Στις 30 Μαΐου 1913 (17 Μαΐου με το παλαιό ημερολόγιο) συνήφθη στο Λονδίνο συνθήκη ειρήνης μεταξύ αφενός μεν των συμμάχων βασιλείων της Ελλάδας, της Βουλγαρίας, του Μαυροβουνίου και της Σερβίας, αφετέρου δε της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.

Η εν λόγω Συνθήκη Ειρήνης του Λονδίνου σηματοδότησε την επίσημη λήξη του Α’ Βαλκανικού Πολέμου, που είχαν κηρύξει οι προαναφερθείσες συνασπισμένες χώρες εναντίον της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας τον Οκτώβριο του 1912, αποσκοπώντας στην απελευθέρωση ευρωπαϊκών εδαφών της καταρρέουσας Αυτοκρατορίας που οι ίδιες διεκδικούσαν. Με τις αποφασιστικές νίκες που είχαν κατορθώσει να καταγάγουν σε σύντομο χρονικό διάστημα, οι τέσσερις χώρες της Βαλκανικής είχαν ανατρέψει πλήρως τη μέχρι τότε ισορροπία δυνάμεων και είχαν υποχρεώσει την Οθωμανική Αυτοκρατορία να εγκαταλείψει κάθε σκέψη για αποκατάσταση του προπολεμικού εδαφικού καθεστώτος.


Ως πληρεξούσιοι της Ελλάδας στην προηγηθείσα της συναφθείσης συνθήκης Συνδιάσκεψη Ειρήνης του Λονδίνου είχαν οριστεί ο Στέφανος Σκουλούδης, πρώην υπουργός Εξωτερικών, ο Ιωάννης Γεννάδιος, έκτακτος απεσταλμένος και πληρεξούσιος υπουργός στο Λονδίνο, και ο Γεώργιος Στρέιτ, έκτακτος απεσταλμένος και πληρεξούσιος υπουργός στη Βιέννη.


Όσον αφορά τα συμφωνηθέντα στο Λονδίνο το Μάιο του 1913, το δεύτερο άρθρο της Συνθήκης Ειρήνης όριζε ότι ο αυτοκράτορας των Οθωμανών εκχωρούσε στους συμμάχους ηγεμόνες όλες τις επί της ευρωπαϊκής ηπείρου εδαφικές εκτάσεις της Αυτοκρατορίας που βρίσκονταν δυτικά της γραμμής Αίνου (αρχαίας θρακικής πόλης στις εκβολές του Έβρου, στο Αιγαίο πέλαγος) – Μηδείας (νεότερη ονομασία της αρχαίας θρακικής πόλης Σαλμυδησσού, στα παράλια του Εύξεινου Πόντου), εξαιρουμένης της Αλβανίας.


Στο ίδιο άρθρο αναφερόταν ότι το ακριβές διάγραμμα της μεθορίου από την Αίνο έως τη Μήδεια θα προσδιοριζόταν από διεθνή επιτροπή.

Εξάλλου, το άρθρο 4 της Συνθήκης Ειρήνης του Λονδίνου ανέφερε ότι ο αυτοκράτορας των Οθωμανών αφενός εκχωρούσε στους συμμάχους ηγεμόνες τη νήσο Κρήτη και αφετέρου παραιτούνταν από όλα τα κυριαρχικά και άλλα δικαιώματά του επί της νήσου αυτής.


Όμως, η Συνθήκη Ειρήνης του Λονδίνου άφηνε σε εκκρεμότητα σημαντικά ζητήματα, όπως η τύχη όλων των οθωμανικών νήσων του Αιγαίου πελάγους (πλην Κρήτης) και της αθωνικής χερσονήσου, καθώς και ο διακανονισμός των συνόρων της Αλβανίας, αλλά και όλων των ζητημάτων που αφορούσαν αυτήν.

Εξάλλου, η ίδια συνθήκη ειρήνης δεν έκανε καμία αναφορά ούτε στο θέμα της κατανομής των εδαφών που είχαν κατακτήσει οι βαλκάνιοι σύμμαχοι ούτε στο ζήτημα των Δωδεκανήσων, που τελούσαν υπό ιταλική κατοχή.

Η σιωπή αυτή υποδήλωνε τις σοβαρές διαφωνίες ή και το μίσος που υπέβοσκε μεταξύ τόσο των νικητών του Α’ Βαλκανικού Πολέμου όσο και των Μεγάλων Δυνάμεων.


Τη νέα τάξη πραγμάτων στην ευρύτερη περιοχή μετά την κατάρρευση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας (συμπεριλαμβανομένων των προαναφερθεισών εδαφικών εκκρεμοτήτων που είχε αφήσει η Συνθήκη Ειρήνης του Λονδίνου) έμελλε τελικά να καθορίσει η Συνθήκη Ειρήνης του Βουκουρεστίου, που συνήφθη στις 10 Αυγούστου 1913 (28 Ιουλίου με το παλαιό ημερολόγιο) και σήμανε τον τερματισμό του καταστροφικού για τη Βουλγαρία Β’ Βαλκανικού Πολέμου.