21 Φεβρουαρίου 1916. Είνε η ημέρα κατά την οποίαν, προ είκοσι τεσσάρων ετών, το γερμανικόν κύμα, συνοδευόμενον από σίδερα και φωτιά, άρχισε να ξεχύνεται επάνω εις το Βερντέν.

24 Φεβρουαρίου 1916. Είνε η ημέρα κατά την οποίαν, εις απόστασιν είκοσι χιλιομέτρων από εκεί, εις ένα χωριό 400 κατοίκων, εις το Σουιγύ (σ.σ. Souilly στη γαλλική γλώσσα), έφθασεν ο άνθρωπος που θα εσταματούσε αυτό το κύμα. Ένας άλλος άνθρωπος τον επερίμενε εις το πέτρινο κεφαλόσκαλο του μικρού δημαρχείου. Ήταν ο στρατηγός Καστελνώ (σ.σ. Edouard de Castelnau, 1851-1944). Μεταξύ των δύο διημείφθη ένας σύντομος διάλογος:

Πεταίν, λέγει απλά ο στρατηγός ντε Καστελνώ, θ’ αναλάβετε την αρχηγίαν της αμύνης του Βερντέν.


«ΑΘΗΝΑΪΚΑ ΝΕΑ», 16.3.1940, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» & «ΤΑ ΝΕΑ»

Οι δύο άνδρες ανέβηκαν τότε εις μίαν μεγάλην αίθουσαν του πρώτου ορόφου, της οποίας τα παράθυρα άνοιγαν προς όλα τα σημεία του ορίζοντος: προς τα σκοτεινά δάση του Αργκόν, προς τα χείλη της φάραγγος όπου υψώνετο το θρυλικόν φρούριον, προς τα μακρυνά πρανή, που κατέληγον εις το χαράκωμα του Καλόν.

Εις την αίθουσαν εκείνην, επί δύο έτη, εστεγάσθησαν οι μεγάλοι αρχηγοί της αμύνης του Βερντέν. Από εκεί επέρασαν με την σειράν των ο Πεταίν, ο Νιβέλ (σ.σ. Robert Georges Nivelle, 1856-1924), ο Γκιγιωμά (σ.σ. Marie Louis Adolphe Guillaumat, 1863-1940). Οι τοίχοι της αιθούσης ήσαν γυμνοί. Ούτε ένας χάρτης ανηρτημένος. Αλλά ούτε και επίπλωσιν είχε η αίθουσα. Υπήρχε μόνον ένα μεγάλο τραπέζι με δύο καρέκλες. Δίπλα στο τραπέζι, μία σανίδα στηριγμένη στον τοίχο, και απάνω σ’ αυτήν το τηλέφωνο.


Ο Φιλίπ Πεταίν

Από το τηλέφωνο ηκούσθη μετ’ ολίγον ο επίσης σύντομος ακόλουθος διάλογος:

Ντε Βαζελαίρ (σ.σ. Georges de Bazelaire, 1858-1954), εδώ ο στρατηγός Πεταίν. Αναλαμβάνω την αρχηγίαν…

Α, εσείς, στρατηγέ μου! Λοιπόν, όλα πάνε καλά…

Εις απόστασιν 100 μέτρων από του δημαρχείου, εις την άλλην πλευράν του μεγάλου δρόμου, ένα σπίτι μονώροφο με μια μεγάλη μετάλλινη πινακίδα στην πόρτα του. Ήταν το σπίτι του κ. Ζανβιέ, συμβολαιογράφου του Σουιγύ. Το σπιτάκι αυτό εχρησίμευσεν ως κατοικία, επί δύο έτη, του αρχηγού της στρατιάς του Βερντέν. Εκεί κατοικούσε και έτρωγεν ο στρατηγός επί του οποίου ήσαν εστραμμένα τα βλέμματα του κόσμου. Εκεί επίσης εσταματούσαν βασιλείς, πρόεδροι Δημοκρατίας, πρίγκηπες, στρατηγοί, πρεσβευταί, ακαδημαϊκοί, οι οποίοι επήγαιναν εις επίσκεψιν ή εις προσκύνημα εις το Βερντέν. Κατά την αναχώρησίν των όλοι έγραφαν ολίγας λέξεις ή έβαζαν την υπογραφήν των.


Πηγή: Le Petit Journal

Επήρα στα χέρια μου το λεύκωμα αυτό, την επομένην του πολέμου, όταν επεσκέφθηκα το Σουιγύ. Μέσα σ’ αυτό βρήκα το εξής αυτόγραφο:

«Εις ανάμνησιν της συμπαθητικής φιλοξενίας, η οποία μου προσεφέρθη από την οικογένειαν Ζανβιέ κατά την μάχην του Βερντέν. Πεταίν. — Σουιγύ 6 Μαρτίου 1916».


Ιδού και ένα άλλο ωραίο αυτόγραφο του στρατηγού Σερρινιύ (σ.σ. Bernard Serrigny, 1870-1954), αρχηγού του επιτελείου του στρατηγού Πεταίν:

«Λυπηρή άφιξις την 25ην Φεβρουαρίου 1916.

