Οι πάσχοντες από διαβήτη τύπου 2 που λαμβάνουν διουρητικά ενδεχομένως να διατρέχουν σημαντικά αυξημένο κίνδυνο να υποστούν ακρωτηριασμό κάτω άκρου, σύμφωνα με νέα γαλλική μελέτη που παρουσιάστηκε στο ετήσιο συνέδριο της Ευρωπαϊκής Εταιρείας για τη Μελέτη του Διαβήτη, στο Βερολίνο.

Τα διουρητικά χορηγούνται για να συμβάλλουν στην αντιμετώπιση της κατακράτησης υγρών και περίσσειας νατρίου και στη βελτίωση του ελέγχου της γλυκόζης του αίματος και της αρτηριακήςε πίεσης.

Οι ερευνητές του Νοσοκομείου Bichat στο Παρίσι, όπως εξήγησε ο Δρ Λουις Ποτιερ μέλος της επιστημονικής ομάδας, εξέτασαν στοιχεία που αφορούσαν σχεδόν 1.500 άτομα με διαβήτη τύπου 2 εστιάζοντας κυρίως στους ακρωτηριασμούς κάτω άκρου, καθώς και σε διαδικασίες, όπως η αγγειοπλαστική ή το bypass για αποφραγμένα ή κατεστραμμένα αιμοφόρα αγγεία. Οι προαναφερόμενες επεμβάσεις διενεργούν συνήθως για τη βελτίωση του κυκλοφορικού και την πρόληψη ακρωτηριασμού κάτω άκρου.

Οι συμμετέχοντες στο δείγμα είχαν τεθεί υπό ιατρική παρακολούθηση έως να πεθάνουν ή να υποβληθούν σε κάποια ιατρική διαδικασία που αφορούσε τα πόδια τους. Σχεδόν 700 άτομα ελάμβαναν διουρητικά.

Κατά τη διάρκεια των επτά ετών της μελέτης, το 13% των ληπτών διουρητικών υπέστησαν ακρωτηριασμό ή υποβλήθηκαν σε άλλη ιατρική διαδικασία στο κατώτερο μέρος του ποδιού, συγκριτικά με το 7% αυτών που δεν έπαιρναν διουρητικά.

Αυτό σύμφωνα με τους επιστήμονες δείχνει ότι η λήψη διουρητικού αυξάνει τον κίνδυνο ακρωτηριασμού ή αγγειοπλαστικής/bypass κατά 75% ή και παραπάνω, συγκριτικά με τη μη λήψη διουρητικών.

«Οι πάσχοντες από διαβήτη τύπου 2 θα πρέπει να είναι ιδιαίτερα προσεκτικοί με τη λήψη των διουρητικών, χωρίς φυσικά να σπεύσουν να διακόψουν τη λήψη των συγκεκριμένων φαρμάκων πριν συμβουλευθούν τον γιατρό τους», υπογράμμισε ο Γάλλος ερευνητής.