Περίπου 900 θάνατοι σε ημερίσια βάση στις ΗΠΑ συνδέονται με την κακή διατροφή. Παράλληλα καταγράφεται αύξηση των κρουσμάτων συναφών παθήσεων: από την παχυσαρκία, τον διαβήτη τύπου 2 και την υπέρταση, μέχρι κάποιες μορφές καρκίνου.

Η πανδημία της COVID-19 επέτεινε το πρόβλημα, διευρύνοντας κι άλλο τις ανισότητες.

Εκατομμύρια Αμερικανοί είδαν το εισόδημά τους να συρρικνώνεται ή έμειναν εκτός αγοράς εργασίας και στράφηκαν μαζικά στη χρήση κουπονιών από ομοσπονδιακά προγράμματα στήριξης και σε τράπεζες τροφίμων.

Η κατάσταση έδειξε να βελτιώνεται με την άρση των περιοριστικών μέτρων. Ήταν ωστόσο πρόσκαιρη, καθώς τα τρόφιμα έγιναν ένα από τα είδη που επλήγησαν περισσότερο από τον πληθωρισμό-ρεκόρ των τελευταίων 40 ετών στις ΗΠΑ.

Ολοένα και περισσότερα νοικοκυριά, πρωτίστως τα πιο ευάλωτα, βρίσκονται πια σε «Συμπληγάδες». Από τη μια, τα «συνθλίβει» το αυξανόμενο κόστος διαβίωσης και τα φέρνει αντιμέτωπα με το φάσμα της επισιτιστικής ανασφάλειας. Από την άλλη ο τερματισμός των ομοσπονδιακών προγραμμάτων στήριξης έναντι των επιπτώσεων της COVID-19 τα φέρνει πιο κοντά στο χείλος του οικονομικού «γκρεμού».

«Πάρα πολλές οικογένειες δεν ξέρουν από πού θα εξασφαλίσουν το επόμενο γεύμα τους», είχε παραδεχθεί τον περασμένο Μάιο ο Αμερικανός πρόεδρος Μπάιντεν, ανακοινώνοντας τότε τη διοργάνωση από τον Λευκό Οίκο μιας Διάσκεψης για την Πείνα, τη Διατροφή και την Υγεία στις ΗΠΑ, στις 28 Σεπτεμβρίου.

Η ημέρα αυτή λοιπόν έφτασε, πλην όμως υπό διαφορετικές συνθήκες. Διακηρυγμένος στόχος παραμένει η υιοθέτηση μιας νέας εθνικής στρατηγικής για την εξάλειψη έως το 2030 της πείνας επί αμερικανικού εδάφους και των ασθενειών που συνδέονται με την κακή διατροφή.

Πολλοί ωστόσο κρατούν…. «μικρό καλάθι».

Φιλόδοξοι στόχοι «στα λόγια»

Η διάσκεψη θα είναι η πρώτη σχετική που διοργανώνεται στις ΗΠΑ από το 1969, όταν επί προεδρίας Νίξον -και εν μέσω διογκούμενων αντιδράσεων για τον πόλεμο του Βιεντάμ- εγκαινιάστηκαν ομοσπονδιακά προγράμματα για την αντιμετώπιση της επιστιστικής ανασφάλειας στις τάξεις των Αμερικανών.

Τώρα, με τον πόλεμο στην Ουκρανία να λειτουργεί ως «καταλύτης» στην άνοδο των τιμών τροφίμων και ενέργειας, η νέα διάσκεψη υπό την προεδρία Μπάιντεν βάζει επισήμως ως πρόσθετο στόχο τη σωστή διατροφή και την καταπολέμηση συναφών ασθενειών σε σημαντικό μέρος του πληθυσμού, που επιβαρύνουν τις ασφαλιστικές εταιρείες και το -πανάκριβο για πολλούς- σύστημα υγείας.

Οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής στην Ουάσιγκτον και υποστηρικτές του σχεδίου μιλούν για «τεράστια ευκαιρία», ειδικά για τις μειονότητες στις ΗΠΑ. Η Αμερικανική Καρδιολογική Εταιρεία το παρουσίασε ως «μια ευκαιρία να αλλάξει ο “χάρτης” της υγείας».