Λυπηρή αναχώρησις την 15ην Μαΐου 1916.

Μεταξύ των δύο αυτών ημερομηνιών, ο καλλίτερος καιρός του πολέμου».


Και ένα άλλο:

«Δύο χρόνια ήδη! Καστελνώ. 20 Φεβρουαρίου 1918».

Ιδού τέλος το χειρόγραφο του Ζοφρ, για το οποίον οι συλλέκται αυτογράφων θα προσέφεραν σημαντικά ποσά:

«Σήμερον, 3 Μαΐου 1916, είχα την μεγάλην χαράν να δώσω το παράσημον του ανωτέρου ταξιάρχου της Λεγεώνος της τιμής εις τον στρατηγόν Πεταίν».


Με δυο λόγια, κάθε φύλλο του λευκώματος αυτού φέρει εις την μνήμην μας μίαν σελίδα της τραγωδίας του 1916. Και το απλό, παληό εκείνο γαλλικό σπίτι αποτελούσε μέρος του φρουρίου. Εκεί ακούσθηκεν ο συμβολικός λόγος: «Δεν θα περάσουν». Εκεί μέσα γεννήθηκε, σε μια νύχτα, η θέλησις της νίκης. Εκεί μέσα, κάτω από την βροχήν του αίματος, έσβυσαν την αγωνία μας και μας ετοίμαζαν διά την νίκην.

Ύστερα από είκοσι τέσσερα χρόνια ξαναρχίζουμε. Όμως άλλα Σουιγύ θα μας κάμουν να κερδίσουμε και άλλα Βερντέν…

*Κείμενο του γνωστού γάλλου δημοσιογράφου Στεφάν Λωζάν (Stéphane Lauzanne, 1874-1958), αρχισυντάκτη της εφημερίδας Le Matin. Είχε γραφτεί με αφορμή τη συμπλήρωση είκοσι τεσσάρων ετών από την έναρξη της Μάχης του Βερντέν, σε μια περίοδο κατά την οποία όπως αφήνει να εννοηθεί και ο ίδιος ο Λωζάν η επίθεση της χιτλερικής Γερμανίας κατά της Γαλλίας ήταν πλέον προδιαγεγραμμένη και αναμενόμενη. Το κείμενο του Λωζάν είχε αναδημοσιευτεί στην εφημερίδα «Αθηναϊκά Νέα», στο φύλλο που είχε κυκλοφορήσει το Σάββατο 16 Μαρτίου 1940.

Η διαβόητη Μάχη του Βερντέν, μια από τις μείζονος σημασίας μάχες του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, άρχισε στις 21 Φεβρουαρίου 1916 και ολοκληρώθηκε ουσιαστικά στις 18 Δεκεμβρίου 1916 (στο τριήμερο 15-18 Δεκεμβρίου οι Γάλλοι κατόρθωσαν να ανακαταλάβουν σχεδόν όλα τα εδάφη που είχαν απολέσει μετά τις 21 Φεβρουαρίου).

Τις πρώτες κιόλας ημέρες της Μάχης οι Γερμανοί διέσπασαν τις αμυντικές γραμμές των Γάλλων και κατέλαβαν χωρίς μάχη το οχυρό Douaumont, που ήταν χτισμένο σε θέση στρατηγικής σημασίας, στις 25 Φεβρουαρίου 1916.

Όμως, οι γάλλοι τυφεκιοφόροι, γνωστοί ως Poilus, δεν επέτρεψαν στις γερμανικές δυνάμεις να προωθηθούν περαιτέρω.

Ο Πεταίν έλαβε εντολή από τη Γαλλική Ανώτατη Στρατιωτική Διοίκηση να υπερασπιστεί την πόλη του Βερντέν, πλησίον του ποταμού Μεύση, και εκείνος τα κατάφερε χάρη στη βοήθεια ασφαλώς των γενναίων ανδρών του.


Είναι χαρακτηριστικό ότι στις μάχες που έλαβαν χώρα στην περιοχή του Βερντέν το 1916 ενεπλάκησαν σχεδόν τα τρία τέταρτα των δυνάμεων του Γαλλικού Στρατού.

Η τελευταία προσπάθεια των Γερμανών να καταλάβουν την πόλη, τον Ιούλιο, κατέληξε και αυτή σε αποτυχία.

Το φθινόπωρο του 1916, τον Οκτώβριο, οι Γάλλοι πέρασαν στην αντεπίθεση, γεγονός που τους επέτρεψε να γίνουν και πάλι κύριοι των οχυρών Douaumont και Vaux.

Οι σφοδρές εχθροπραξίες που έλαβαν χώρα στην περιοχή του Βερντέν επί δέκα μήνες είχαν ως αποτέλεσμα να προκληθούν περισσότερες από 700.000 απώλειες (περίπου 305.000 νεκροί και αγνοούμενοι, 400.000 τραυματίες).

Στην κεντρική φωτογραφία του παρόντος άρθρου, η ανακατάληψη του οχυρού Douaumont από το Γαλλικό Στρατό.