Εν αρχή ην ο Λόγος, ο Κωνσταντίνος Καραμανλής, οι ακανέδες και ο Πανσερραϊκός. Κι από κοντά έρχονται τερματοφύλακες σαν τον Κελεσίδη και τον Καρυπίδη, συν τον νεαρό Τσιμίκα, το αριστερό μπακ του Ολυμπιακού που δεν πρόλαβε να χαρεί τη μεταγραφή του στη Λίβερπουλ και κόλλησε κορωνοϊό. Η αλήθεια είναι ότι το περνάει ελαφρά. Αλήθεια είναι επίσης ότι οι Σέρρες, μολονότι δεύτερη σε πληθυσμό πόλη της Μακεδονίας – κάτι σαν συμπρωτεύουσα της συμπρωτεύουσας δηλαδή – δεν απασχόλησαν ποτέ την επικαιρότητα με τον σημερινό επείγοντα τρόπο. Ανθρωποι έξω καρδιά, και προ πάντων γενναιόδωροι.

Ετσι τους περιγράφουν νότιοι σκοταδόψυχοι συμπατριώτες μου, που πέρασαν μέρος της  ζωής τους στας Σέρρας. Πάντα στον πληθυντικό και πάντοτε αρχαϊστί. Αν θέλετε τη γνώμη μου, αυτή η εμμονή στον καθαρευουσιάνικο τύπο δείχνει συν τοις άλλοις, ότι η πόλη διαθέτει διαχρονικό στυλ και κομψότητα, κάτι σαν το μικρό μαύρο φόρεμα της Σανέλ, σε αντίθεση με την αυθεντική συμπρωτεύουσα η οποία εκτός από Θεσσαλονίκη, ώρες ώρες γίνεται η Αρτα με τα Γιάννενα. Μπλέξαμε τις πόλεις και γι’ αυτό φταίει μάλλον η οδοποιΐα η οποία, εκμηδενίζοντας τις αποστάσεις μεταξύ των αστικών κέντρων της Βόρειας Ελλάδας, κοντεύει να μετατρέψει την Εγνατία οδό σε «Μακαρία η οδός η πορεύει σήμερον αξιομακάριστε…» και θα σας εξηγήσω αμέσως πώς.

«Δυο τρεις βδομάδες από σήμερα, η πόλη ήταν σε κατάσταση διαρκούς Τσικνοπέμπτης», μου λέει από το τηλέφωνο φρικαρισμένη σερραία φίλη μου. Κουρσάκια γλεντοκόπων κατέφθαναν σε χρόνο μηδέν από τη Θεσσαλονίκη και όμορες πόλεις για να συνεχίσουν, ώρα μεσάνυχτα, την ευωχία και το socializing με τον ιό. Και τι θα γίνει τώρα; Θα ξηλώσουμε τις οτοστράντες να μη βρίσκει ο ιός από πού να κόψει δρόμο;

Και θυμήθηκα ξαφνικά τον Κώστα Φιλίνη, με πόση υπομονή  προσπαθούσε να φρενάρει μειράκιο της εποχής μου από τον ξέφρενο πόθο του για αντάρτικο βουνού μιας άλλης εποχής. «Δεν γίνονται αυτά τα πράγματα παιδί μου. Πρώτα απ’ όλα σκέψου. Τώρα το οδικό δίκτυο φτάνει σε κάθε βουνοκορφή». Είπε, αλλά δεν ξέρω γιατί το συγκράτησα και το σκέφτομαι ακόμα.