Διαγωνισμός εξόντωσης αδέσποτων γάτων στον οποίο επρόκειτο να συμμετάσχουν και παιδιά ακυρώθηκε στη Νέα Ζηλανδία έπειτα από αντιδράσεις κατοίκων και περιβαλλοντικών οργανώσεων.

Η Νέα Ζηλανδία έχει κηρύξει πόλεμο κατά των γατών, των χοίρων, των λαγών και άλλων ξενόφερτων ζώων που θεωρούνται σήμερα η μεγαλύτερη απειλή για τα φυσικά οικοσυστήματα της χώρας.

Ο διαγωνισμός κυνηγιού γάτας διοργανώνεται κάθε χρόνο στην πόλη του Νορθ Κάντερμπρι στο Σάουθ Άιλαντ, όπου οι συμμετέχοντες κυνηγούν τα αδέσποτα ζώα με όπλα.

Οι διοργανωτές αποφάσισαν φέτος να δημιουργήσουν ξεχωριστή κατηγορία για παιδιά κάτω των 14 ετών με χρηματικό έπαθλο 250 δολαρίων Νέας Ζηλανδίας, περίπου 140 ετών.

Άλλαξαν τελικά γνώμη μετά την παρέμβαση οργανώσεων αλλά και το κύμα «χυδαίων» email διαμαρτυρίας.

Η νεοζηλανδική Εταιρεία για την Πρόληψη της Κακοποίησης Ζώων εξέφρασε την Τρίτη την ικανοποίησή της για τη ματαίωση του παιδικού διαγωνισμού.

Τα παιδιά δεν θα μπορούσαν να ξεχωρίσουν τις αδέσποτες γάτες από τις κατοικίδιες, δήλωσε η οργάνωση σύμφωνα με το Γαλλικό Πρακτορεό Ειδήσεων.

«Θα έπρεπε να διδάσκουμε τα παιδιά μας να αντιμετωπίζουν τα ζώα με ενσυναίσθηση, όχι να τους δίνουμε εργαλεία για να τα σκοτώνουν» δήλωσε εκπρόσωπος της οργάνωσης Safe για την προστασία των ζώων.

Περίπου 1,2 εκατομμύρια γάτες υπολογίζεται ότι ζουν σήμερα στη Νέα Ζηλανδία, ενώ ο αριθμός των αδέσποτων γατών εκτιμάται διπλάσιος.

Σύμφωνα με την ορνιθολογική εταιρεία της χώρας, οι αδέσποτες γάτες σκοτώνουν κάθε χρόνο 1,1 εκατομμύρια ενδημικά πτηνά.

Σύμφωνα με τη δρ Χέλεν Μπλάκι, ειδικό σε θέματα βιοασφάλειας που μίλησε στο Radio New Zealand, οι γάτες έχουν προκαλέσει μέχρι σήμερα την εξαφάνιση έξι ειδών πτηνών και έχουν πλήξει πληθυσμούς νυχτερίδων, βατράχων και σαυρών.

Η Μπλάκι επισήμανε επίσης ότι οι γάτες μεταδίδουν το παράσιτο της τοξοπλάσμωσης, ασθένειας που έχει επηρεάσει σοβαρά την βιομηχανία εκτροφής προβάτων.

Ο διαγωνισμός του Νορθ Κάντερμπρι περιλαμβάνει επίσης την εξόντωση αγριόχοιρων, λαγών και ελαφιών, επιχείρηση στην οποία συμμετέχουν και παιδιά εδώ και χρόνια.