Στην κοσμοαντίληψη του Ηρακλείτου η συνεχώς μεταβαλλόμενη φωτιά κατέχει μια ξεχωριστή θέση: πυρός τροπαί πρώτον θάλασσα, θαλάσσης δε το μεν ήμισυ γη, το δε ήμισυ πρηστήρ (μεταβολές της φωτιάς: αρχικά θάλασσα, κι από τη θάλασσα πάλι το μισό γη, το άλλο μισό σίφουνας και κεραυνός).

Το καθετί έχει την ικανότητα να μετατραπεί σε φωτιά, αλλά και η φωτιά σε καθετί: πυρός τε ανταμοιβή τα πάντα και πυρ δε πάντων.

Η φωτιά του Ηρακλείτου δεν είναι μόνον η βασική ύλη από την οποία προέρχονται όλα τα άλλα. Η φωτιά αυτή είναι εφοδιασμένη με λογικό, κι όταν ακούμε ότι ο κεραυνός κυβερνά το σύμπαν, αναγνωρίζουμε τη θεϊκή φύση της και μπορούμε να θεωρήσουμε στενότατα συνδεδεμένες τις τρεις έννοιες: λόγος, θεός και κοσμική φωτιά.

Η ψυχή είναι μοίρα του θείου πυρός εγκλωβισμένη στο σώμα κατά τη διάρκεια της ζωής του ανθρώπου. Όσο ο άνθρωπος βρίσκεται εν ζωή, η ψυχή χάνει τη θεία ιδιότητα που είχε όταν ήταν ενωμένη με γήινα στοιχεία και πεθαίνει, δηλαδή το θείο πυρ σβήνει. Έτσι εξηγείται το γιατί ο άνθρωπος, αν και έχει μέσα του το θείο πυρ, βαδίζει πάντα προς την αφροσύνη και την ασαφή γνώση των πραγμάτων.

Όταν ο άνθρωπος πεθαίνει, το θείο πυρ που βρίσκεται μέσα του ανάβει και η μέχρι προ ολίγου θανούσα ψυχή ζει και ελευθερώνεται από τα δεσμά του σώματος.

Ηράκλειτος ο Εφέσιος, ο φιλόσοφος τού γίγνεσθαι (Μέρος Α’)

Ηράκλειτος ο Εφέσιος, ο φιλόσοφος τού γίγνεσθαι (Μέρος Β’)

Ηράκλειτος ο Εφέσιος, ο φιλόσοφος τού γίγνεσθαι (Μέρος Γ’)