Αν μια γυναίκα κατά τη διάρκεια της κύησης τρώει τρόφιμα με πολλή γλουτένη έχει αυξημένες πιθανότητες απόκτησης παιδιού με διαβήτη τύπου 1, σύμφωνα με νέα μελέτη που δημοσιεύεται στο επιστημονικό έντυπο BMJ.

Ως γνωστόν, ο διαβήτης τύπου 1 είναι αυτοάνοσος, δηλαδή λανθασμένα το ανοσοποιητικό σύστημα επιτίθεται στα κύτταρα του παγκρέατος που παράγουν ινσουλίνη.

Η ινσουλίνη είναι η ορμόνη που βοηθά στην άντληση της γλυκόζης του αίματος ώστε να χρησιμοποιηθεί ως ενέργεια από τα κύτταρα.

Τα άτομα που πάσχουν από διαβήτη τύπου 1 παράγουν ανεπαρκή ή και καθόλου ινσουλίνη και ο μόνος τρόπος είναι η ενέσιμη λήψη ινσουλίνης.

Η γλουτένη, απ’ την άλλη εμπεριέχεται σε πολλές τροφές, όπως το ψωμί, τα ζυμαρικά, τα δημητριακά και τα μπισκότα. Η γλουτένη ευθύνεται για την κοιλιοκάκη, διαταραχή που προκαλεί βλάβη στο λεπτό έντερο.

Οι ερευνητές του Ινστιτούτου Bartholin στην Κοπεγχάγη, με επικεφαλής τον Δρ Κνουντ Γιοσεφσεν, μελέτησαν στοιχεία για σχεδόν 64.000 εγκύους που είχαν εγγραφεί σε μελέτη το διάστημα 1992-2002. Σχεδόν 250 γυναίκες απέκτησαν παιδιά με διαβήτη τύπου 1.

Οι γυναίκες είχαν απαντήσει σε ερωτήσεις για τις τροφές που έτρωγαν όταν ήταν 25 εβδομάδων έγκυες.

Η μέση κατανάλωση γλουτένη ημερησίως ήταν 13 γραμμάρια, με το χαμηλότερο να είναι κάτω από 7 γραμμάρια και το περισσότερο να υπερβαίνει τα 20 γραμμάρια.

Μια φέτα ψωμί έχει περίπου τρία γραμμάρια γλουτένης, ενώ μια μεγάλη μερίδα ζυμαρικών έχει 5-10 γραμμάρια.

Από τη συνδυαστική ανάλυση των στοιχείων προέκυψε ότι ο κίνδυνος διαβήτη τύπου 1 για τα παιδιά αυξανόταν αναλογικά με κάθε 10 γραμμάρια γλουτένης που κατανάλωνε η μητέρα καθημερινά.

Ο Δρ Γιοσεφσεν εξηγεί ότι υπάρχουν αρκετές θεωρίες για το πως η γλουτένη συντελεί στην εκδήλωση διαβήτη τύπου 1, με την επικρατέστερη να υποστηρίζει ότι η γλουτένη προκαλεί φλεγμονή και αντίδραση του ανοσοποιητικού.

Σε κάθε περίπτωση όμως η νέα μελέτη είναι η πρώτη που δείχνει σχέση μεταξύ υψηλής πρόσληψης γλουτένης κατά την κύηση και κινδύνου διαβήτη τύπου 1 στους απογόνους.