Το Γραφείο του Εισαγγελέα του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου εξέδωσε ανακοίνωση στην οποία τονίζει ότι οι απειλές ή τα αντίποινα κατά του Δικαστηρίου ή του προσωπικού του μπορεί να συνιστούν αδίκημα σύμφωνα με το Καταστατικό της Ρώμης. Το Γραφείο του Εισαγγελέα του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου εξέδωσε σήμερα ανακοίνωση στο Χ με την οποία προειδοποιεί για τυχόν απειλές αντιποίνων κατά του Γραφείου τονίζοντας ότι οι τελευταίες μπορεί να συνιστούν αδίκημα κατά της απονομής της δικαιοσύνης.

Τις τελευταίες εβδομάδες, οι ισραηλινές αρχές έχουν γίνει πιο ανήσυχες, καθώς σύμφωνα με πληροφορίες τα ονόματα του πρωθυπουργού Νετανιάχου, του υπουργού Άμυνας Γιοάβ Γκαλάντ και του αρχηγού του επιτελείου του ισραηλινού στρατού Χέρζι Χάλεβι έχουν αναφερθεί ως ύποπτοι για εγκλήματα πολέμου που το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο θα επιδιώξει να ασκήσει δίωξη και να εκδώσει εντάλματα σύλληψης εναντίον τους.

Το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο έχει εξετάσει εγκλήματα πολέμου που διαπράχθηκαν το 2014 στη Λωρίδα της Γάζας, ωστόσο, δεν έχει παράγει τιμωρητικές αποφάσεις κατά ατόμων. Η έρευνα έχει επεκταθεί ώστε να συμπεριλάβει τα γεγονότα της 7ης Οκτωβρίου, καθώς και τον σημερινό πόλεμο στη Γάζα.

Οι απειλές και τα αντίποινα δεν είναι ευπρόσδεκτα – Αντιδρά σε «αθέμιτες πιέσεις» το Δικαστήριο

Στην ανακοίνωσή του, το Γραφείο του Εισαγγελέα καλωσόρισε όλα τα σχόλια, την κοινοποίηση των ανησυχιών και τη συμμετοχή στις δραστηριότητές του από «κρατικούς και εκλεγμένους αξιωματούχους, μη κυβερνητικές οργανώσεις, επιστήμονες και ακτιβιστές». Τόνισε ότι εφόσον ο διάλογος αυτός είναι «συνεπής με την εντολή του βάσει του Καταστατικού της Ρώμης να ενεργεί ανεξάρτητα και αμερόληπτα», θα συνεργαστεί εποικοδομητικά με όλους τους ενδιαφερόμενους φορείς.

Ωστόσο, το Γραφείο κατέστησε απολύτως σαφές ότι «όταν άτομα απειλούν να προβούν σε αντίποινα κατά του Δικαστηρίου ή κατά του προσωπικού του Δικαστηρίου σε περίπτωση που το Γραφείο, σε εκτέλεση της εντολής του, λάβει αποφάσεις σχετικά με έρευνες ή υποθέσεις που εμπίπτουν στη δικαιοδοσία του«, η ανεξαρτησία και η αμεροληψία «υπονομεύονται». Υπογράμμισε ότι αυτού του είδους οι απειλές, ακόμη και αν δεν συνοδεύονται από ενέργειες επί αυτών, «μπορούν επίσης να συνιστούν αδίκημα κατά της απονομής της δικαιοσύνης σύμφωνα με το άρθρο 1 του Συντάγματος. 70 του Καταστατικού της Ρώμης».

Η διάταξη αυτή, σύμφωνα με τη δήλωση, απαγορεύει ρητά τόσο την «ενάντια σε υπάλληλο του Δικαστηρίου λόγω των καθηκόντων που εκτελεί ο ίδιος ή άλλος υπάλληλος» όσο και την «επίθεση, τον εκφοβισμό ή τη δωροδοκία υπαλλήλου του Δικαστηρίου με σκοπό να εξαναγκάσει ή να πείσει τον υπάλληλο να μην εκτελέσει ή να εκτελέσει αθέμιτα τα καθήκοντά του». Το Γραφείο του Εισαγγελέα έκλεισε την ανακοίνωσή του προτρέποντας για τον άμεσο τερματισμό όλων των προσπαθειών που «παρεμποδίζουν, εκφοβίζουν ή επηρεάζουν αθέμιτα τους υπαλλήλους του».

* Το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο αποφασίζει για διώξεις κατά προσώπων (εξετάζει πιθανά εγκλήματα πολέμου και γενοκτονία ανάμεσα στα άλλα) και δεν πρέπει να συγχέεται με το Διεθνές Δικαστήριο Δικαιοσύνης που εξετάζει και επιλύει διαφορές μεταξύ κρατών.