Συμβαίνει για πρώτη φορά εδώ και δεκαετίες: η σχέση ανάμεσα στις αμερικανικές επιχειρήσεις και τους υπαλλήλους τους αλλάζει ριζικά, γράφουν οι New York Times. Κι αυτοί που έχουν το πάνω χέρι είναι οι εργαζόμενοι. Οι εταιρείες εμφανίζονται διατεθειμένες να πληρώνουν λίγο παραπάνω, να εκπαιδεύουν τους εργαζόμενους, να ρισκάρουν με ανθρώπους που δεν διαθέτουν την παραδοσιακή ειδίκευση και να δείχνουν μεγαλύτερη ευελιξία για το πού και πώς δουλεύει το προσωπικό τους. Οι αγγελίες για θέσεις εργασίας όπου δεν χρειάζεται πρότερη εμπειρία έχουν αυξηθεί κατά 65% σε σχέση με το 2019, ενώ εκείνες που υπόσχονται «μπόνους πρόσληψης» έχουν διπλασιαστεί.

«Οι εργοδότες αντιλαμβάνονται όλο και περισσότερο ότι, ναι, ο εργαζόμενος ενδιαφέρεται για τα χρήματα, αλλά υπάρχει κι ένα θέμα ποιότητας ζωής», λέει ο Κρίστοφερ Φλόιντ, ιδιοκτήτης της Capital Restaurant Resources στην Ουάσιγκτον.

Η τάση αυτή ξεκίνησε πριν από την πανδημία. Και είναι άγνωστο πόσο θα κρατήσει. Η ανεργία μπορεί να αυξηθεί ξανά και οι εργαζόμενοι να στριμωχτούν πάλι. Το ζητούμενο πάντως σε ένα εργασιακό περιβάλλον είναι πάντα το ίδιο: οι εργοδότες να έχουν εμπιστοσύνη στους εργαζόμενους κι εκείνοι να αισθάνονται ότι τυγχάνουν σεβασμού. Υπηρετεί αυτόν τον στόχο το νομοσχέδιο του Κωστή Χατζηδάκη που κατατέθηκε στη Βουλή και θα ψηφιστεί την ερχόμενη εβδομάδα;

Πολλές από τις ρυθμίσεις του είναι καταρχήν αναγκαίες: το ωράριο στη σύγχρονη αγορά εργασίας δεν μπορεί παρά να είναι ευέλικτο, οι απεργίες πρέπει να είναι πραγματικά αντιπροσωπευτικές, η αδήλωτη εργασία πρέπει να καταπολεμηθεί. Αλλες είναι αμφιλεγόμενες: το δικαίωμα του εργαζόμενου να ζητά να μην έρχεται σε επαφή μαζί του ο εργοδότης του όταν τελειώνει τη δουλειά ακούγεται ωραίο στη θεωρία, είναι πολύ δύσκολη όμως η κατοχύρωσή του στην πράξη. Γιατί το αδύνατο σημείο αυτού του νομοσχεδίου έγκειται σε αυτό που παρατήρησε στον τοίχο του ο φίλος συγγραφέας Γιάννης Μπαλαμπανίδης: αντιμετωπίζει τον εργαζόμενο σαν να είναι ίσος με τον εργοδότη. Δεν είναι. Ο δεύτερος είναι ο ισχυρός κι ο πρώτος ο ανίσχυρος, ακόμη και σε συγκυρίες όπως η σημερινή στην Αμερική. Απλώς, οι εργοδότες αναγκάστηκαν εκεί να παραχωρήσουν ένα μέρος των προνομίων τους. Είναι οι περίφημες διορθώσεις του μοναδικού λειτουργικού συστήματος της ιστορίας, του καπιταλισμού.

Με άλλα λόγια, η ατομική ελευθερία του εργαζόμενου είναι μύθος. Αρκεί να δει κανείς το ντοκιμαντέρ American Factory, την πρώτη παραγωγή του ζεύγους Ομπάμα, για να καταλάβει πού μπορεί να οδηγήσουν οι ασφυκτικές πιέσεις μιας κυνικής εργοδοσίας. Και το πρόβλημα γίνεται ακόμη μεγαλύτερο όταν τα συνδικάτα είναι διασπασμένα, αδύναμα και κολλημένα σε μια άλλη εποχή, όπως συμβαίνει σήμερα στην Ελλάδα.

Οι φόβοι για κινεζοποίηση ή ουμπεροποίηση της εργασίας είναι λοιπόν δικαιολογημένοι. Αλλά οι λύσεις δεν θα δοθούν αν μείνουμε ακίνητοι ούτε αν χώσουμε το κεφάλι μας στην άμμο, ένα από τα διδάγματα της πανδημίας είναι η διαρκής δημιουργικότητα.