Τρίτη 30 Απριλίου 2024
weather-icon 21o
Τάκης Σινόπουλος: Ένα σημάδι που να δείχνει το «ποιος» και το «γιατί»

Τάκης Σινόπουλος: Ένα σημάδι που να δείχνει το «ποιος» και το «γιατί»

Μια «Νέκυια εν προόδω»

Ο ποιητής, λέει ο Ρίλκε, δεν έχει βιογραφία· βιογραφία είναι τα ποιήματά του. Ο ποιητής, λέει επίσης ο Ρίλκε, για να ελπίζει ότι μπορεί κάποτε να φτάσει στο ποίημα, πρέπει να έχει εμπειρίες. Γιατί οι στίχοι δεν είναι, καθώς νομίζουν οι άνθρωποι, αισθήματα, είναι εμπειρίες. Πρέπει επομένως να έχει δει πολλές πόλεις, ανθρώπους και πράγματα, πρέπει να γνωρίζει τα ζώα, πρέπει να αισθάνεται πώς πετάνε τα πουλιά και να ξέρει την κίνηση με την οποία ανοίγουν τα μικρά λουλούδια το πρωί. Ωστόσο, προσθέτει, πρέπει να έχει παρασταθεί και σε ετοιμοθάνατους, πρέπει να έχει καθίσει κοντά σε νεκρούς στο δωμάτιο με τ’ ανοιχτό παράθυρο και τους εναλλασσόμενους θορύβους. Κι ακόμη, δεν αρκεί να έχει αναμνήσεις, πρέπει να μπορεί και να τις λησμονά όταν είναι πολλές, και πρέπει να έχει τη μεγάλη υπομονή να περιμένει να ξανάρθουν. Μόνο όταν γίνουν αίμα μέσα του, βλέμμα και χειρονομία, δίχως όνομα και δίχως να ξεχωρίζουν από αυτόν, τότε μόνο μπορεί να συμβεί, σε μια πολύ σπάνια ώρα, η πρώτη λέξη ενός στίχου να υψωθεί στη μέση τους και να βγει απ’ αυτές.

Υπό το φως αυτών των λόγων ενός ποιητή τελείως διαφορετικού ιδεολογικά, ιδιοσυγκρασιακά και τεχνοτροπικά από τον Τάκη Σινόπουλο, είναι νομίζω χρήσιμο να εστιάσουμε την προσοχή μας σε ορισμένα κρίσιμα βιογραφικά στοιχεία του ποιητή. Ο ίδιος άλλωστε, συμπορευόμενος εν πολλοίς με τον μεγάλο ομότεχνό του, έγραφε τα ακόλουθα: «Υπάρχουν έργα που φαίνονται να ζουν μία δική τους μυστική ζωή, που δεν χρειάζονται την αναδρομή στην ιδιωτική ζωή του τεχνίτη για να μελετηθούν, ταυτόχρονα όμως τα έργα αυτά είναι αναπόσπαστα δεμένα με τις εξωτερικές περιπέτειες του δημιουργού τους, ώστε θ’ αποτελούσε βασικό σφάλμα αν θεωρούνταν και εξετάζονταν ανεξάρτητα από τις συνθήκες που, κρυφά ή φανερά, τροφοδότησαν τη γέννηση και την ύπαρξή τους. Ανάμεσα στη ζωή και τη δημιουργία υπάρχουν σχέσεις και ανταποκρίσεις τέτοιες, που, χωρίς κίνδυνο, θα μπορούσαμε να συλλογιστούμε τα συγκοινωνούντα δοχεία ή να αναφερθούμε στη συνάρτηση μήτρας και εμβρύου».

