Ο ιδιοκτήτης μιας από τις θρυλικότερες ταβέρνες της Αθήνας κατάγεται από την Χίο και, σχεδόν πενήντα τώρα χρόνια, καταθέτει στα μαγειρέματά του τις εμπεδωμένες από την ιδιαίτερη πατρίδα του γευστικές μνήμες, τις οποίες δεν διαστάζει να αναβαθμίζει κάθε τόσο με νέες πρώτες ύλες και φαντασία.

Ο «Πειναλέων» Μακάριος Αβδελιώδης δεν βρίσκεται στο πόστο του, λόγω καραντίνας και κλειστών μαγαζιών. Η κουζίνα του σπιτιού του,όμως, στη Νεάπολη Εξαρχείων δεν σταματά να ζεσταίνεται.

Η συγκεκριμένη συνταγή ίσως δεν σας είναι οικεία. Η Χιώτισσα μάνα του Μακάριου αποκαλούσε το συγκεκριμένο πιάτο «μελιτζανοπίλαβο» και το έφταχνε συχνά για την οικογένειά της. Είναι εύκολο, νόστιμο, χορταστικό και αρκούντως ιδιαίτερο για να σταθεί επάξια ως πρώτο ή κυρίως πιάτο στα μικρά οικογενειακά τραπέζια που επιτάσσουν οι καιροί.

Υλικά για 4 άτομα

500 γρ ρύζι γλασε ή καρολίνα
Δύο μέτρια κρεμμύδια
Δύο σκελίδες σκόρδο
Μια πράσινη και μια κόκκινη πιπεριά
Άνιθο και μαϊντανό 3-4 κλωνάρια
Αλάτι, πιπέρι, κουρκουμά (προαιρετικά), 3-4 κόκκους μπαχάρι

Μία μεγάλη ή δύο μεσαίες μελιτζάνες

Ταπεινά υλικά με δυνατό γευστικό αποτύπωμα

Εκτέλεση με δύο σκεύη

Κόβουμε την  μελιτζάνα σε κυβάκια 1χ1.5 εκ περίπου και τις τηγανίζουμε σε αρκετό και καυτό λάδι που, όμως, δεν πρέπει να  ρουφήξουν. Τις αποσύρουμε σε τρυπητό να φύγουν τα υπόλοιπα λάδια.

Τι, που έχει μελιτζάνα, δεν είναι πεντανόστιμο;

Σωτάρουμε τα κομμένα κρεμμύδια, το σκόρδο και τις πιπεριές με λίγο λάδι μέχρι να μαραθούν, ρίχνουμε το ρύζι να λαδωθεί κι αυτό και το σβήνουμε με ένα ποτήρι λευκό κρασί.

Προσθέτουμε τα μπαχαρικά κι ύστερα νερό όπως βράζουμε σκέτο ρύζι, με τις αναλογίες ένα προς δύο.

Χαμηλώνουμε τη φωτιά μετά την πρώτη βράση και προσθέτουμε τις μελιτζάνες που έχουμε στραγγίξει. Αφήνουμε να ομογενοποιηθούν μες στο πιλάφι.

Σε 8-10 λεπτακια τρώμε!

Καλή μας όρεξη