Λονδίνο: Οι διαβητικοί θα πρέπει να ελέγχουν συχνότερα τα επίπεδα του σακχάρου στο αίμα τους, ώστε να μειώσουν τον κίνδυνο εκδήλωσης καρδιαγγειακού νοσήματος και εγκεφαλικού επεισοδίου, σύμφωνα με αμερικανική μελέτη που δημοσιεύθηκε στο επιστημονικό έντυπο Annals of Internal Medicine.

Ερευνητική ομάδα του Πανεπιστημίου Τζονς Χόπκινς με επικεφαλής την Δρ Σερίτα Γκόλντεν συνιστά τους πάσχοντες από διαβήτη τύπου Ι και ΙΙ να ελέγχουν συχνότερα τα επίπεδα του σακχάρου, ώστε να είναι σίγουροι ότι δεν θα ξεπεράσουν ένα συγκεκριμένο όριο για μια συγκεκριμένη χρονική περίοδο.

Συνήθως, οι διαβητικοί μετρούν τα επίπεδα του σακχάρου δυο φορές την ημέρα, ωστόσο στοιχεία που επανεξέτασαν οι επιστήμονες και περιελάμβαναν περισσότερους από 10.000 ασθενείς σε 13 συνολικά μελέτες, συνιστούν να διατηρούν τα επίπεδα του σακχάρου μεταξύ 4 mmol/l και 7 mmol/l, ενώ σε μακροχρόνια βάση δεν θα πρέπει να ξεπερνούν τα 8 mmol/l, διότι αυξάνονται σημαντικά οι πιθανότητες εκδήλωσης καρδιαγγειακής νόσου, περιλαμβανομένου και του εμφράγματος.

Οι ειδικοί προτείνουν επίσης τη διενέργεια τεστ αιμοσφαιρίνης Α11c, από το οποίο προκύπτει ο μέσος όρος των επιπέδων του σακχάρου για τους τέσσερις τελευταίους μήνες. Η συνιστώμενη τιμή της γλυκοζιλιωμένης αιμοσφαιρίνης είναι 7%.

Από την επεξεργασία των στοιχείων προέκυψε ότι για κάθε 1% αύξηση της γλυκοζιλιωμένης αιμοσφαιρίνης στους πάσχοντες από διαβήτη τύπου ΙΙ ο κίνδυνος καρδιαγγειακής νόσου αυξανόταν κατά 18%. Στους πάσχοντες από διαβήτη τύπου Ι ο κίνδυνος αυξανόταν κατά 15%.

«Οι διαβητικοί θα πρέπει πάντα να προσέχουν τις τιμές του σακχάρου, καθώς και της χοληστερόλης και της πίεσης, διότι αντιμετωπίζουν διπλάσιο κίνδυνο να αποβιώσουν εξαιτίας καρδιαγγειακών νοσημάτων συγκριτικά με τα υγιή άτομα», επισημαίνει με δηλώσεις της στο BBC η Δρ Γκόλντεν.

health.in.gr