Toν Δεκέμβριο του 2019, πριν κερδίσει το χρίσμα του Δημοκρατικού Κόμματος που θα τον οδηγούσε έντεκα μήνες αργότερα στην προεδρία, ο Τζο Μπάιντεν είχε υποστηρίξει πως η χώρα του έπρεπε να ακολουθήσει μια διαφορετική προσέγγιση απέναντι στον Ερντογάν. «Πρέπει να πληρώσει ένα τίμημα», είχε πει, τασσόμενος υπέρ της στήριξης της αντιπολίτευσης ώστε να νικήσει τον Ερντογάν. «Οχι με πραξικόπημα, όχι με πραξικόπημα, αλλά μέσα από την εκλογική διαδικασία».

Τη σφραγίδα του σημερινού προέδρου των Ηνωμένων Πολιτειών φαίνεται να έχει και μια μυστηριώδης φράση που περιλαμβάνεται στην ανακοίνωση που εκδόθηκε μετά την ολοκλήρωση της συνόδου της ΕΕ με τις ΗΠΑ. «Αποσκοπούμε σε μια αμοιβαία επωφελή σχέση συνεργασίας με μια δημοκρατική Τουρκία», τονίζεται στην παράγραφο 29 της ανακοίνωσης. Προσοχή: ο Τζο Μπάιντεν, ο Σαρλ Μισέλ και η Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν δεν λένε ότι θέλουν να συνεργαστούν με την Τουρκία, αλλά με «μια δημοκρατική Τουρκία». Είναι σαν να εύχονται δηλαδή και πάλι να χάσει την εξουσία ο «δικτάτορας Ερντογάν» (όπως τον είχε αποκαλέσει ο Μάριο Ντράγκι), ώστε να καταστεί δυνατό για τη δημοκρατική χώρα που θα προκύψει να συνεργαστεί με τη Δύση.

Το τι θα συμβεί μέχρι τότε περιγράφεται στην αμέσως προηγούμενη φράση: «Είμαστε αποφασισμένοι να εργαστούμε χέρι χέρι για μια μακράς πνοής αποκλιμάκωση στην Ανατολική Μεσόγειο, όπου οι διαφορές θα επιλύονται με διάλογο, καλή πίστη και σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο». Εδώ χτυπάει άλλο ένα καμπανάκι για την κυβέρνηση Ερντογάν, αφού καθίσταται σαφές ότι εκτός από τον διάλογο και την καλή πίστη, που αποτελούν κατά κάποιον τρόπο οικουμενικές αρχές, απαιτείται και σεβασμός του διεθνούς δικαίου. Μιας έννοιας δηλαδή με την οποία, για να το πούμε ήπια, η γειτονική χώρα δεν αισθάνεται και πολύ άνετα.

Ισως τελικά στις λεπτομέρειες να μην κρύβεται πάντα ο διάβολος.