Θεματικός πυρήνας του άρθρου μας που δημοσιεύτηκε νωρίτερα σήμερα στην ενότητα του Ιστορικού Αρχείου υπήρξε ένα κείμενο που είχε συντάξει το 1963 ο διακεκριμένος κριτικός και δημοσιογράφος Βάσος Βαρίκας για το συγγραφικό έργο του Ρένου Αποστολίδη «Κριτική του μεταπολέμου».

Εκεί, μεταξύ άλλων, ο Βαρίκας –μυαλό ανοιχτό, άνθρωπος με καλλιέργεια– γράφει τα εξής:

«Γνώρισμα της κριτικής του κ. Αποστολίδη παραμένει η υπερβολή και η άκρως μαχητική διάθεση. Προσωπικά δεν νομίζω ότι βλάφτουν σ’ ένα κριτικό κείμενο οι δυο αυτές ιδιότητες. Ό,τι νομίζω ως απαράδεκτο είναι η διάθεση αυτή να φθάνει ως τον διασυρμό. Εκείνο που ενδιαφέρει κυρίως είναι οι καταστάσεις. Τα άτομα μονάχα ως ενδεικτικά καταστάσεων επιτρέπεται να μας απασχολούν. Και την αρχή αυτή δεν την κρατάει πάντα, κι’ ας υποστηρίζει το αντίθετο, ο κ. Αποστολίδης».

Όπως γίνεται αντιληπτό από τα ανωτέρω, ο Βαρίκας θεωρεί ότι στο πεδίο της κριτικής, αλλά και στη ζωή εν γένει, υπάρχουν ανεκτά ή επιτρεπτά όρια, υπάρχουν τα λεγόμενα εσκαμμένα.

Ουδείς έχει, κατά την αντίληψή του, το ηθικό δικαίωμα να τα υπερβαίνει, να καταφεύγει σε προσωπικές επιθέσεις και αντιπαραθέσεις, που μόνο στόχο έχουν το διασυρμό της τιμής ή της υπόληψης του αντιπάλου, τη διαπόμπευσή του.

Εξάλλου –επισημαίνει ο Βαρίκας– το μείζον είναι οι καταστάσεις, τα δεδομένα, οι επικρατούσες συνθήκες, και όχι τα άτομα, οι μονάδες, το ξεκαθάρισμα λογαριασμών.

Για εκείνον το δάσος μετρά, όχι τα δέντρα και οι θάμνοι.

Αυτά καλό θα ήταν να τα έχουν υπόψη τους οι πολιτικοί και οι δημοσιογράφοι που συμμετέχουν στο δημόσιο διάλογο αναφορικά με την τραγωδία των Τεμπών, αποσκοπώντας –όπως διατείνονται– στην αποκάλυψη της αλήθειας και στο δίκαιο επιμερισμό των ευθυνών σε κάθε επίπεδο.