Η πλειονότητα των 350 εκατομμυρίων ατόμων που πάσχουν από κατάθλιψη, παγκοσμίως, δεν λαμβάνουν σχεδόν καμία θεραπεία, σύμφωνα με διεθνή μελέτη που έγινε υπό την αιγίδα του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (ΠΟΥ).

Η μελέτη, η οποία δημοσιεύεται σήμερα στο επιστημονικό έντυπο The British Journal of Psychiatry, ανέλυσε δεδομένα από έρευνες του ΠΟΥ για την ψυχική υγεία για 50.000 άτομα από 21 χώρες περιλαμβανομένων των: Βραζιλία, Βουλγαρία, Κολομβία, Ιράκ, Μεξικό, Νιγηρία, Κίνα, Αργεντινή, Γαλλία, Γερμανία, Ισραήλ, Ιαπωνία, Πορτογαλία, Ισπανία και ΗΠΑ.

Οι ερευνητές χαρακτήρισαν ως την μικρότερη δυνατή θεραπεία, είτε τη φαρμακευτική αγωγή που περιλαμβάνει τη λήψη φαρμάκων για τουλάχιστον ένα μήνα σε συνδυασμό με τέσσερις ή περισσότερες επισκέψεις σε γιατρό ή την ψυχοθεραπεία που περιλαμβάνει τουλάχιστον οκτώ συνεδρίες με κάποιον επαγγελματία, ανάμεσά τους και θρησκευτικό ή πνευματικό σύμβουλο, κοινωνικό λειτουργό ή ψυχολόγο.

Από την ανασκόπηση των στοιχείων προέκυψε ότι, ακόμη και στις πλούσιες χώρες με σχετικώς καλές υπηρεσίες υγείας, σχεδόν το 20% των ασθενών με κατάθλιψη λαμβάνουν επαρκή θεραπεία. Στις φτωχές χώρες η κατάσταση είναι πολύ χειρότερη, με μόλις έναν στους 27 ασθενείς να λαμβάνει επαρκή θεραπεία.

«Σε μεγάλο βαθμό η θεραπεία που χορηγείται σήμερα στους πάσχοντες από κατάθλιψη είναι ανεπαρκής», σχολιάζει ο Γκρέιαμ Θόρνικροφτ, καθηγητής στο Βασιλικό Κολέγιο του Λονδίνου και επικεφαλής της μελέτης.

Μάλιστα κάνει έκκληση στις εθνικές και διεθνείς οργανώσεις για μεγαλύτερη διάθεση πόρων και για ενίσχυση των υπηρεσιών ψυχικής υγείας «ώστε κανένας πάσχων από κατάθλιψη να μην παραμελείται».

Οι επιστήμονες διαπίστωσαν ότι ενώ υπάρχει αυξανόμενη ενημέρωση ότι η κατάθλιψη μπορεί να διαγνωστεί και συχνά να αντιμετωπιστεί επιτυχώς μέσω ψυχοθεραπείας ή φαρμάκων, οι θεραπείες δεν χρησιμοποιούνται ευρέως.

«Η παροχή θεραπείας στον απαιτούμενο βαθμό για την αντιμετώπιση της κατάθλιψης είναι κομβικής σημασίας, όχι μόνο για μειωθεί ο αριθμός των αυτοκτονιών ή της αναπηρίας, αλλά και από ηθικής και ανθρωπιστικής πλευράς και για να βοηθηθούν οι άνθρωποι ώστε να γίνουν πλήρως παραγωγικά μέλη της κοινωνίας», εξηγεί ο Δρ Θόρνικροφτ.

Επιμέλεια: Μαίρη Μπιμπή

health.in.gr,ΑΠΕ-ΜΠΕ