Τροποποιείται το χρονοδιάγραμμα του Εθνικού Προγράμματος Εμβολιασμών αναφορικά με τον αντιφυματικό εμβολιασμό στα παιδιά.

Ειδικότερα, η πρόληψη της φυματίωσης συστήνεται να γίνεται με εμβολιασμό με BCG στη γέννηση νεογνών αυξημένου κινδύνου όπως:

  • Νεογνά μεταναστών από χώρες με υψηλό ή μέσο δείκτη φυματιώδους διαμόλυνσης.
  • Νεογνά αθιγγάνων, καθώς και άλλων πληθυσμιακών ομάδων που ζουν σε συνθήκες ομαδικής διαβίωσης.
  • Νεογνά μητέρων που έχουν μολυνθεί με τον ιό HIV (εξαιρούνται βρέφη που έχουν ήδη συμπτωματολογία βρεφικού AIDS).
  • Νεογνά οικογενειών που πρόκειται να μετακινηθούν σε χώρες με υψηλό ή μέσο δείκτη φυματιώδους διαμόλυνσης.
  • Νεογνά στο άμεσο περιβάλλον των οποίων υπάρχει άτομο με ενεργό φυματίωση, το οποίο δεν συμμορφώνεται στη θεραπεία ή πάσχει από πολυανθεκτική νόσο και το παιδί δεν μπορεί να απομακρυνθεί.

Ο εμβολιασμός, επίσης, συστήνεται σε μεγαλύτερα βρέφη και παιδιά μέχρι και την ηλικία των 5 ετών που ανήκουν στις προαναφερθείσες ομάδες αυξημένου κινδύνου και δεν έχουν εμβολιαστεί με BCG.

Δεν θα διενεργείται πλέον καθολικός αντιφυματικός εμβολιασμός στην σχολική ηλικία.

Η δερμοαντίδραση Mantoux συστήνεται:
α) σε παιδιά που ανήκουν στις προαναφερθείσες ομάδες αυξημένου κινδύνου στις ηλικίες 12-15 μηνών, 4 έως 6 ετών και στην ηλικία 11 έως 12 ετών, αλλά και ανεξαρτήτως ηλικίας όποτε δοθεί η ευκαιρία και
β) σε όλα τα παιδιά στο νηπιαγωγείο.

Επισημαίνεται, ότι η δερμοαντίδραση Mantoux δύναται να διενεργείται και σε κάθε περίπτωση κατά την κρίση του θεράποντος παιδιάτρου (ιστορικό επαφής με ενήλικο πάσχοντα από φυματίωση, χορήγηση θεραπείας με βιολογικό παράγοντα κ.λπ.).

health.in.gr,ΑΠΕ-ΜΠΕ