Η σκηνή είναι γυρισμένη κάπου στο Λαύριο. Ο Πρωθυπουργός γεμάτος αυτοπεποίθηση για τον επικοινωνιακό του αέρα, περπατά στους δρόμους της πόλης, ισχυριζόμενος διάφορα. Μεταξύ άλλων – και με «δυο λόγια» – ότι παρέλαβε τη χώρα στο χειρότερο σημείο της και μαζί ανέλαβε τον ιστορικό ρόλο, κάτι περίπου ως αποστολή, να τη βγάλει από την κρίση. Και το πέτυχε, εννοείται. Επειδή, όμως, δεν έχει περάσει και τόσος πολύς καιρός ώστε ακόμα και οι κακές αναμνήσεις να γίνουν όμορφες, όπως συνηθίζει να κάνει ο ανθρώπινος νους, καλό θα ήταν να υπενθυμίσει κάποιος στον κ. Τσίπρα δυο, τρία βασικά πράγματα.

Κατ’ αρχήν, ότι το 2015 δεν ήταν η χειρότερη στιγμή της υπερ-δεκαετούς κρίσης που βιώνει η χώρα. Αρκεί να του υπενθυμίσουμε ότι άνοιξη του 2014, η Ελλάδα, ύστερα από πολλά χρόνια, είχε ξαναβγεί στις αγορές, με ομολογιακή έκδοση, την οποία η τότε αντιπολίτευση, δηλαδή ο κ. Τσίπρας, χλεύαζε, επειδή εν πολλοίς ήταν προστατευμένη. Κι όντως, έτσι ήταν. Μόνο που και οι πολυδιαφημισμένες εκδόσεις της τωρινής κυβέρνησης είναι το ίδιο προστατευμένες, όσο κι εκείνες. Με μια διαφορά: Οτι έκτοτε μεσολάβησαν πέντε χρόνια, που απαιτήθηκαν για να επιστρέψουμε σε εκείνο ακριβώς το σημείο. Και κάπως έτσι χάθηκαν λεφτά, χρόνος και κουράγιο. Και γιατί συνέβη όλο αυτό;

Διότι, η χώρα πλήρωσε μια απίστευτη περιπέτεια, που αργότερα ονομάστηκε «αυταπάτη», κατά τη διάρκεια του πρώτου εξαμήνου του 2015, που όμοιά της δεν προηγήθηκε. Κοστολογήθηκε στα περίπου 100 δισ. ευρώ και τα επέκεινά της θα τα βρίσκουμε μπροστά μας για πολλά χρόνια. Βεβαίως, η κυβέρνηση εν μέρει το αμφισβητεί, όμως κανείς δεν θα περίμενε κάτι διαφορετικό. Αυτή είναι η επικοινωνιακή δουλειά της. Ομως, από την άλλη αυτή είναι και η αλήθεια.

Οπως αλήθεια είναι ότι εκτός της ομολογιακής έκδοσης, το 2014 η οικονομία είχε αρχίσει να «γυρίζει» δειλά σε θετικό αναπτυξιακό πρόσημο, το οποίο τινάχτηκε στον αέρα αρχές του 2015, με τα γνωστά αποτελέσματα. Στην πραγματικότητα, αυτό το οποίο κάνει η παρούσα κυβέρνηση είναι ότι προσπαθεί να διορθώσει τις καταστροφικές συνέπειες εκείνης της περιόδου. Τίποτα περισσότερο και τίποτα λιγότερο. Ολα αυτά, όμως, θα μπορούσαν να είχαν αποφευχθεί. Και μαζί το τρίτο Μνημόνιο. Τόσο απλά.