Τι είναι εκείνο που παρακινεί κάποιον να βρει τη δύναμη να σταθεί ξανά στα πόδια του έπειτα από ένα μεγάλο σοκ; Για τον Λεωνίδα Κουρσούμη ήταν η αγάπη για τα βιβλία και παρά τις δυσκολίες που αντιμετώπισε κατά την οικονομική ύφεση στην Ελλάδα κατάφερε να βρει μια αχτίδα ελπίδας.

Στα 69 του χρόνια βρέθηκε ξαφνικά στον δρόμο, ψάχνοντας τρόπους να βγάζει τα προς το ζην, κι έτσι πουλούσε στα παλαιοβιβλιοπωλεία στο Μοναστηράκι όσα βιβλία έβρισκε στα σκουπίδια. «Κάποια στιγμή, μέσα στη δική μου απελπισία, είπα ότι αυτό δεν μπορεί να συνεχιστεί και πως πρέπει να γίνει κάτι», περιγράφει στα «ΝΕΑ».

Η ιδέα γεννήθηκε όταν μαζί με δύο φίλους του, επίσης άστεγους, τον Αλέξανδρο και τον Αντώνη, αποφάσισαν να σταματήσουν να τα πουλάνε «μπιρ παρά», όπως λέει, και αντ’ αυτού να βρουν έναν χώρο με χαμηλό ενοίκιο και να συγκεντρώνουν εκεί τους χάρτινους θησαυρούς τους. Τα βιβλία βρήκαν αρχικά… στέγη σε μια μικρή αποθήκη στην οποία έμενε, τότε, ο κύριος Λεωνίδας, όπως τον ξέρουν όλοι, σε έναν χώρο όπου, πέρα από τη μυρωδιά του μελανιού, υπήρχε μονάχα ένας καναπές στον οποίο κοιμόταν.

Ωστόσο, πολύ γρήγορα τους παραχωρήθηκε μεγαλύτερος χώρος ώστε το εγχείρημά τους να γιγαντωθεί. Το Παλαιοβιβλιοπωλείο των Αστέγων έκτοτε στεγάζεται στο 132 της οδού Πειραιώς και έχει ήδη βοηθήσει πολλούς να επανακτήσουν την αξιοπρέπειά τους. «Καθαρίσαμε τον χώρο, βάλαμε τα βιβλία σε παλέτες και ξεκινήσαμε…». Και κάπως έτσι άρχισαν όλα.

Ποτάμι αγάπης

Η ανταπόκριση του κόσμου, όπως περιγράφει ο ίδιος, ήταν από την αρχή απίστευτη, «σαν ποταμός αγάπης». «Είτε μας τροφοδοτούσαν με βιβλία, είτε έπαιρναν τηλέφωνο και ρωτούσαν με ποιον τρόπο θα μπορούσαν να φέρουν βιβλία. Αυτό, άλλωστε, μας κράτησε, όλο αυτό το χρονικό διάστημα», συνεχίζει ο Λεωνίδας Κουρσούμης και προσθέτει: «Αν δεν υπήρχε αυτή η στήριξη, με τις κατά καιρούς απογοητεύσεις που είχαμε, ίσως να μη συνεχίζαμε την προσπάθεια».

Αυτή τη στιγμή στα ράφια του Παλαιοβιβλιοπωλείου μπορεί κανείς να βρει πάνω από 80.000 τίτλους, ανάμεσά τους και σπάνιων, κιτρινισμένων από τα χρόνια, βιβλίων, ηλικίας έως και τρεισήμισι αιώνων (όπως τα Απαντα του Ιωάννη Δαμασκηνού).

Ωστόσο, τα προβλήματα άρχισαν να εμφανίζονται από νωρίς, με το μεγαλύτερο να παραμένει η αναζήτηση ενός μόνιμου χώρου. Στις παρυφές της πανδημίας ετοιμάζονταν να μεταφέρουν το Παλαιοβιβλιοπωλείο σε έναν καινούργιο, μόνιμο χώρο, στου Γκύζη, όμως αυτή η προσπάθεια ναυάγησε. «Ηταν όλα έτοιμα αφού είχαμε και δύο οικονομίες στην άκρη για να αντιμετωπίσουμε τα έξοδα της μετεγκατάστασης. Ηρθε η πανδημία και κλείσαμε. Και αυτά τα ελάχιστα χρήματα που είχαμε, μιας και δεν έχουμε άλλους πόρους, τα μοιράσαμε μεταξύ μας».

Για σχεδόν δέκα μήνες το Παλαιοβιβλιοπωλείο παρέμεινε κλειστό. Μόλις άνοιξε ξανά, ξεκίνησαν και οι νέες προσπάθειες αναζήτησης χώρου καθώς και τρόπων να παραμείνει σε λειτουργία.

Εντούτοις, «πρόκειται για ένα ζήτημα που δεν αφορά μόνο την επιβίωση του Παλαιοβιβλιοπωλείου αλλά και την προσπάθειά μας να στηρίξουμε και να δώσουμε θέσεις εργασίας σε άτομα με ανάγκη», τονίζει ο Λεωνίδας Κουρσούμης και προσθέτει: «Το πρόβλημα του άστεγου δεν λύνεται με φιλανθρωπία της μιας ημέρας. Πρέπει να υπάρχει συνέχεια. Από τη στιγμή που εμένα μου παραχωρήθηκε μια αποθήκη και είχα έναν καναπέ να κοιμάμαι για ενάμιση χρόνο κατάφερα να ξεπεράσω πολλά πράγματα», παραδέχεται ο ίδιος.

Οσο για τη θερμή ανταπόκριση του κοινού, την αποδίδει στο ανθρώπινο πρόσημο του εγχειρήματος. «Κατάλαβαν πως αυτό που κάνουμε έχει μια εντιμότητα. Αυτό είναι πολύ σημαντικό για εμάς».

Η αγωνία του να βρεθεί ένας νέος, κατάλληλος χώρος, ωστόσο, παραμένει μεγάλη, καθώς η αποθήκη στην οποία στεγάζεται το Παλαιοβιβλιοπωλείο δεν έχει ηλεκτρισμό, με αποτέλεσμα η λειτουργία του να είναι περιορισμένη.  «Αν λυθούν όλα αυτά, θα μπορέσουμε να δουλέψουμε και περισσότεροι άνθρωποι. Αν δηλαδή έχουμε έναν χώρο και τον αξιοποιήσουμε με αυτόν τον τρόπο, θα έχουμε τη δυνατότητα να ανοίξουμε ακόμα τρεις ή τέσσερις θέσεις εργασίας για αστέγους. Αυτό είναι που θέλαμε από την αρχή», καταλήγει.