυναικών, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι ο πρόωρος τοκετός (πριν την 37η εβδομάδα της κύησης) αυξάνει κατά 40% τον καρδιαγγειακό κίνδυνο για τις γυναίκες αργότερα στη ζωή τους.

Σύμφωνα με την καθηγήτρια Βέρα Ρέγκιτς-Ζαγκρόσεκ, πρόεδρο της ομάδας εργασίας της Ευρωπαϊκής Εταιρείας Καρδιολογίας για τη «διαχείριση του καρδιαγγειακού κινδύνου κατά την εγκυμοσύνη», μετά τις νέες αυτές μελέτες «ο αριθμός των παιδιών θα πρέπει να θεωρηθεί ένας νέος παράγων που επηρεάζει τον κίνδυνο για μερικές καρδιαγγειακές νόσους τόσο για τους άνδρες όσο και για τις γυναίκες και το ζήτημα πρέπει να διερευνηθεί περαιτέρω».

Επιμέλεια: Μαίρη Μπιμπή

health.in.gr,ΑΠΕ-ΜΠΕ