Πάνελ ειδικών και ομάδες εργασίας θα αναζητήσουν τρόπους για το πώς οι Αμερικανοί -ανεξαρτήτου ηλικίας- θα τρέφονται περισσότερο με υγιεινές, πλούσιες σε θρεπτικά συστατικά τροφές και πώς θα ασκούνται περισσότερο. Στο επίκεντρο επίσης θα βρεθούν συμπράξεις μεταξύ του δημόσιου και του ιδιωτικού τομέα σε διάφορους τομείς, όπως στην ασφάλεια τροφίμων.

Γενική κατευθυντήρια είναι η χάραξη μιας εθνικής στρατηγικής, για τη διαμόρφωση της οποίας έχουν ήδη προσκληθεί να καταθέσουν τις προτάσεις τους διάφορες οργανώσεις και φορείς,  εμπειρογνώμονες και νομοθέτες, ομάδες ειδικού ενδιαφέροντος, καθώς  και η βιομηχανία τροφίμων.

Διάφορες προτάσεις ωστόσο, όπως η χρηματοδότηση καθολικών σχολικών γευμάτων, σκοντάφτουν σε πολιτικές διαιρέσεις στο Κογκρέσο. Οι εκκλήσεις για αλλαγές στη γεωργική πολιτική, όπως η υποστήριξη διαφοροποιημένων συστημάτων τροφίμων, παραπέμπονται στην ψήφιση σχετικού νομοσχεδίου το 2023. Παράλληλα, στη νέα εθνική στρατηγική προσπαθούν να αφήσουν το  δικό τους βαθύ «αποτύπωμα» οι ισχυρές βιομηχανίες τροφίμων, επιδιώκοντας να υπογορεύσουν τον ρυθμό σε έναν «χορό» δισεκατομμυρίων.

Θεωρία vs πραγματικότητας

Ως φυσικό κι επόμενο, λοιπόν, πολλοί εκφράζουν σκεπτικισμό για τα αποτελέσματα της Διάσκεψης πριν καν αυτή αρχίσει, καθώς και για τον ουσιαστικό αντίκτυπο που θα έχει στη ζωή του μέσου Αμερικανού.

Αρκετά ΜΜΕ στις ΗΠΑ χαρακτηρίζουν την προετοιμασία της συνόδου «βεβιασμένη» και «χαοτική». Ο προβληματισμός είναι διάχυτος για το εάν θα προκύψει ένα πραγματικά φιλόδοξο, πολυσυλλεκτικό εθνικό σχέδιο ή εάν η Διάσκεψη θα αποτελέσει απλά την ευκαιρία για να ανακοινωθούν πολιτικές που ήταν ήδη στα «σκαριά».

Αναλυτές επισημαίνουν εδώ και καιρό εν τω μεταξύ τις αντιφάσεις της πολιτικής της κυβέρνησης Μπάιντεν ως προς την καταπολέμηση της επισιτιστικής ανασφάλειας.

Ενώ πέρυσι αύξησε τη χρηματοδότηση για ομοσπονδιακά κουπόνια τροφίμων, αγόρασε περίπου τις μισές ποσότητες για σχολεία και τράπεζες τροφίμων, συγκριτικά με την κυβέρνηση Τραμπ το 2020. Τώρα, παρά τις αυξημένες ανάγκες -παρατηρεί το πρακτορείο Reuters– «το αμερικανικό υπουργείο Γεωργίας ετοιμάζεται να δαπανήσει λιγότερα σε τρόφιμα τα επόμενα χρόνια, σε σχέση με το 2020 και το 2021».

Οι πιο καχύποπτοι βλέπουν πίσω από τη Διάσκεψη μια κατ’ αρχήν προσπάθεια του Λευκού Οίκου να «χρυσώσει το χάπι» της ακρίβειας στον μέσο Αμερικανό, ενόψει των κρίσιμων ενδιάμεσων εκλογών του Νοεμβρίου κι ενώ η κατάσταση της οικονομίας μοιραία αποτελεί το Νο 1 θέμα.