Η απειλούμενη χελώνα Caretta caretta, γνωστή από την αγάπη της για το Ιόνιο, φαίνεται ότι έχει στη διάθεσή της μια ασυνήθιστα προηγμένη βιολογική πυξίδα: Πειράματα στο ενυδρείο δείχνουν ότι είναι το μόνο ζώο που αντιλαμβάνεται όχι μόνο το γεωγραφικό πλάτος, αλλά και το γεωγραφικό μήκος.

Πολλά άλλα ζώα είναι γνωστό ότι αντιλαμβάνονται την ένταση του μαγνητικού πεδίου της Γης και προσδιορίζουν έτσι το γεωγραφικό πλάτος, δηλαδή τη θέση τους στον άξονα βορρά-νότου.

Φαίνεται όμως ότι η Caretta caretta τα καταφέρνει καλύτερα στα υπερατλαντικά της ταξίδια στον Ατλαντικό, τον Ειρηνικό και τον Ινδικό ωκεανό.

«Το δυσκολότερο κομμάτι της πλοήγησης στην ανοιχτή θάλασσα είναι ο καθορισμός του γεωγραφικού μήκους, δηλαδή της θέσης στη διεύθυνση ανατολής-δύσης» σχολιάζει στο BBC ο Νέιθαν Πάτμαν, επικεφαλής της μελέτης στο Πανεπιστήμιο της Βόρειας Καρολίνας.

Η ομάδα του Πάτμαν πήρε νεογέννητες χελώνες από τις ακτές της Φλόριντας και τις άφησε να κολυμπούν σε κυκλικά ενυδρεία, εκτεθειμένα σε μαγνητικά πεδία αντίστοιχα με το μαγνητικό πεδίο της Γης.

Μια ομάδα από χελωνάκια εκτέθηκε στο μαγνητικό πεδίο που θα συναντούσε σε ένα συγκεκριμένο σημείο του ταξιδιού τους, ενώ μια δεύτερη ομάδα εκτέθηκε σε ένα άλλο μαγνητικό πεδίο, το οποίο αντιστοιχούσε στο ίδιο γεωγραφικό πλάτος αλλά σε διαφορετικό μήκος.

Όπως διαπίστωσαν οι ερευνητές και στις δύο περιπτώσεις, τα χελωνάκια κολύμπησαν προς τη σωστή κατεύθυνση, αυτή που θα έπρεπε να πάρουν για να επιστρέψουν στην παραλία των προγόνων τους.

Ο μηχανισμός του φαινομένου παραμένει εν πολλοίς άγνωστος.

Το πιθανότερο όμως είναι ότι οι χελώνες αντιλαμβάνονται το πλάτος από την ένταση του μαγνητικού πεδίου, η οποία είναι υψηλότερη στους πόλους και χαμηλότερη στους τροπικούς. Πολλά ακόμα ζώα αντιλαμβάνονται την ένταση του πεδίου, χρησιμοποιώντας για παράδειγμα μικρούς κρυστάλλους μαγνητικού υλικού που βρίσκονται μέσα σε ειδικά αισθητήρια όργανα.

Στην περίπτωση του γεωγραφικού μήκους, οι χελώνες μάλλον χρησιμοποιούν ως γνώμονα τη γωνία που σχηματίζουν με την επιφάνεια της Γης οι γραμμές του μαγνητικού πεδίου.

Η έρευνα δημοσιεύεται στο Current Biology.

Newsroom ΑΛΤΕΡ ΕΓΚΟ