Ο Τάκης Σινόπουλος, λοιπόν, γεννήθηκε στις 17/30 Μαρτίου του 1917 στην Αγουλινίτσα, χωριό της Ηλείας, που απέχει πέντε χιλιόμετρα από τον Πύργο. Ήταν πρωτότοκος γυιος του καθηγητή της φιλολογίας Γιώργη Σινόπουλου, από το χωριό Μούντριζα της Ολυμπίας, και της Ρούσας Βενέτας, το γένος Αργυροπούλου, από το χωριό Βυζίτσι (ή και Βυζίκι) της Γορτυνίας. Δίπλα στο χωριό του το ποτάμι, που, όπως γράφει ο ίδιος, τον είχε διαποτίσει ολόκληρο. Και ο μεγάλος Αλφειός, που αποτελεί το σμίξιμο του αρχικού Αλφειού, του Λάδωνα και του Ερύμανθου (στο έργο του: Ντοάνα), που κι αυτός είναι, στο χωριό Τριπόταμα, συμβολή τριών ποταμών.

[…]

Ας ακούσουμε πώς περιγράφει ο ίδιος τα παιδικά του χρόνια στον Πύργο, όπου η οικογένειά του θα εγκατασταθεί το 1920: «Το δημοτικό της φτώχειας – της λαϊκής συνοικίας – η ευλογιά – ο δάσκαλος – το ξύλο».

Ας κάνουμε ένα άλμα χρονικό και, προσπερνώντας το Ελληνικό Σχολείο και το Α’ Γυμνάσιο του Πύργου, ας βρεθούμε στην Αθήνα, όπου ο Σινόπουλος, το 1935, είναι φοιτητής της ιατρικής. «Αίσθημα επαρχιωτισμού – φτώχεια – αίσθημα κατωτερότητας – απομόνωση», σημειώνει ο ίδιος. Όμως και «οι συναυλίες της Κρατικής Ορχήστρας στα “Ολύμπια” με τον Μητρόπουλο, τα υπαίθρια παλιατζίδικα της οδού Ιπποκράτους και της Ασκληπιού, οι παραδόσεις του καθηγητή Τσάτσου στη Νομική Σχολή, η ταραγμένη πολιτική ατμόσφαιρα κι η σκιά του Βενιζέλου πάνω στην Ελλάδα, ο Καρυωτάκης που έδυε, ο Καβάφης που μεσουρανούσε, η γενιά του ’30 κι ο Κοσμάς Πολίτης, ο υπερρεαλισμός και τα κοινωνικά προβλήματα. […] Ο κόσμος δεν ήταν καθόλου απλός».

Επόμενος σταθμός του ποιητή ο πόλεμος, η Κατοχή και, φυσικά, ο Εμφύλιος. Είναι η εποχή η πιο γόνιμη και η καθοριστική για την ποίησή του, αφού σ’ αυτή μορφώθηκαν οι βουλές της ποιήσεώς του, όπως αργότερα, πολύ αργότερα θα φανεί. […]

Ίσως θα πρέπει να επιμείνουμε περισσότερο στον Εμφύλιο, όπου ο Σινόπουλος εθήτευσε ως στρατιωτικός γιατρός (πολλές φορές στην πρώτη γραμμή), μέχρι τον Μάιο του 1949, και η Ελλάδα, ως κράτος και ως κοινωνία, μέχρι το καλοκαίρι του 1974. Οι παλαιότεροι ας σκαλίσουμε τη μνήμη μας, οι νεώτεροι ας φροντίσουμε να πληροφορηθούμε από τις χιλιάδες σελίδες που έχουν γραφτεί και που συνεχώς γράφονται γι’ αυτόν και τις συνέπειές του, οι λογιότεροι ας θυμηθούν τον Θουκυδίδη και ας ανατρέξουν πάλι στα «Κερκυραϊκά».Όλοι, τέλος, γιατί αυτό έχει πολύ μεγάλη σημασία για την αφήγησή μας, ας θυμηθούμε τον ομηρικό Ελπήνορα. Ο Όμηρος τον αναφέρει ως Κάποιος Ελπήνωρ και περιγράφει τις συνθήκες υπό τις οποίες, καθώς προσπαθούσε να ακολουθήσει τους συντρόφους του στο ταξίδι της διαφυγής από το Νησί της Κίρκης, έχασε τη ζωή του: από τη στέγη πέφτοντας, γκρεμίστηκε με το κεφάλι, σύντριψε του λαιμού τους αστραγάλους, ευθύς κατέβηκε στον Άδη η ψυχή του.

