Φοβάμαι ότι κυλάμε ξανά σε έναν τρόπο συζήτησης για τα πανεπιστήμια που μικρή σχέση έχει με τα πραγματικά προβλήματα που αντιμετωπίζουν. Σύμφωνα με αυτόν, το βασικό πρόβλημα των πανεπιστημίων είναι η «ανομία», που πρέπει να αντιμετωπιστεί με την επιβολή μέτρων που θα επαναφέρουν την ευταξία, όπως ήταν η κατάργηση του «πανεπιστημιακού ασύλου» ή η δημιουργία «πανεπιστημιακής αστυνομίας». Σε αυτό το φόντο προβάλλονται ιδιαίτερα τα όποια περιστατικά μπορούν να δικαιολογήσουν αυτή την εκτίμηση.

Ομως, τα πανεπιστήμια δύσκολα μπορούν να περιγραφούν ως κέντρα ανομίας. Εχουν πολλά προβλήματα, ξεκινώντας από την υποστελέχωση και την υποχρηματοδότηση, έχουν ανάγκη να συζητήσουν πιο σοβαρά τη στρατηγική τους σε ένα νέο τοπίο και σίγουρα πρέπει να συμβάλουν περισσότερο στην παραγωγή προτάσεων, αλλά απέχουν από το να είναι χώροι γενικευμένης παραβατικότητας.

Οσο για τους φοιτητές και τις φοιτήτριες, που αντιμετωπίζουν τα οικονομικά προβλήματα των οικογενειών τους αλλά και τη δική τους επισφαλή εργασιακή προοπτική, καλό είναι να θυμόμαστε ότι αυτές και αυτοί που κινητοποιούνται, διαμαρτύρονται, έρχονται σε αντιπαράθεση με τις διοικήσεις των πανεπιστημίων και ενίοτε σε σύγκρουση με τις αστυνομικές δυνάμεις είναι οι ίδιοι που όταν διαπρέπουν στο εξωτερικό αναζητούμε τρόπους να τους πείσουμε να επιστρέψουν για να αντιστραφεί το brain drain. Αντιστοίχως, για τα υπαρκτά προβλήματα που προκύπτουν από πρακτικές που δεν έχουν θέση σε χώρους μάθησης, η εμπειρία δείχνει ότι η αντίδραση της ίδιας της πανεπιστημιακής κοινότητας, η ενότητά και ο διάλογός της επιτρέπουν αποτελεσματικότερη αντιμετώπιση από την καταφυγή στην καταστολή.

Σε τελική ανάλυση όσο κατανοητή με όρους πολιτικής επικοινωνίας και εάν είναι μια πολιτική επένδυση σε μια λογική «νόμου και τάξης» ως απάντηση στην ανασφάλεια της κοινωνίας, που όμως οφείλεται σε κοινωνικοοικονομικούς λόγους, αυτό δεν σημαίνει ότι θα πρέπει να υπάρχει και μια ιδιότυπη διαρκής αναζήτηση «Εξαρχείων», εκεί που αυτά δεν υπάρχουν, ενώ υπάρχουν τα σημαντικά προβλήματα της ανώτατης εκπαίδευσης.