Η 36χρονη που δέχθηκε επίθεση με βιτριόλι, η 35χρονη που έριξε το βιτριόλι, ο 40χρονος που υπήρξε το μήλο της έριδος, η 33χρονη απαγωγέας με το ξυρισμένο κεφάλι και την εμπριμέ παντελόνα, ο 45χρονος κοντός, όχι Κοντός ήταν το ψευδώνυμο που χρησιμοποιούσε ο εμπειρικός βοτανολόγος που παρίστανε τον Σαμάνο – άλλωστε η πολιτική ορθότητα δεν θα επέτρεπε εκφράσεις που εμπίπτουν στη σφαίρα του body shaming. …Αυτές ήταν οι επικεφαλίδες της αστυνομικής ειδησεογραφίας τις τελευταίες εβδομάδες. Ανθρωποι που το δημόσιο όνομά τους είναι η ηλικία τους (πολύ θα ήθελα να δω πώς θα συνεννοηθούμε αν, σε κάποιο έγκλημα, θύτης και θύμα έχουν την ίδια ηλικία). Δεν είναι όμως αυτό το θέμα μας.

Με αφορμή τα παραπάνω διάβασα και άκουσα πολλά, από επισήμως, ημιεπισήμως και ανεπισήμως δημοσιολογούντες, για ανθρωποφάγα ΜΜΕ, αδηφάγο κοινό, ποταπά ένστικτα που ικανοποιούνται από ειδήσεις που, στην πραγματικότητα, είναι κακό κουτσομπολιό και για ανώτερους ανθρώπους, πολιτισμένους και πρωτοκλασάτους που δεν ασχολούνται με τέτοια «σκουπίδια» και αλλάζουν κανάλι όταν παρουσιάζονται από την τηλεόραση. «Τς τς τς, πώς γίναμε έτσι».

Σιγά μη στραβώσει κανένα φασαμέν. Οτι τώρα γίναμε έτσι δηλαδή. Οτι μας αλλοτρίωσε η εκμαυλίστρια η τηλεόραση και το διαβρωτικό Διαδίκτυο. Οτι σε παλαιότερες εποχές οι άνθρωποι δεν έστηναν αφτί όταν καβγάδιζαν στο διπλανό σπίτι. Οτι τα εγκλήματα δεν συγκινούσαν την κοινή γνώμη. Οτι δεν γίνονταν θρύλοι και «λαϊκά αναγνώσματα». Οτι αυτό το φαινόμενο είναι ένα στοιχείο του σύγχρονου πολιτισμού.

Καημένε Αθανασόπουλε

Ο Γιουβάλ Νώε Χαράρι στο βιβλίο του «Sapiens», που αποτελεί ένα είδος εκλαϊκευμένης κοινωνιολογίας και έχει γίνει μπεστ σέλερ και στη χώρα μας, αναφέρει το κουτσομπολιό ως στοιχείο του πολιτισμού. Υπό την έννοια ότι οι άνθρωποι, από τότε που άρχισαν να συγκροτούνται σε πόλη, να ζουν, δηλαδή, μαζί με τους συνανθρώπους τους και να αναπτύσσεται η αίσθηση της εγγύτητας, καλλιέργησαν παράλληλα και το ενδιαφέρον για τον άλλον. Που ξεκινά από το κουτσομπολιό και φτάνει στην αλληλεγγύη.

Εγγενές της ανθρώπινης φύσης λοιπόν το ενδιαφέρον για τα άπλυτα, τα πλυμένα και τα απλωμένα του άλλου, όχι χαρακτηριστικό της εποχής μας. Το μέσον αλλάζει, όχι η είδηση. Αν ήταν αλλιώς, ο Αθανασόπουλος – που τον σκότωσαν η γυναίκα του και η πεθερά του, η θρυλική Κάστρου – δεν θα γινόταν λαϊκό τραγούδι. Ούτε εγώ θα μεγάλωνα με την ιστορία της Σπυριδούλας που την έκαψαν με το σίδερο, ένα έγκλημα που είχε συμβεί τουλάχιστον δέκα χρόνια πριν φτάσει στ’ αφτιά μου. Χρειάζονται, απλώς, να μεσολαβήσουν κάμποσα χρόνια για να γίνει το κουτσομπολιό ντοκουμέντο.

Η Γκρέτα ως τρόπαιο

Στη μετά κορωνοϊό εποχή, η Γκρέτα Τούνμπεργκ έκανε πρεμιέρα με μια συνέντευξη στο BBC. Σωστοί οι προβληματισμοί της για το κλίμα, για το πώς επηρέασε η πανδημία αυτό που, με δικά μου λόγια, θα ονομάζαμε «παγκόσμιο alert». Για άλλη μια φορά όμως, το ύφος διαμόρφωσε την ουσία των λεγομένων της.

Στη συνέντευξή της, η 17χρονη αναφέρθηκε στους ισχυρούς αυτούς του κόσμου γενικώς και στην Ανγκελα Μέρκελ ειδικώς, λέγοντας ότι μπαίνουν στην ουρά για να βγάλουν μια σέλφι μαζί της ώστε να αναβαθμίσουν το δημόσιο προφίλ τους. Και αναρωτιέμαι πώς είναι δυνατόν ένας άνθρωπος που, θεωρητικά, είναι τόσο ευαισθητοποιημένος για το μέλλον του πλανήτη, έχει, άρα, συνειδητοποιήσει το πόσο «μικρές» είναι οι ανάγκες του ανθρώπου σε σχέση με τις ανάγκες της Γης, μπορεί να έχει τόσο μεγάλη ιδέα για τον εαυτό του.