Εκεί στον Άδη, όταν κατεβαίνει, θα τον συναντήσει ο Οδυσσέας. Ελπήνορα, πώς έφτασες εδώ, κάτω στο ζοφερό σκοτάδι; τον ρωτάει. Και ο Ελπήνωρ, αφού του περιγράψει τον τρόπο του θανάτου του, τον ικετεύει, όταν θα φτάσει πάλι στο νησί της Αίας με το καλόχτιστο καράβι του, να φροντίσει για την ταφή του εκεί, στον τόπο που σκοτώθηκε: πρώτα κάψε το σώμα μου, μαζί και τ’ άρματά μου / τα δικά μου· ύστερα σήμα ανύψωσε για χάρη μου / στο περιγιάλι της θαλάσσης – ενός που η δυστυχία τον τσάκισε, / να βλέπουν οι μελλούμενοι και να με μνημονεύουν. Κι όταν μ’ αυτά τελειώσεις, στήριξε το κουπί στον τύμβο μου / αυτό που είχα ζωντανός όσο κωπηλατούσα με τους άλλους μου συντρόφους.

Αυτό που ο νεκρός Ελπήνωρ ζητάει από τον Οδυσσέα, να τον θάψει δηλαδή και πάνω στον τάφο του να στήσει ένα σημάδι που να δείχνει το ποιος και το γιατί, επιχειρεί να πράξει σ’ όλο το μήκος της διαδρομής του ο Σινόπουλος.

[…]

Για πρώτη φορά στην ελληνική ποίηση ακούγεται το όνομα «Ελπήνωρ». Είναι τίτλος του πρώτου ποιήματος στη συλλογή «Μεταίχμιο». Ένα τοπίο θανάτου, μια έρημη, μια καθημαγμένη χώρα, είναι το εμβληματικό και καλοχτισμένο αυτό ποίημα, όπως και όλα τα ποιήματα της συλλογής. Και κάπου εκεί ο Ελπήνωρ, ο εμβληματικός αντιήρωας του Ομήρου, που τώρα όμως δεν είναι με σπασμένους τους αστραγάλους του λαιμού, αλλά με το μαύρο σίδερο μπηγμένο στα πλευρά και με τα δάχτυλα ακρωτηριασμένα.

[…]

Το ποίημα γράφτηκε το καλοκαίρι του 1944 και δημοσιεύθηκε για πρώτη φορά τον Οκτώβριο του ίδιου χρόνου στο περιοδικό Φιλολογικά Χρονικά, δηλαδή περισσότερο από ένα χρόνο πριν γίνει προσιτό στο ελληνικό κοινό το ποίημα όπου ο Σεφέρης επικαλείται το όνομα του Ελπήνορα. Η προτεραιότητα αυτή δεν θα είχε ιδιαίτερη σημασία, αν ολόκληρο σχεδόν το ποιητικό έργο του Σινόπουλου δεν ήταν μία συνεχής «μελέτη θανάτου» «ενός επιζώντος», μια «Νέκυια εν προόδω», με ζωτικό πυρήνα τον Ελπήνορα ή μάλλον αυτό που συντομογραφικά μπορούμε να ονομάσουμε «εμπειρία του Ελπήνορα», γράφει ο καθηγητής Γ. Π. Σαββίδης. Και έκτοτε, προσθέτει, το φάσμα του Ελπήνορα πρωτεϊκά στοιχειώνει και συνέχει τις κυριότερες ποιητικές συνθέσεις του, ως το «Χρονικό».

[…]

Αν έπρεπε να δώσω ένα χαρακτηρισμό του Σινόπουλου με ιστορική αναφορά, θα έλεγα εύκολα: ποιητής του Εμφυλίου. Η νεώτερη ιστορία μας είναι ποτισμένη από το αίμα για τη Λευτεριά αλλά και το χυμένο αίμα, το σπαταλημένο. Ειδικότερα από το 1940 και μετά, τη φοβερή εποχή της Κατοχής, της Αντίστασης, του Εμφυλίου. Ο Σινόπουλος είναι μπλεγμένος στα βρόχια της Ιστορίας, είναι ο ποιητής του αίματος, του αδελφικού αίματος, του Εμφυλίου.

