Τελικά η Ευρωπαϊκή Ένωση θέλει ή όχι τη διεύρυνση προς τις χώρες των Δυτικών Βαλκανίων; Κρίνοντας από το κείμενο της Διακήρυξης της Σόφιας που συζητήθηκε, η απάντηση είναι: ίσως.

Η Διακήρυξη της Σόφιας πέρασε από «χίλια κύματα» για να συμφωνηθεί. Δεν ήταν μόνο η κάθετη αντίθεση της Ισπανίας σε οποιαδήποτε «ύποπτη» αναφορά στο Κόσοβο – το «φάντασμα» της ανεξαρτητοποίησης της Καταλονίας σκιάζει την ισπανική εξωτερική πολιτική.

Είναι κυρίως η στάση του Παρισιού που εμφανίζεται να προτάσσει την υιοθέτηση μεταρρυθμίσεων για μία νέα ευρωπαϊκή αρχιτεκτονική πριν από οποιαδήποτε σκέψη για διεύρυνση. Επιπλέον, ίσως η νέα γαλλική ηγεσία να μην θέλει καν την προοπτική μελλοντικής ένταξης για τα Δυτικά Βαλκάνια. Ενδεχομένως μάλιστα να πρέπει να αναζητηθούν και άλλες, πιο ευφάνταστες, λύσεις που δεν θα φθάνουν μέχρι την πλήρη ένταξη.

Ωστόσο, κάτι θα πρέπει να γίνει ώστε να δοθεί ένα πολιτικό μήνυμα στα κράτη που βρίσκονται στον προθάλαμο της ΕΕ ότι υπάρχει έστω κάποια πολιτική προοπτική. Δεν αρκεί η σύνδεση μίας αόριστης δέσμευσης περί ενταξιακής προοπτικής όταν οι χώρες των Δυτικών Βαλκανίων θα αναλαμβάνουν μεταρρυθμίσεις σε τομείς όπως το κράτος δικαίου ή η διαφθορά, στους οποίους ακόμη και νυν κράτη – μέλη (βλέπε Ουγγαρία και Ρουμανία αντιστοίχως) εμφανίζουν ελλείμματα.

Σε αυτό το σημείο, η χορήγηση ημερομηνίας έναρξης ενταξιακών διαπραγματεύσεων στην πΓΔΜ και στην Αλβανία μέσα στον προσεχή Ιούνιο φαντάζουν ως οι εύκολες λύσεις. Ωστόσο, οι δύο αυτές χώρες έχουν συνοριακές ή άλλες διαφορές με μία τρίτη χώρα που τυγχάνει να είναι η Ελλάδα.

Σε αυτό το πλαίσιο, δεν αποκλείεται η Αθήνα να αποτελέσει τον εύκολο στόχο ώστε άλλα κράτη – μέλη που δεν είναι τόσο… ζεστά υπέρ μίας διεύρυνσης να κρυφτούν από πίσω της. Η ελληνική διπλωματία αλλά και συνολικά οι ελληνικές πολιτικές δυνάμεις οφείλουν να λάβουν το ενδεχόμενο αυτό πολύ σοβαρά υπόψη…