Στα τέλη Ιανουαρίου του 1942, στην καρδιά του πλέον δραματικού και φονικού χειμώνα της σύγχρονης ελληνικής ιστορίας, πέθανε στην Αθήνα μια αξιομνημόνευτη επιστημονική προσωπικότητα, ο ιστορικός και αρχαιολόγος Γεώργιος Σωτηριάδης.

Η αγγελία του θανάτου του επιφανούς ακαδημαϊκού είχε ως αποτέλεσμα να συνέλθει εκτάκτως στην κατοχική, ξενοκρατούμενη πρωτεύουσα την 26η Ιανουαρίου 1942, ημέρα Δευτέρα και ώρα 11 π.μ., η Σύγκλητος της Ακαδημίας Αθηνών.

Ο Σωτηριάδης είχε γεννηθεί στο τουρκοκρατούμενο Σιδηρόκαστρο (Ντεμίρ Χισάρ) της Μακεδονίας το 1852.

Σπούδασε Φιλολογία στο Πανεπιστήμιο της Αθήνας και μετεκπαιδεύτηκε στην Ελβετία και τη Γερμανία, όπου και αναγορεύτηκε διδάκτορας του Πανεπιστημίου του Μονάχου.

Ακολούθως εργάστηκε ως καθηγητής σε σχολεία μέσης εκπαιδεύσεως της Οδησσού, της Φιλιππούπολης, των Ιωαννίνων και της Αθήνας.

Διορίστηκε στην Αρχαιολογική Υπηρεσία το 1896 και διετέλεσε επί σειράν ετών έφορος αρχαιοτήτων.


Αποχώρησε από την Υπηρεσία το 1912, για να καταλάβει την έδρα της Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο της Αθήνας.

Επίσης, διετέλεσε ένα μικρό διάστημα (1926-1928) καθηγητής Αρχαιολογίας του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, καθώς και πρόεδρος του Πρυτανικού Συμβουλίου αυτού.

Κατά τα έτη 1918-1920 άσκησε καθήκοντα αντιπροέδρου της εν Αθήναις Αρχαιολογικής Εταιρείας, ενώ το 1926 διορίστηκε (με τη συντακτική πράξη ίδρυσης) τακτικό μέλος της Ακαδημίας Αθηνών.


Ο Σωτηριάδης ήταν ένας ακάματος ερευνητής, που διεξήγαγε μεγάλες και πολυετείς έρευνες στον Θέρμο, στη Βοιωτία, στη Φωκίδα, στη Λοκρίδα και στην περιοχή του Μαραθώνα.

Μεταξύ άλλων, ο Σωτηριάδης υπήρξε ο πρώτος ανασκαφέας του Δίου, του ιερού τόπου των αρχαίων Μακεδόνων, όπου πραγματοποίησε επί τέσσερα καλοκαίρια ανασκαφικές έρευνες υπό αντίξοες συνθήκες.

Πέραν της ανασκαφικής δραστηριότητάς του, ο Σωτηριάδης κατέλιπε πλούσια πνευματική παραγωγή (πρωτότυπα έργα, μεταφράσεις, αρχαιολογικές μελέτες), που του εξασφάλισε μια αξιόλογη θέση στην ιστορία των ελληνικών γραμμάτων.