[…]

Ο Σινόπουλος, μόνος αυτός, βιώνει τον Εμφύλιο ως καθολική ήττα και ως τραγωδία αμφίπλευρη. Μερικές φορές μάλιστα, τολμώ να πω, με μια αισχύλεια τόλμη, έστω και με κάποια υποχώρηση στον ρερητορευμένο λόγο.

[…]

Ο Σινόπουλος πάλεψε χρόνια με τον εαυτό του, με τα φαντάσματά του και με τις λέξεις και τελικά κατάφερε να περάσει από την ατομική στη συλλογική εμπειρία και, χωρίς να αρνηθεί τους δασκάλους του, να κατακτήσει τη δική του φωνή. Έδωσε όνομα στους αφανείς νεκρούς μιας τραγικής εποχής και άγγιξε ολόσωμος τη μεγάλη ποίηση.


*Αποσπάσματα από εξαίρετο κείμενο του Χρίστου Ρουμελιωτάκη για τον αείμνηστο Τάκη Σινόπουλο, που έφερε τον τίτλο «Τάκης Σινόπουλος ή η Νέκυια των Αφανών» (πηγή: elpenor.gr). Το εν λόγω κείμενο συνιστούσε την ανακοίνωση του Ρουμελιωτάκη (στις 21 Δεκεμβρίου 2009) στον κύκλο των σεμιναρίων υπό τον τίτλο «Μια σύγχρονη ματιά στην ποιητική μας παράδοση – Μια νέα μελέτη του δημοτικού τραγουδιού και δεκαπέντε σημαντικών ποιητών μας», που είχε διοργανώσει το Πανεπιστήμιο Πατρών το 2009.

Ο Τάκης Σινόπουλος, ένας από τους σπουδαιότερους εκπροσώπους της μεταπολεμικής ελληνικής ποίησης, απεβίωσε αιφνιδίως (από συγκοπή) στον Πύργο στις 26 Απριλίου 1981, ανήμερα του Πάσχα, σε ηλικία 64 ετών.

Ο ρεθυμνιώτης ποιητής, δοκιμιογράφος και εκδότης Χρίστος Ρουμελιωτάκης (1938-2018) πρωτοστάτησε στην ίδρυση και την οργάνωση του Ιδρύματος «Τάκης Σινόπουλος – Σπουδαστήριο Νεοελληνικής Ποίησης» (διετέλεσε πρόεδρος του Ιδρύματος από το 1999 έως το 2010).


Ο Χρίστος Ρουμελιωτάκης

Sports in

Ο Μότα γράφει ιστορία με την Μπολόνια

Οι «ροσομπλού» θα παίξουν σε ευρωπαϊκή διοργάνωση μετά από 22 χρόνια και κάνουν... όνειρα ακόμα και για συμμετοχή στο Τσάμπιονς Λιγκ

Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

in.gr | Ταυτότητα

Διαχειριστής - Διευθυντής: Λευτέρης Θ. Χαραλαμπόπουλος

Διευθύντρια Σύνταξης: Αργυρώ Τσατσούλη

Ιδιοκτησία - Δικαιούχος domain name: ΑΛΤΕΡ ΕΓΚΟ ΜΜΕ Α.Ε.

Νόμιμος Εκπρόσωπος: Ιωάννης Βρέντζος

Έδρα - Γραφεία: Λεωφόρος Συγγρού αρ 340, Καλλιθέα, ΤΚ 17673

ΑΦΜ: 800745939, ΔΟΥ: ΦΑΕ ΠΕΙΡΑΙΑ

Ηλεκτρονική διεύθυνση Επικοινωνίας: in@alteregomedia.org, Τηλ. Επικοινωνίας: 2107547007

ΜΗΤ Αριθμός Πιστοποίησης Μ.Η.Τ.232442

Τρίτη 30 Απριλίου 2024