Αναμφισβήτητα ο Στέφανος Κασσελάκης έχει επικοινωνιακό χάρισμα.

Περπατάει στον δρόμο και χαιρετάει τους πάντες, πιάνει κουβέντα, βγάζει σέλφι.

Βεβαίως, εάν το έκανε οποιοσδήποτε άλλος και όχι ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης, θα θεωρούσαμε ότι έχει τουλάχιστον έλλειψη διακριτικότητας, αν όχι θράσος, αλλά δεν πειράζει.

Ωστόσο, η επικοινωνιακή δεινότητα δεν κάνει κάποιον αριστερό.

Προφανώς και η Αριστερά οφείλει -περισσότερο ίσως από κάθε άλλη- να είναι μια πολιτική παράταξη που να συνομιλεί με τον απλό κόσμο.

Να μπορεί να τον προσεγγίσει, να έχει κάτι να του πει και κυρίως να τον ακούσει.

Πάνω από όλα, όμως, πρέπει να μπορεί να τον κινητοποιήσει και να τον εμπνεύσει.

Να κάνει αυτόν τον κόσμο να αποκτήσει αυτοπεποίθηση.

Να πιστέψει ότι τα πράγματα μπορούν να πάνε αλλιώς, ότι δεν είναι νομοτελειακά τα όσα συμβαίνουν, ότι δεν είναι όλοι ίδιοι.

Να του δώσει τα «εργαλεία» για να σκεφτεί, να παράξει ερωτήματα, να αντισταθεί και να διεκδικήσει.

Κοντολογίς να τον κάνει ενεργό συμμέτοχο και όχι χειροκροτητή.

Γι’ αυτόν τον λόγο και η απλή επικοινωνιακή αμεσότητα δεν σημαίνει αριστερή πολιτική.

Για την ακρίβεια, η λογική ότι πολιτική σημαίνει «αδιαμεσολάβητη» επικοινωνία του «αρχηγού» με τον λαό μπορεί να είναι το αντίθετο της αριστερής πολιτικής.

Δεν τον λέω μόνο επειδή στην ιστορία τη λογική του «αρχηγού» που μιλάει στο λαό και δεν νοιάζεται για δημοκρατικές κομματικές διαδικασίες, για νομιμοποίηση, για συλλογικές αποφάσεις, κυρίως τη συναντάμε σε αυταρχικά, λαϊκίστικά ή ακόμη και φασιστικά κινήματα.

Το λέω και επειδή τελικά μια τέτοια λογική, όπου όλα είναι η επικοινωνία του αρχηγού με τον λαό, καταλήγει στο όλη η πολιτική να εξαρτάται από τις γνώσεις (ή την άγνοια αντίστοιχα), την ευστροφία (ή τις εμμονές) του αρχηγού.

Αλλά και επειδή η Αριστερά στηριζόταν πάντα σε συλλογικές αποφάσεις και κυρίως συλλογική συμμετοχή. Δεν νοείται Αριστερά ενός ανδρός αρχή.

Ναι, ο ΣΥΡΙΖΑ έγινε ο ΣΥΡΙΖΑ επειδή υπήρχε ο Αλέξης Τσίπρας που μπορούσε να συγκεφαλαιώσει αυτό το ιστορικό και πολιτικό ρήγμα.

Αλλά ο ΣΥΡΙΖΑ δεν ήταν ποτέ μόνο ο Αλέξης Τσίπρας, όσο «λίγοι» και εάν αποδείχτηκαν, με τον έναν ή τον άλλο τρόπο, οι επίδοξοι επίγονοί του.

Ήταν μια συλλογική διαδικασία και άνθρωποι που κάθισαν να σκεφτούν και άνθρωποι που έτρεξαν να οργανώσουν και άνθρωποι που ήρθαν να βοηθήσουν.

Δεν ήταν ο μονόλογος του «αυτοδημιούργητου».

Δεν ήταν το «λέω ό,τι χαϊδεύει αυτιά» ακόμη και εάν κινείται σε δεξιά λογική.

Δεν ήταν ποτέ το «εγώ είμαι και κανείς άλλος».

Θα το ξαναπώ: αυτή τη στιγμή κλείνει ο κύκλος του σημαντικότερου αριστερού πειράματος στην Ευρώπη τις τελευταίες δεκαετίες.

Δεν κλείνει με τον καλύτερο τρόπο, κλείνει άδοξα, σχεδόν ταπεινωτικά.

Γιατί ακόμη και εάν δεχτούμε ότι είχε κλείσει τον κύκλο του (πιθανώς ήδη από το 2019), αυτή τη στιγμή, με την ευθύνη όχι μόνο της νέας ηγεσίας, το κάνει όχι με υπέρβαση αλλά με διάλυση.

Με αποϊδεολογικοποίησή και ρευστοποίηση κάθε έννοιας πολιτικής και με επικίνδυνα ανοίγματα σε λογικές ξένες προς την Αριστερά.

Και δεν επιλέγω απλώς να γυρίσω την πλάτη, και εάν επιμένω να γράφω για κάτι που μοιάζει «χαμένη υπόθεση», δεν είναι γιατί θεωρώ ότι σώζεται η κατάσταση.

Αλλά γιατί πιστεύω ότι έχει σημασία να καταλάβουμε και να αναλύσουμε αυτό που συμβαίνει και να πάρουμε μαθήματα για οτιδήποτε, αναγκαστικά και υποχρεωτικά νέο, θα προσπαθήσει να εκπροσωπήσει μια θετική προοπτική για τις λαϊκές τάξεις.

Και αυτό δεν θα είναι ούτε μια ελληνική εκδοχή «5 Αστεριών» ούτε μια νέα ΑΚΟΑ.